Την οδυνηρή αλήθεια πως ο ελληνικός τουρισμός στηρίζεται σε πήλινα πόδια επιβεβαίωσαν τα στοιχεία που παρουσίασε η Ένωση Ελεγκτών Εναέριας Κυκλοφορίας (GATCA).
Από αυτά προκύπτει πως τη στιγμή που ο ελληνικός τουρισμός προετοιμάζεται για απογείωση, απειλείται με τριετές (τουλάχιστον) μποτιλιάρισμα στους αιθέρες μέσω των οποίων μετακινείται το 70% των ξένων επισκεπτών που έρχονται στη χώρα μας.
Έτσι, η ανάπτυξη του ελληνικού τουρισμού, αντί για ευλογία για την εθνική οικονομία, απειλεί να έχει δυσμενείς επιπτώσεις στη διεθνή εικόνα της χώρας αφού θα συνεπάγεται ταλαιπωρία των ξένων τουριστών που θα επιλέγουν την Ελλάδα για τις διακοπές τους.
Τα στοιχεία, επιπλέον, φέρνουν στο προσκήνιο το θέμα της ασφάλειας (μόλις χθες σε ευρωπαϊκό αεροδρόμιο συγκρούστηκαν στο έδαφος δύο αεροπλάνα της ιρλανδικής Ryanair) καθώς τα ραντάρ και οι ελεγκτές της εναέριας κυκλοφορίας λειτουργούν στο κόκκινο κατά τη θερινή περίοδο (Απρίλιο-Οκτώβριο), εξαντλώντας τα όρια αντοχής τους.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε η Ένωση, το 2002 το σύστημα εναέριας κυκλοφορίας της χώρας μας εξυπηρέτησε 411.000 πτήσεις με 707 άτομα προσωπικό, ενώ το 2014 εξυπηρέτησε 678.000 πτήσεις (+65%) με 550 ελεγκτές (-22%). Έτσι, το 2002 κάθε ελεγκτής εξυπηρέτησε 581 πτήσεις, ενώ το 2014 διαχειρίστηκε 1.232 πτήσεις (+112%).
Οι ελεγκτές προειδοποιούν για μποτιλιάρισμα πάνω από την Ελλάδα και για καθυστερήσεις το φετινό καλοκαίρι, καθώς από τη μια πλευρά η αεροπορική κίνηση αναμένεται και πάλι αυξημένη σε σχέση με πέρυσι, ενώ την ίδια στιγμή οι διαθέσιμοι ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας θα είναι 8% λιγότεροι από πέρυσι (λόγω αποχωρήσεων για λόγους συνταξιοδότησης οι οποίες δεν αναπληρώνονται). Πολύ περισσότερο καθώς με πρόσφατες προβλέψεις η Ελλάδα θα εμφανίζει ετήσια αύξηση της κίνησης της τάξης του 5% μέχρι το 2022. Αναμένεται, δηλαδή, αύξηση της κίνησης 40% την επόμενη οκταετία.
Με βάση τη διεθνή πρακτική, τα συστήματα εναέριας κυκλοφορίας (ραντάρ κυρίως) υφίστανται συνεχείς αναβαθμίσεις και, τελικά, αντικαθίστανται κάθε 12 χρόνια. Το βασικό ραντάρ του ελληνικού συστήματος που εξυπηρετεί ολόκληρο τον ελληνικό χώρο, λειτουργεί, ήδη, 16 χρόνια (εγκαταστάθηκε το 1999) και αναβαθμίστηκε μόλις μία φορά (2008).
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, για λόγους ασφαλείας, οι ελεγκτές να βάζουν στην ουρά τα αεροπλάνα σε απόσταση 10 ναυτικών μιλίων το ένα από το άλλο, ενώ τα σύγχρονα συστήματα έχουν τη δυνατότητα να εξυπηρετούν τις διπλάσιες πτήσεις αφού μπορούν να τοποθετούν τα αεροσκάφη στη μισή απόσταση μεταξύ τους (5 ναυτικά μίλια).
Το πρόβλημα θα μπορούσε να έχει αντιμετωπιστεί έγκαιρα αν οι προηγούμενες κυβερνήσεις είχαν φροντίσει να δαπανήσουν 35-50 εκατ. ευρώ που κοστίζει ένα σύγχρονο σύστημα εναέριας κυκλοφορίας (νέο ραντάρ). Τα χρήματα δεν έλειπαν αφού μόλις το 2014 τα έσοδα από τέλη διαδρομής (αυτά που πληρώνουν οι αεροπορικές για τα αεροπλάνα τους που χρησιμοποιούν τον ελληνικό εναέριο χώρο) ήταν 180 εκατ. ευρώ. Πολύ περισσότερο καθώς την τελευταία δεκαετία έχει εισπραχθεί συνολικά, σύμφωνα με την Ένωση Ελεγκτών Εναέριας Κυκλοφορίας, περί το 1 δισ. ευρώ.
Τα χρήματα αυτά, ωστόσο, κατευθύνθηκαν σε άλλες δαπάνες και όχι στην αναβάθμιση του συστήματος. Θα πρέπει επιπλέον να υπενθυμιστεί πως τα έσοδα της εναέριας κυκλοφορίας (335 εκατ. ευρώ) τιτλοποιήθηκαν για περίοδο 19 ετών (για την περίοδο 2000-2019) μέσω του swap «Aeolos», ένα από λογιστικά τρικ που είχε χρησιμοποιήσει η τότε κυβέρνηση Σημίτη ώστε η χώρα μας να πληροί τα κριτήρια εισόδου στην ευρωζώνη.
Ακόμα, όμως, κι αν αποφασιζόταν άμεσα η παραγγελία νέου συστήματος, ο ελληνικός τουρισμός θα υποχρεωθεί να αντιμετωπίσει συνθήκες εναέριου μποτιλιαρίσματος για μία τουλάχιστον τριετία, τη στιγμή ακριβώς που επιχειρεί το μεγάλο άλμα αύξησης των ξένων επισκεπτών στη χώρα μας! Κι αυτό γιατί το νέο σύστημα απαιτεί τρία χρόνια έως ότου εγκατασταθεί και τεθεί σε πλήρη λειτουργία.
Επιπλέον, η πρόσληψη νέων ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας (απαιτούνται τουλάχιστον 50 άμεσα σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ένωσης Ελεγκτών Σπύρο Ρολάκη) απαιτεί κατ' ελάχιστον επίσης μια τριετία έως ότου εκπαιδευτούν και είναι σε θέση να αναλάβουν αυτόνομα υπηρεσία.
Ο εκσυγχρονισμός του συστήματος εναέριας κυκλοφορίας, ωστόσο, μπορεί να διπλασιάσει άμεσα τη χωρητικότητα του ελληνικού εναέριου χώρου, δημιουργώντας νέες προοπτικές ανάπτυξης στον ελληνικό τουρισμό. Ταυτόχρονα, το νέο σύστημα μπορεί να επιτρέψει την αύξηση των τελών (παραμένοντας η Ελλάδα ανταγωνιστική σε τιμές), γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένα έσοδα για τα δημόσια ταμεία.
Ας σημειωθεί ότι η Γερμανία χρεώνει 1 ευρώ τη μονάδα διέλευσης, ενώ η Ελλάδα μόλις 0,35 ευρώ και είναι φθηνότερη (άρα εισπράττει αναλογικά λιγότερα) από γειτονικές μας χώρες όπως η Βουλγαρία, η Αλβανία ή τα Σκόπια!