Εσοδα περί τα 2,2 δισ. ευρώ μπορεί να συγκεντρώσει φέτος, υπό προϋποθέσεις, το Ταμείο Ιδιωτικοποιήσεων (ΤΑΙΠΕΔ), όπως έχει ήδη ενημερωθεί το υπουργείο Οικονομικών.
Στην αγορά θεωρούν πως θα υπάρξουν και παζάρια με τους αναδόχους ακόμα και σε διαγωνισμούς για τους οποίους η κυβέρνηση δεσμεύεται πως θα προχωρήσουν με στόχο τη βελτίωση των όρων για το δημόσιο. Επιπλέον αναμένουν τις κινήσεις συγχώνευσης του ΤΑΙΠΕΔ με άλλους φορείς που διαχειρίζονται κρατική περιουσία όπως η Αττικό Παράκτιο Μέτωπο και η Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤΑΔ) που ούτως ή άλλως ελέγχεται πλήρως από το Ταμείο. Ηδη κυκλοφορούν φήμες για διευρυμένη σύσκεψη που θα πραγματοποιηθεί σήμερα υπό την αναπληρώτρια υπουργό Οικονομικών Νάντια Βαλαβάνη.
Στη σημερινή συνεδρίαση αναμένεται να συζητηθούν οι στόχοι για τη φετινή χρονιά αν και στο υπουργείο γνωρίζουν πως σχεδόν τα μισά από τα έσοδα των 2,2 δισ. θα προέλθουν από την παραχώρηση των περιφερειακών αεροδρομίων στο σχήμα υπό τη γερμανική Fraport (προσέφερε εφάπαξ τίμημα 1,2 δισ. ευρώ). Πρόσθετα έσοδα αναμένονται στην περίπτωση που προχωρήσουν οι διαγωνισμοί για την πώληση πλειοψηφικού πακέτου των ΟΛΠ και ΟΛΘ.
Μικρότερα έσοδα αναμένονται και από διαγωνισμούς που έχουν ολοκληρωθεί χωρίς να υπογραφούν οι συμβάσεις λόγω διαφόρων εκκρεμοτήτων όπως η παραχώρηση του ακινήτου Αφάντου στη Ρόδο.
Δύσκολη είναι η υπόθεση του Ελληνικού καθώς για να προχωρήσει το δημόσιο στην είσπραξη της πρώτης δόσης του τιμήματος των 915 εκατ. ευρώ πρέπει να εγκριθεί το ειδικό χωροταξικό (ΕΣΧΑΔΑ) και να λυθούν σειρά εκκρεμοτήτων. Το θέμα είναι πολύπλοκο γιατί υπάρχουν προσφυγές από την Περιφέρεια Αττικής, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ είχε κάνει σημαία του την ακύρωση του διαγωνισμού κατά την προεκλογική περίοδο.
Η διοίκηση της Lamda Development του ομίλου Λάτση (που είχε καταθέσει τη μοναδική προσφορά) εμφανίζεται, πάντως, διατεθειμένη να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με στόχο να αποφευχθεί η ακύρωση του διαγωνισμού για το Ελληνικό. Η ανακοίνωση της εταιρείας είχε εκδοθεί με αφορμή δήλωση του υπουργού Παραγωγικής Ανασυγκρότησης Παναγιώτη Λαφαζάνη σύμφωνα με την οποία η κυβέρνηση θα επανεξετάσει το διαγωνισμό για το Ελληνικό «με στόχο την ακύρωση». Χθες, πάντως, έγινε γνωστό πως το Ελεγκτικό Συνέδριο είπε οριστικά «ναι» για τη σύμβαση που υπογράφει η Lamda Development.
Υπενθυμίζεται πως στο non paper που είχε παραδώσει ο υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης στο Eurogroup την προηγούμενη εβδομάδα αναφερόταν πως οι στόχοι των ιδιωτικοποιήσεων που περιγράφονται στο μνημόνιο δεν επιτεύχθηκαν ποτέ.
Όπως αναφέρει, τα πραγματικά έσοδα ανήλθαν στο 1,6 δισ. το 2011, ήταν μηδενικά το 2012, διαμορφώθηκαν στο 1 δισ. το 2014 και αναμένεται να ανέλθουν στο 1,5 δισ. το 2014. Ο υπουργός υποστήριζε, μάλιστα, πως τα συγκεκριμένα νούμερα «καταδεικνύουν την αδυναμία των ιδιωτικοποιήσεων να αποφέρουν σημαντικά έσοδα για την αποπληρωμή του χρέους». Στο ΥΠΟΙΚ ζητούσαν με το non paper να μπει στο ψυγείο το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων και το χρηματοδοτικό κενό να καλυφθεί από την επιστροφή κερδών των κεντρικών τραπεζών ύψους περί το 1,9 δισ.
Τώρα η κυβέρνηση υποστηρίζει πως θα προχωρήσουν κανονικά οι εν εξελίξει διαγωνισμοί. Από το περιεχόμενο της επιστολής που έστειλαν χθες στους δανειστές προκύπτει πως θα ολοκληρωθούν κανονικά οι ιδιωτικοποιήσεις στις οποίες είτε έχει υπογραφεί σύμβαση, είτε υπάρχει ανάδοχος - πλειοδότης, όπως συμβαίνει στην περίπτωση των 14 περιφερειακών αεροδρομίων και σε μικρότερους διαγωνισμούς όπως π.χ. στο ακίνητο Αφάντου της Ρόδου, η παραχώρηση του Ιπποδρομιακού Στοιχήματος (στο διαγωνισμό επικράτησε ο ΟΠΑΠ) κ.λπ.
Θα προχωρήσουν, όμως, και οι διαγωνισμοί που βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο και αναμενόταν εντός των προσεχών εβδομάδων να υποβληθούν δεσμευτικές προσφορές, όπως συμβαίνει με την πώληση πλειοψηφικών ποσοστών του ΟΛΠ και του ΟΛΘ. Στην περίπτωση των δύο οργανισμών οι προσφορές έχουν προγραμματιστεί για τον επόμενο μήνα, ενώ υπάρχει σοβαρό διεθνές ενδιαφέρον.
Για τον ΟΛΠ, για παράδειγμα, ενδιαφέρονται σφόδρα τόσο η κινεζική Cosco, όσο και η APM Terminals του δανέζικου ομίλου Maersk. Όπως αναφέρεται στην επιστολή προς τους δανειστές, «στην περίπτωση που ο διαγωνισμός έχει ξεκινήσει, η κυβέρνηση θα σεβαστεί τη διαδικασία, με βάση το νόμο». Κατά πληροφορίες, ήδη υπάρχουν αντιδράσεις στο κυβερνητικό στρατόπεδο αφού είχαν υπάρξει «δεσμεύσεις» ακύρωσης των δύο διαγωνισμών κατά την τελετή παράδοσης - παραλαβής.
Είναι άγνωστο αν στην ίδια κατηγορία εντάσσονται διαγωνισμοί ιδιωτικοποιήσεων που προωθούνταν ανεξάρτητα από το ΤΑΙΠΕΔ όπως η πώληση του ΑΔΜΗΕ, καθώς και ο σχετικός διαγωνισμός ήταν σε προχωρημένο στάδιο. Ο αρμόδιος υπουργός Παραγωγικής Ανασυγκρότησης Παναγιώτης Λαφαζάνης είχε ανακοινώσει πως ο διαγωνισμός σταματάει, ενώ και ορισμένοι από τους υποψηφίους επενδυτές (π.χ. η ιταλική TERNA) ανακοίνωσαν πως αποχωρούν. Παρ' όλα αυτά, φαίνεται πως και αυτός ο διαγωνισμός θα προχωρήσει.
Η κυβέρνηση υποστηρίζει, πάντως, πως «θα επανεξετάσει ιδιωτικοποιήσεις που δεν έχουν ξεκινήσει μέχρι σήμερα, με στόχο να βελτιώσει τους όρους και να μεγιστοποιήσει τα μακροπρόθεσμα οφέλη του δημοσίου, να αυξήσει τα έσοδα, να ενισχύσει τον ανταγωνισμό στις τοπικές οικονομίες, να προωθήσει την ανασυγκρότηση της εθνικής οικονομίας και να ενισχύσει τις μακροπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης».
Γι' αυτό το λόγο υιοθετεί μια προσέγγιση με βάση την οποία κάθε νέα ιδιωτικοποίηση θα εξετάζεται ξεχωριστά με έμφαση στις μακροχρόνιες παραχωρήσεις, στις κοινοπραξίες του δημοσίου με ιδιωτικούς φορείς και στις συμβάσεις που μεγιστοποιούν όχι μόνο τα έσοδα αλλά και τα επίπεδα ιδιωτικών επενδύσεων.
Από μηδενική βάση θα εξεταστούν περιπτώσεις ιδιωτικοποιήσεων οι οποίες προχώρησαν χωρίς να ευδοκιμήσουν, χωρίς να υπάρξει δηλαδή σοβαρό επενδυτικό ενδιαφέρον. Τέτοια παραδείγματα είναι η ΤΡΑΙΝΟΣΕ και η εταιρεία τροχαίου υλικού του ΟΣΕ.
Στην περίπτωση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ και άλλων κρατικών υποδομών που δεν έχουν πωληθεί μπορεί να εφαρμοστεί το μοντέλο των παραχωρήσεων που προωθεί η κυβέρνηση ή το μοντέλο συνεργασίας δημοσίου με ιδιώτες, με τους τελευταίους να κατέχουν μειοψηφικό ποσοστό και ρόλο στη διοίκηση. Είναι, όμως, άγνωστη η κυβερνητική στάση στην περίπτωση παραχωρήσεων όπως η Εγνατία Οδός για τις οποίες είχαν εκφραστεί αντιρρήσεις από την πρώτη στιγμή.