Σημαντική επιδείνωση εμφάνισε πέρσι η ποιότητα των εποπτικών κεφαλαίων για τις τέσσερις εγχώριες συστημικές τράπεζες, δυσχεραίνοντας τη θέση τους έναντι της πίεσης που ασκείται στην Ευρωπαική Κεντρική Τράπεζα για αυστηροποίηση των κανόνων κεφαλαιακής επάρκειας.
Από την ανάλυση των οικονομικών καταστάσεων του 2014 προκύπτει το εξής κατ αρχήν παράδοξο: Παρά τις αυξήσεις κεφαλαίου, αθροιστικού ύψους 8,3 δισ. ευρώ που διενήργησαν Alpha, Eurobank, Πειραιώς και Εθνική, η συμμετοχή των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων (ΑΦΑ) στον δείκτη Core Tier I των τραπεζών αυξήθηκε, αντί να μειωθεί, φθάνοντας σε μέσο όρο στο 55% (48% με 66% στις τέσσερις τράπεζες).
Τα στοιχεία επιδεινώνονται αν οι αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις συσχετισθούν με την καθαρή ενσώματη θέση των τραπεζών. Στις 31.12.2014 ο αναβαλλόμενος φόρος αντιστοιχεί στο 62% της ενσώματης καθαρής θέσης, ενώ ένα χρόνο πριν ήταν στο 52%.
Η επιδείνωση στην ποιότητα της κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών, οφείλεται αφενός στις υψηλές λειτουργικές ζημιές της περσινής χρήσης και αφετέρου στην αναγνώριση πρόσθετων αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων.
Ειδικότερα, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες εμφάνισαν πέρσι αθροιστικά λειτουργικές ζημιές ύψους 8 δισ. ευρώ, οι οποίες περιορίστηκαν σε επίπεδο αποτελεσμάτων στα 3,5 δισ. ευρώ.
Η διαφορά (4,5 δισ. ευρώ) εξηγείται από το γεγονός ότι αναγνώρισαν κατά την απελθούσα χρήση ισόποσες αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις, με βάση τις εκτιμήσεις των πλάνων αναδιάρθρωσης ότι από φέτος θα επιστρέψουν όλες (σ.σ η Εθνική το έχει ήδη κάνει χάρη στη Finansbank) σε κερδοφορία. Εκτιμήσεις που είτε έχουν αναιρεθεί, είτε τίθενται επ αμφιβόλω λόγω της παρατεταμένης αβεβαιότητας.
Αποτέλεσμα ήταν οι αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις να εκτιναχθούν από τα 11,1 δισ. ευρώ στο τέλος του 2013 σε 15,6 δισ. ευρώ στο τέλος του 2014, την ώρα που οι λειτουργικές ζημιές αντιστάθμιζαν τα φρέσκα κεφάλαια από τις αυξήσεις κεφαλαίου που διενεργήθηκαν στο α΄ εξάμηνο της περσινής χρονιάς.
Στη δίνη πολιτικής πίεσης κινδυνεύουν να βρεθούν οι τράπεζες
Η επιδείνωση στην ποιότητα των εποπτικών κεφαλαίων των εγχώριων τραπεζών ενδέχεται να τις φέρει στη δίνη του κυκλώνα, εφόσον η πίεση που ασκείται στην ΕΚΤ για αυστηροποίηση των σχετικών κανόνων, αποδώσει καρπούς.
Πίεση που εκδηλώνεται μέσω αγγλοσαξωνικών μέσων ενημέρωσης, αλλά αντανακλά, σύμφωνα με στελέχη ελεγκτικών εταιρειών, τις διαφορετικές προσεγγίσεις μέσα στους κόλπους του εποπτικού μηχανισμού.
Το θέμα, άλλωστε, ανακινήθηκε μετά τη δήλωση της επικεφαλής του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού Daniele Nouy, για την ανάγκη τυποποίησης των εθνικών νομοθεσιών ώστε να μην παράγουν ανισομερή αποτελέσματα στα εποπτικά κεφάλαια των τραπεζών.
Το δημοσίευμα των FT για διενέργεια ελέγχου από την Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Κομισιόν, τη γνωστή πλέον DG Comp, για το αν οι αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις που αναγνώρισαν οι ευρωτράπεζες του Νότου συνιστούν κρατική βοήθεια αποτελεί το τελευταίο δείγμα της ασκούμενης πίεσης.
Ο έλεγχος της DG Comp αποτελεί συνήθη διαδικασία και όπως αποκάλυψε το Euro2day.gr έχει σταλεί ήδη σχετική επιστολή της Διεύθυνσης Ανταγωνισμού στην κυβέρνηση, τις αρχές και τις διοικήσεις των τραπεζών για τη διενέργεια ελέγχου.
Πρόκειται για τυπική διαδικασία σύμφωνα με τραπεζικά στελέχη η οποία έχει ακολουθηθεί και στις περιπτώσεις άλλων χωρών του ευρωπαικού Νότου που αναγνώρισαν το tax credit.
Τι μπορεί να ζητήσει η ΕΚΤ
Με δεδομένο ότι η ΕΚΤ από πέρσι είχε συστήσει στις ευρωτράπεζες να ξεκινήσουν διαδικασίες για την ενίσχυση της ποιότητας των εποπτικών τους κεφαλαίων, η ανακίνηση του θέματος, την ώρα που βρίσκεται σε εξέλιξη η άσκηση διαφάνειας, και πριν το stress test του 2016, ενδέχεται να οδηγήσει σε αυστηροποίηση των κανόνων.
Σε αυτή την περίπτωση, η Ευρωπαική Κεντρική Τράπεζα και ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός έχουν, σύμφωνα με τραπεζικό αναλυτή, δύο βασικές επιλογές:
Είτε σε συνεργασία με την Ευρωπαική Τραπεζική Αρχή (European Banking Authority- EBA) να τεθεί ανώτατο ποσοστιαίο όριο (πλαφόν) στη συμμετοχή των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων στα εποπτικά κεφάλαια.
Είτε να αυξήσουν το όριο του ελάχιστου Core Tier I για τράπεζες που έχουν σημαντική συμμετοχή αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων στα εποπτικά τους κεφάλαια.
Και τα δύο σενάρια θα είναι αρνητικά για τις εγχώριες τράπεζες καθώς είτε θα εντείνουν την πίεση για αυξήσεις κεφαλαίου, είτε θα οδηγήσουν αυτόματα σε αυτές. Ακόμη και υπό αυτά τα δυσμενή σενάρια τραπεζικά στελέχη εκτιμούν ότι θα δοθεί ικανός χρόνος προσαρμογής.
Αυτόματες ΑΜΚ με κάλυψη από το Δημόσιο αν δεν έχουν κέρδη
Υπενθυμίζουν, δε, ότι στο ορατό πλέον ενδεχόμενο που οι τράπεζες εμφανίσουν φέτος ζημιές, το Δημόσιο θα πρέπει να καταβάλλει μέρος της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης μέσω αύξησης μετοχικού κεφαλαίου και εξάσκησης των δικαιωμάτων μετατροπής (conversion rights), ως αποτέλεσμα της νομοθετικής ρύθμισης για την μετατροπή των προσωρινών φορολογικών απαιτήσεων σε οριστικές.
Στην περίπτωση που κάποια τράπεζα εμφανίσει λογιστικές ζημιές σε μια από τις χρήσεις μετά την 1/1/2015 ο αναβαλλόμενος φόρος μετατρέπεται σε απαίτηση και το Δημόσιο υποχρεούται να πληρώσει αμέσως, καλύπτοντας αύξηση κεφαλαίου.
Ειδικότερα η τράπεζα θα πρέπει να σχηματίσει ειδικό αποθεματικό που ισοδυναμεί με το 110% της απαίτησης που έχει σχηματισθεί. Το ύψος του αποθεματικού ισοδυναμεί είτε με την αναλογία της ζημιάς ως προς τα εποπτικά κεφάλαια είτε στη συμμετοχή του αναβαλλόμενου φόρου στα ίδια κεφάλαια της τράπεζας.