Θα είναι καταστροφή αν η Ελλάδα εγκαταλείψει το ευρώ, είπε ο Willem Buiter, ο επικεφαλής οικονομολόγος της Citigroup, ο οποίος εισήγαγε για πρώτη φορά τον όρο «Grexit».
Ο πραγματικός κίνδυνος, όπως ισχυρίστηκε ο Buiter σε συνέντευξή του στο CNBC, δεν είναι οι βραχυπρόθεσμες συνέπειες μίας ελληνικής χρεοκοπίας. Η ΕΚΤ θα μπορούσε να διαχειριστεί αυτά τα γεγονότα με βάση τα υπάρχοντα εργαλεία, π.χ. μία «υπερδραστηριοποίηση» του Q.E. και με αγορές χρέους στην πρωτογενή αγορά μέσω του ESM.
«Μπορεί κανείς να διαχειριστεί τη χρηματοπιστωτική κρίση. Αυτό που δεν μπορεί όμως να διαχειριστεί είναι, πιστεύω, η ζημιά στη διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Θα ήταν η πρώτη φορά από το 1951 που μία διαδικασία ενοποίησης βάσει συνθηκών θα είχε αντιστραφεί. Θα ηταν μία καταστροφή».
Αυτή τη στιγμή, παρότι υπάρχει πρόταση των δανειστών στο τραπέζι, οι Έλληνες υπουργοί λένε ότι θα μείνουν στις δικές τους προτάσεις, οι οποίες βασίζονται κυρίως σε αυξήσεις φόρων και ασφαλιστικών εισφορών, οι οποίες όμως, όπως πιστεύουν οι δανειστές, δεν θα μπορέσουν να αποδώσουν αρκετά έσοδα για να καλύψουν την τρύπα του προϋπολογισμού.
Η τελευταία προθεσμία για την Αθήνα είναι την Τρίτη, οπότε η Ελλάδα θα πρέπει να πληρώσει €1,6 δισ. στο ΔΝΤ. Κατά τον Buiter, εάν δεν υπάρξει συμφωνία πρόκειται πιθανότατα να επιβληθούν έλεγχοι κινήσεων κεφαλαίου στην Ελλάδα, και η χώρα θα εισέλθει σε κατάσταση χρεοκοπίας ως προς τις δεσμεύσεις της στο ΔΝΤ. Αυτό θα είναι ένα τεράστιο «αρνητικό» όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για άλλες υπερχρεωμένες οικονομίες της περιφέρειας, είπε.
«Η πιθανότητα μίας κρατικής χρεοκοπίας θα επανέλθει στο νου των ανθρώπων και θα ρωτήσουν: ποιος είναι ο επόμενος;», τόνισε. Ωστόσο, πρόσθεσε ότι το Grexit δε θα είναι ένα γεγονός, αλλά μία διαδικασία η οποία θα μπορούσε να διαρκέσει μήνες ή και χρόνια – διαδικασία, που θα μπορούσε να αναστραφεί από μια νέα κυβέρνηση ή νέο συνασπισμό.
Πράγματι, το φάντασμα των εκλογών σκιάζει την Ελλάδα. Νωρίτερα μέσα στο μήνα, ο εκπρόσωπος τύπου του κόμματος του ΣΥΡΙΖΑ είπε ότι η αριστερή κυβέρνηση θα προχωρούσε σε εκλογές αν οι διεθνείς δανειστές της την αναγκάσουν να δεχτεί μια συμφωνία που παραβιάζει τις κόκκινες γραμμές της ή θα ρίσκαρε μια χρεοκοπία.
Εάν η Ελλάδα επέβαλε κεφαλαιακούς ελέγχους, οι συνέπειες στις αγορές μετοχών και ομολόγων εκτός ευρωπαϊκής περιφέρειας θα ήταν περιορισμένη, είπε ο Buiter. Oι κεντρικές τράπεζες θα πλημμύριζαν την αγορά με ρευστότητα, δημιουργώντας ευκαιρίες σε αυτές τις αγορές. Αυτό όμως σίγουρα δε θα ίσχυε στο περιφερειακό χρέος της ευρωζώνης.
Το ρίσκο θα μετριαστεί, αλλά δε θα εξαλειφθεί, είπε. «Το πλημμύρισμα της αγοράς με ρευστότητα, το οποίο θα μπορούσε να συμβει ειδικά στην ευρωζώνη, θα μπορούσε να πάει αναμφίβολα σε άλλες αγορές ρευστών τοποθετήσεων, σε γερμανικά ομόλογα, γενικά σε μετοχές, κι όλα αυτά, κατά έναν διαστροφικό τρόπο, θα οδηγούσαν σε μία προσωρινή άνοδο. Όμως μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα τα νέα είναι άσχημα, καθώς, όπως είπα, η όλη διαδικασία ευρωπαϊκής ενοποίησης τίθεται σε κίνδυνο. Μία έξοδος από την Ε.Ε. θα μπορούσε να γίνει ένα πιο πιθανό γεγονός, ως αποτέλεσμα ενός τελείως άσχετου κινδύνου Grexit».
Η Fed μπορεί να αντιδράσει σε κάτι τέτοιο, ειδικά ως προς τα σχέδιά της για άνοδο των επιτοκίων, μόνο καθώς εκτυλίσσονται τα γεγονότα. Εάν η Ελλάδα και οι δανειστές μεταθέσουν για άλλη μια φορά τη λύση στο μέλλον, τότε η Fed θα προχωρήσει στην πρώτη άνοδο των επιτοκίων μετά από 9 χρόνια, σα να μη συνέβη τίποτα. Αν όμως η διαδικασία με την Ελλάδα αποτύχει, φοβισμένοι επενδυτές θα πλημμυρίσουν την αγορά δολαρίου, κάνοντάς το να σπάσει όλα τα ρεκόρ.
«Αυτό από μόνο του θα μπορούσε να είναι ένας σοβαρά επιβαρυντικός παράγοντας στην ανάπτυξη των ΗΠΑ. Είναι επίσης ένας παράγοντας πληθωρισμού. Εάν πράγματι συνέβαινε κάτι τέτοιο, η ζήτηση για δολάριο, υπό την έννοια ενός ασφαλούς καταφύγιου, θα έκανε την Fed να σταματήσει τα σχέδιά της [για άνοδο στα επιτόκια]».