Τις πρώτες ημέρες της αναστάτωσης που δημιουργήθηκε από την έναρξη των διαδικασιών εκλογής νέου Προέδρου της Δημοκρατίας υπήρξε πράγματι αύξηση της κινητικότητας στην αγορά ακινήτων, αλλά η κατάσταση σήμερα εμφανίζει σχετική ισορροπία.
Τουλάχιστον αυτή είναι η εντύπωση μεγάλων μεσιτικών γραφείων τα οποία παρακολουθούν την αγορά της Αττικής οι οποίοι επισημαίνουν πως οι όποιες συναλλαγές αφορούν κυρίως μικρής αξίας ακίνητα σε περιοχές που οι τιμές έχουν υποστεί μεγάλη πίεση τα τελευταία χρόνια.
«Στη διάρκεια του Δεκεμβρίου καταγράψαμε δύο τάσεις: Από τη μία αυτούς που προβληματίζονται από την αύξηση του πολιτικού ρίσκου και αναβάλλουν σχέδια αγοράς ακινήτου και από την άλλη αυτούς που κινητοποιούνται επειδή θεωρούν πως το ακίνητο προσφέρει σιγουριά» λέει ο κ. Κων/νος Βεντούρας, από την «RE/MAX Εν Οίκω», μέλος του πολυεθνικού δικτύου της RE/MAX International.
Η «RE/MAX Εν Οίκω» δραστηριοποιείται στην περιοχή των Βόρειων και Βορειοανατολικών Προαστίων με τον κ. Βεντούρα να εκτιμά πως οι συναλλαγές κινούνται αυτό τον μήνα στα ίδια επίπεδα. «Αν κάποιοι βιάστηκαν να τοποθετηθούν, υπάρχουν άλλοι τόσοι που ανέβαλλαν μια σημαντική αγορά περιμένοντας να ξεκαθαρίσει το τοπίο» επισημαίνει. «Υπήρξε περίπτωση που ο πωλητής πάγωσε τη διαδικασία μεταβίβασης του ακινήτου του» λέει ο Κων/νος Βεντούρας.
Ο κ. Θέμης Μπάκας, διευθύνων σύμβουλος του δικτύου κτηματομεσιτικών υπηρεσιών Ε Real Estates, δηλώνει πως τις πρώτες ημέρες αυξήθηκαν τα τηλεφωνήματα, «κυρίως από ανθρώπους που είχαν να διαθέσουν περί τα 20.000 έως 50.000 ευρώ». Βέβαια, τα τηλέφωνα δε μεταφράζονται σε συναλλαγές αν και το δίκτυο της E-Real Estates πραγματοποίησε ορισμένες μέσα στον Δεκέμβριο (π.χ. σε Καλλιθέα). «Το ενδιαφέρον των υποψηφίων αγοραστών επικεντρώνεται σε περιοχές όπως η Πετρούπολη, το Αιγάλεω και γενικά τα Δυτικά Προάστια, καθώς και περιοχές του κέντρου (Νεάπολη, Εξάρχεια) και σε Μοσχάτο, Καλλιθέα, κ.α.» λέει ο κ. Μπάκας. Ο ίδιος επαναλαμβάνει «πως τα τελευταία χρόνια η αγορά δε λειτουργεί με όρους προσφοράς και ζήτησης, αλλά στην ουσία σύρεται από τις εκάστοτε κυβερνητικές αποφάσεις για τη φορολογία».
Τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην τελευταία έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ) επιβεβαιώνουν το βαρύ κλίμα στην αγορά. Οι επενδύσεις σε κατοικίες συνεχίζουν να μειώνονται µε υψηλούς ρυθμούς (-51,0% το εννεάμηνο Ιανουαρίου - Σεπτεμβρίου 2014), «αν και οι σχετικοί δείκτες προοιωνίζονται σταδιακή αποκλιμάκωση των αρνητικών πιέσεων στην αγορά κατοικίας».
Οι πιέσεις στις εμπορικές αξίες, τις τιμές και τα μισθώματα τόσο των οικιστικών όσο και των επαγγελματικών ακινήτων συνεχίστηκαν το 2014, αν και µε ελαφρά χαμηλότερους ρυθμούς, σύμφωνα με την ίδια έκθεση με την ΤτΕ να επισημαίνει πως «βασικά χαρακτηριστικά της ελληνικής κτηματαγοράς το 2014 είναι η ιδιαίτερα περιορισμένη ζήτηση και ο μεγάλος αριθμός των προσφερόμενων προς πώληση ακινήτων» που αποδίδονται «στη συρρίκνωση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών και το υψηλό ποσοστό ανεργίας, στη φορολογική επιβάρυνση της ακίνητης περιουσίας, καθώς και στην έλλειψη ρευστότητας µε δεδομένους τους αυστηρούς όρους της τραπεζικής χρηματοδότησης».
Σωρευτικά από το 2008 (µέσο επίπεδο) έως το γ’ τρίµηνο του 2014 οι τιµές των διαµερισµάτων µειώθηκαν κατά 37,1%, ενώ η υποχώρηση των τιµών ήταν εντονότερη στα δύο µεγάλα αστικά κέντρα της χώρας, καθώς και για τα παλαιότερα και µεγαλύτερου εµβαδού ακίνητα στις σχετικά ακριβότερες περιοχές της χώρας.
Οι πτωτικές τάσεις στις τιµές των κατοικιών ενδέχεται να συνεχιστούν και τα επόµενα τρίµηνα, αλλά µε σχετικά πιο συγκρατηµένους ρυθµούς, σύμφωνα με την ΤτΕ.