Νέες πρωτοβουλίες από την κυβέρνηση αλλά και τις τράπεζες ώστε να αντιμετωπισθεί ενεργητικότερα το βουνό των μη εξυπηρετούμενων δανείων, το οποίο απειλεί τη δυνατότητα των τραπεζών να χορηγήσουν νέα δάνεια ζητά η Τράπεζα της Ελλάδος.
Στην ενδιάμεση έκθεσή της για την ελληνική οικονομία η ΤτΕ επαναλαμβάνει για μια ακόμη φορά την κομβική σημασία που έχει η αποτελεσματική διαχείριση των δανείων σε καθυστέρηση στη διοχέτευση ρευστότητας στην αγορά και ακολούθως στην υλοποίηση του στόχου επιστροφής των πιστωτικών ιδρυμάτων σε κερδοφορία από την επόμενη χρήση.
Σε αντίθεση, όμως, με τις προηγούμενες εκθέσεις της, δίνει μεγαλύτερη έμφαση στις πρωτοβουλίες που πρέπει να αναλάβουν η Πολιτεία και οι τράπεζες ώστε να αντιμετωπισθεί πιο ενεργητικά το βουνό των κόκκινων δανείων. Και αυτό γιατί η ΤτE εκτιμά ότι η αναμενόμενη οικονομική ανάκαμψη τη διετία 2015-2016 «θα έχει σχετικά μικρή επίδραση στην αποκλιμάκωση του λόγου δανείων σε καθυστέρηση».
Ειδικότερα, οικονομετρικές εκτιμήσεις από την Τράπεζα της Ελλάδος, που χρησιμοποιούν τις προβλέψεις του μεσοπρόθεσμου προγράμματος οικονομικής προσαρμογής όσον αφορά το ΑΕΠ και την ανεργία και τρία εναλλακτικά σενάρια για την εξέλιξη του περιθωρίου επιτοκίων (όπως αυτό προσεγγίζεται από τη διαφορά του μέσου επιτοκίου δανείων από εκείνο των καταθέσεων), καταδεικνύουν ότι ο λόγος των δανείων σε καθυστέρηση προς το σύνολο των δανείων θα σταματήσει να αυξάνεται μέσα στο 2015.
Στο πιο ευνοϊκό σενάριο, η ΤτE εκτιμά ότι το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα μειωθεί στο τέλος του 2016 κατά περίπου 4%, σε σχέση με τα στοιχεία της 30ής Ιουνίου 2014. Δηλαδή ο λόγος των δανείων σε καθυστέρηση υπολογίζεται ότι θα διαμορφωθεί στα τέλη του 2016 σε επίπεδο κοντά στο 30%.
Η μικρή αναμενόμενη αποκλιμάκωση, ακόμη και υπό το πιο ευνοϊκό μακροοικονομικό σενάριο, οδηγεί την ΤτΕ στην πρόταση για λήψη νέων συγκεκριμένων μέτρων «που να είναι προσαρμοσμένα στην ελληνική πραγματικότητα και να μη δημιουργούν νέες κεφαλαιακές ανάγκες στις τράπεζες», τονίζει η έκθεση.
Ταυτόχρονα, καλεί τις τράπεζες να προχωρήσουν σε πιο ενεργή διαχείριση, χρησιμοποιώντας το υφιστάμενο εποπτικό πλαίσιο και όσα προβλέπει ο Κώδικας Δεοντολογίας.
Να μπουν ασφαλιστικές δικλίδες στις ρυθμίσεις χρεών
Κάνοντας ένα βήμα παραπάνω η ΤτE σημειώνει ότι δεν πρέπει οι ρυθμίσεις δανείων να είναι οριζόντιες, αλλά να στηρίζονται σε ουσιαστική αξιολόγηση των πραγματικών εισοδηματικών και περιουσιακών δυνατοτήτων που έχουν οι δανειολήπτες.
Επιπρόσθετα, οι ρυθμίσεις δεν θα πρέπει να εγείρουν ζητήματα ηθικού κινδύνου (moral hazard), δημιουργώντας κίνητρα για αθέτηση οφειλών στους δανειολήπτες που έχουν αντικειμενικά τη δυνατότητα να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους.
Εμμέσως πλην σαφώς, η ΤτE τάσσεται υπέρ του να μπουν ασφαλιστικές δικλίδες στη ρύθμιση οφειλών προς το Δημόσιο και τις τράπεζες που ψήφισε πρόσφατα η Βουλή. Σημειώνεται ότι η τρόικα έχει ζητήσει να δημιουργηθεί μηχανισμός ελέγχου για τις εταιρείες που αιτούνται τη ρύθμιση ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο και τα ταμεία.
Όπως αποκάλυψε το Euro2day.gr η κυβέρνηση συζητά τη δημιουργία μηχανισμού επαλήθευσης για εταιρείες με μεγάλες οφειλές όπως και τη μείωση του ποσοστού διαγραφής προστίμων και προσαυξήσεων.
Όσον αφορά περιπτώσεις ρυθμίσεων - αναδιαρθρώσεων επιχειρηματικών δανείων, οι όποιες αποφάσεις, σύμφωνα με την ΤτE, θα πρέπει να λαμβάνονται με βάση τη βιωσιμότητα των επιχειρησιακών σχεδίων. «Δεν πρέπει να δεσμεύονται πόροι σε επιχειρήσεις που δεν έχουν καμία προοπτική επιβίωσης», αναφέρει χαρακτηριστικά η έκθεση, καθώς έτσι «στερούνται πόρους οι υγιείς επιχειρήσεις».
Η έκθεση επισημαίνει ότι το ύψος των προβληματικών στοιχείων ενεργητικού των τραπεζών είναι πολύ υψηλό «και έτσι έχει έντονες επιπτώσεις στις δυνατότητές τους να χορηγήσουν νέα δάνεια».
Επιπλέον, το μεγάλο απόθεμα δανείων σε καθυστέρηση φέρνει την ανάγκη δέσμευσης ιδίων κεφαλαίων από τις τράπεζες ώστε να σχηματιστούν επαρκείς προβλέψεις, ενώ διατηρεί την αβεβαιότητα των επενδυτών για την ποιότητα χαρτοφυλακίου συμβάλλοντας στην αύξηση του κόστους χρηματοδότησης.
Ο λόγος των δανείων σε καθυστέρηση προς το σύνολο των τραπεζικών δανείων ανήλθε στο 34,1% στο τέλος Ιουνίου 2014, από 31,9% στο τέλος Δεκεμβρίου 2013.