Άγρια φοροεπιδρομή κυρίως στις επιχειρήσεις αλλά και γενικότερα στην κοινωνία χαρακτήρισε ο πρόεδρος της ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ κ. Κωνσταντίνος Μίχαλος τις ελληνικές προτάσεις που έχουν δει το φως της δημοσιότητας και αποτελούν τη βάση για μια συμφωνία με τους εταίρους και πιστωτές.
Όπως εξηγεί, θα αποφέρουν ακριβώς το αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που επιδιώκουν, καθώς θα οδηγήσουν σε σωρεία νέων λουκέτων στην αγορά, κυρίως μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ενώ επισημαίνει ότι τιμωρούνται και οι ισχυρότερες επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με τον κ. Μίχαλος, βαρύ θα είναι το πλήγμα και στην απασχόληση, καθώς η αύξηση των εργοδοτικών εισφορών θα αποτελέσει ισχυρό αντικίνητρο για νέες προσλήψεις.
Στο πλαίσιο αυτό, καλεί την κυβέρνηση, έστω και την τελευταία ώρα, να αναθεωρήσει τις θέσεις της αυτές που βάλλουν κατά της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και της επιχειρηματικότητας και να αναζητήσει ισοδύναμα μέτρα, στην κατεύθυνση κυρίως της πάταξης της φοροδιαφυγής και του περιορισμού της κρατικής σπατάλης, όπου υπάρχει.
Άλλωστε, όπως σημειώνει, διαχρονικά έχει αποδειχτεί ότι η αύξηση των φορολογικών συντελεστών δεν επιφέρει αύξηση και των φορολογικών εσόδων, αν δεν παταχθεί η φοροδιαφυγή και η φοροαποφυγή. Και προς αυτή την κατεύθυνση δεν έχει γίνει κανένα βήμα προόδου, σημειώνει.
Η δήλωση του κ. Μίχαλου:
«Οι ελληνικές προτάσεις, έστω κι αν αποτελούν προϊόν έντονων πιέσεων από μέρους των πιστωτών της χώρας, θα αποφέρουν ακριβώς το αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα στην ελληνική οικονομία και την αγορά.
Τα μέτρα είναι άκρως υφεσιακά, καθώς συνιστούν μια άγρια φοροεπιδρομή, κυρίως στις επιχειρήσεις, αλλά και γενικότερα στην κοινωνία. Η αύξηση της φορολογίας των επιχειρήσεων από 26% σε 29% σε συνδυασμό με την αύξηση της προκαταβολής φόρου στο 100% είναι βέβαια ότι θα οδηγήσουν σε σωρεία νέων λουκέτων στην αγορά, με θύματα και αυτή τη φορά τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Και οι ισχυρότερες επιχειρήσεις, όμως, τιμωρούνται με επιπρόσθετο φόρο 12% στα κέρδη τους, πράγμα που σημαίνει ότι χάνουν στο «πηγάδι» του χρέους πολύτιμα κεφάλαια που θα μπορούσαν να διαθέσουν για νέες επενδύσεις.
Βαρύ θα είναι και το πλήγμα στην απασχόληση, από την αύξηση των εργοδοτικών εισφορών που θα αποτελέσουν ισχυρό αντικίνητρο για νέα προσλήψεις.
Η κυβέρνηση, έστω και την τελευταία ώρα, θα πρέπει να αναθεωρήσει τις θέσεις της αυτές που βάλλουν κατά της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και της επιχειρηματικότητας και να αναζητήσει ισοδύναμα μέτρα, στην κατεύθυνση κυρίως της πάταξης της φοροδιαφυγής και του περιορισμού της κρατικής σπατάλης, όπου υπάρχει.
Άλλωστε, διαχρονικά έχει αποδειχτεί ότι η αύξηση των φορολογικών συντελεστών δεν επιφέρει αύξηση και των φορολογικών εσόδων, αν δεν παταχθεί η φοροδιαφυγή και η φοροαποφυγή. Και προς αυτή την κατεύθυνση δεν έχει γίνει κανένα βήμα προόδου.
Πρωτίστως, η κυβέρνηση πρέπει να πείσει τους πιστωτές της χώρας ότι πράγματι θέλει και μπορεί να πατάξει την παραοικονομία, ενισχύοντας τον ελεγκτικό μηχανισμό και εφαρμόζοντας σύγχρονα συστήματα συλλογής των φόρων.
Παράλληλα, πρέπει να γίνει ένας εκ βάθους εκσυγχρονισμός του δημόσιου τομέα και της δημόσιας διοίκησης, προκειμένου να περιοριστεί η σπατάλη και να καταστεί και το Δημόσιο χρήσιμο στην κοινωνία προσφέροντας ουσιαστικές υπηρεσίες στους πολίτες κυρίως στους τομείς της υγείας και της παιδείας που νοσούν βαρέως.
Ωστόσο, θα πρέπει να επισημανθεί ότι αποτελεί ουσιαστική βοήθεια για τη φυγή από την ύφεση, η αναπτυξιακή βοήθεια, ύψους 35 δισεκατομμυρίων ευρώ, που υποσχέθηκε στην χώρα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Η Επιμελητηριακή Κοινότητα, τέλος, επαναλαμβάνει ότι θέση της εξακολουθεί να παραμένει η επίτευξη μιας συμφωνίας με τους εταίρους από μια καταστροφική ρήξη, αλλά θα συνεχίσει να επιζητεί και να προτείνει συγκεκριμένα μέτρα και πολιτικές, ώστε αυτή η συμφωνία να αποδώσει καρπούς για την οικονομία και την κοινωνία και να μην σύρει την χώρα βαθύτερα στην ύφεση».