Στη μείωση του ενεργειακού κόστους θα πρέπει να εστιάσουν τα μέτρα που δεσμεύτηκε να λάβει η κυβέρνηση για τη στήριξη της βιομηχανίας. Φθηνότερη ενέργεια θα έχει ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη και την αύξηση της απασχόλησης, ενώ η μέχρι τώρα πολιτική υψηλού κόστους και υπερφορολόγησης του φυσικού αερίου και του ηλεκτρικού οδήγησε στο κλείσιμο και στη μείωση της παραγωγής πολλών επιχειρήσεων, με άμεσες επιπτώσεις στην απασχόληση.
Στις θέσεις αυτές κατέληξε η Συντονιστική Ομάδα Εργασίας που συστάθηκε το περασμένο καλοκαίρι με απόφαση της Διυπουργικής Επιτροπής για τη βιομηχανική πολιτική. Μετά δε από αρκετές συνεδριάσεις, τις οποίες συντόνιζε ο υφυπουργός Ανάπτυξης Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος, η επιτροπή πρότεινε και το υπουργείο Ανάπτυξης αποδέχτηκε σειρά μέτρων που θα πρέπει να προωθήσουν τα αρμόδια υπουργεία, η υλοποίηση των οποίων καθίσταται υψίστης εθνικής σημασίας, και μόνον με αυτά θα γίνει εφικτή η αναστροφή της δεινής θέσης στην οποία έχει βρεθεί η ελληνική μεταποίηση, και κυρίως η ενεργοβόρος βιομηχανία.
Ιδιαίτερη σημασία έχει ότι πλέον επίσημο όργανο που συνέστησε η κυβέρνηση αναγνωρίζει ότι «η ελληνική βιομηχανία έχει σημαντικά υψηλότερο ενεργειακό κόστος σε σύγκριση με τις αντίστοιχες βιομηχανίες των ανταγωνιστριών της στις ευρωπαϊκές χώρες.
Ειδικά δε για την ηλεκτρική ενέργεια, και σε αντίθεση με τα στατιστικά στοιχεία που εμφανίζουν η Eurostat και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η πραγματικότητα είναι τελικά ότι, λόγω των εκπτώσεων και της στοχευμένης πολιτικής αντιστάθμισης και μείωσης του κόστους που εφαρμόζουν οι χώρες αυτές, αλλά και περαιτέρω λόγω εμπιστευτικών διμερών συμφωνιών μεταξύ των προμηθευτών και των βιομηχανικών καταναλωτών, οι βιομηχανίες των χωρών αυτών έχουν ιδιαίτερα μειωμένο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας». «Αποτέλεσμα των ανωτέρω» σύμφωνα με τα συμπεράσματα της ομάδας εργασίας, «είναι οι βιομηχανίες των έτερων ευρωπαϊκών χωρών να καθίστανται ανταγωνιστικότερες και να δημιουργείται αθέμιτος ανταγωνισμός εις βάρος των ελληνικών βιομηχανιών».
Η σημερινή κατάσταση και οι προτάσεις
Τα μείζονα ζητήματα που απασχολούν την ελληνική βιομηχανία και προτάσεις για δράσεις και παρεμβάσεις, σύμφωνα με τα συμπεράσματα της ομάδας εργασίας, για τα οποία ζητείται η παρέμβαση των υπουργείων, συνοπτικά είναι τα παρακάτω:
* Χρέωση Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) για καταναλωτές υψηλής και μέσης τάσης με ετήσια κατανάλωση μεγαλύτερη των 13 Gwh. Μείωση του τέλους ΥΚΩ στο επίπεδο της χρέωσης του ΕΤΜΕΑΡ, δηλαδή 2,23 ευρώ/ΜWH ή στη χειρότερη περίπτωση μη αύξηση αυτού.
* Αναπροσαρμογή του πλαφόν ΕΤΜΕΑΡ. Αναπροσαρμογή του πλαφόν ΕΤΜΕΑΡ με βάση τις νέες κατευθυντήριες γραμμές για κρατικές ενισχύσεις στην ενέργεια και το περιβάλλον: 4% της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας της επιχείρησης και 0,5% για κλάδους με ένταση ηλεκτρικής ενέργειας άνω του 20%. Η ρύθμιση αυτή είναι απόλυτα συμβατή με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο και θα ελαφρύνει σημαντικά το κόστος σε πολλούς βιομηχανικούς κλάδους της χώρας. Μάλιστα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει παροτρύνει την Ελλάδα να υιοθετήσει τις κατευθυντήριες γραμμές, αντικαθιστώντας το υφιστάμενο πλαφόν του ΕΤΜΕΑΡ.
* Τιμή φυσικού αερίου. Επαναδιαπραγμάτευση της συμφωνίας με την Gazprom όσον αφορά τις φόρμουλες υπολογισμού και τις συμφωνημένες ελάχιστες ποσότητες (take or pay). Παρέμβαση της κυβέρνησης στα κοινοτικά όργανα ώστε να υπάρξει πρόσβαση μέσω της Βουλγαρίας στο φθηνό φυσικό αέριο των ευρωπαϊκών hubs. Η τιμή του φυσικού αερίου παραμένει 40% μεγαλύτερη από την αντίστοιχη στην Ευρώπη δημιουργώντας μεγάλο πρόβλημα ανταγωνιστικότητας της ελληνικής βιομηχανίας.
* Διατήρηση υφιστάμενων βιομηχανικών τιμολογίων μέχρις ότου εφαρμοστούν οι δημοπρασίες ηλεκτρικής ενέργειας από τη ΔΕΗ, τύπου ΝΟΜΕ. Να σχεδιασθεί το ΝΟΜΕ στο πρότυπο του γαλλικού, ώστε να δίνει τιμές στη βιομηχανία στο επίπεδο των υφιστάμενων τιμολογίων.
* Άνοιγμα αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας μέσω δυνατότητας αυτοπρομήθειας της βιομηχανίας μέσω εισαγωγών. Να γίνονται οι εισαγωγές εκτός υποχρεωτικού pool, με παράλληλη θέσπιση ασφαλιστικών δικλίδων για την προστασία των βιομηχανικών καταναλωτών κατά τη συμμετοχή τους στα CBC auctions από αθέμιτες δράσεις παικτών της αγοράς με δεσπόζουσα θέση, στο πρότυπο των virtual imports που εφαρμόζονται στην Ιταλία.
* Αυτοπαραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Να απαλλαγεί η αυτοπαραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια από την επιβολή του ΕΤΜΕΑΡ και των ΥΚΩ.
* Έκδοση άδειας περιβαλλοντικών όρων. Να απλουστευθεί η διαδικασία και να τεθεί αυστηρός χρονικός περιορισμός για την έκδοση Άδειας Περιβαλλοντικών Όρων, καθώς και να επεκταθεί σε όλες τις επενδύσεις το ισχύον θεσμικό πλαίσιο των αδειοδοτήσεων των ιδιωτικών και στρατηγικών επενδύσεων.
* ΕΦΚ για βιομηχανική χρήση στο φυσικό αέριο. Να μειωθεί στο 1/5 της σημερινής τιμής (ελάχιστο επιτρεπόμενο από την Οδηγία επίπεδο) μόνο για τη βιομηχανική χρήση. Για το συγκεκριμένο πρόβλημα που οδήγησε σε κλείσιμο αρκετές γραμμές παραγωγής στην Ελλάδα, τα συμπεράσματα της ομάδας εργασίας επισημαίνουν ότι η εκτιμούμενη κατανάλωση της βιομηχανίας (μη συμπεριλαμβανομένης της συμπαραγωγής του Αλουμίνιου) για το 2014 είναι της τάξης των 6.500.000 MWh και σύμφωνα με μελέτη του ΙΟΒΕ το εκτιμώμενο έσοδο ανέρχεται σε περίπου 54 εκατ. ευρώ. Ο επιβαλλόμενος ΕΦΚ είναι ο υψηλότερος στην Ευρώπη (πλην Κύπρου), εάν ληφθούν υπόψη οι εξαιρέσεις και οι επιστροφές για τις βιομηχανίες (στοιχεία Eurostat). Η απώλεια των συγκεκριμένων εσόδων όχι απλώς αντισταθμίζεται, αλλά αντιστρέφεται, τόσο με τη διατήρηση και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας όσο και συνολικά σε επίπεδο ελληνικής οικονομίας (δηλαδή, συνεκτιμώντας την απώλεια εσόδων το αποτέλεσμα βγαίνει θετικό κατά 15 περίπου εκατ. ευρώ).
* ΕΦΚ για ηλεκτροπαραγωγή και συμπαραγωγή. Να καταργηθεί, καθώς απαγορεύεται κατ' αρχάς από την Οδηγία, αλλά αποτελεί και φόρο στον φόρο. Στη χειρότερη περίπτωση να ενσωματωθεί στις προσφορές των μονάδων στην ημερήσια αγορά και να μην επιβαρύνει οριζόντια όλους τους προμηθευτές μέσω διακριτού λογαριασμού προσαύξησης. Η εκτιμούμενη κατανάλωση για το 2014 είναι της τάξεως των 17.000.000 MWh και το αναμενόμενο έσοδο ανέρχεται σε περίπου 89 εκατ. ευρώ. Συνεκτιμώντας την απώλεια του ανωτέρω εσόδου, το τελικό αποτέλεσμα για την ελληνική οικονομία είναι θετικό από το εν λόγω μέτρο κατά 43 εκατ. ευρώ. Εκτιμάται ότι τα ανωτέρω μέτρα μπορούν να αυξήσουν την προστιθέμενη αξία στην ελληνική οικονομία κατά 623 εκατ. ευρώ και την απασχόληση κατά 12.500 θέσεις εργασίας, ενώ τα συνολικά έσοδα του κράτους από φόρους και εισφορές έχουν θετικό πρόσημο (+57 εκατ. ευρώ ) λόγω της ανόδου της οικονομικής δραστηριότητας.
* ΕΦΚ ηλεκτρικής ενέργειας που επιβάλλεται σε ετήσιες καταναλώσεις μεγαλύτερες των 13 GWΗ. Εξομοίωση του επιβαλλόμενου ΕΦΚ σε αυτήν την κατηγορία με τη χρέωση στην υψηλή τάση (μείωση από 5 ευρώ/MWh σε 2,5 ευρώ/ΜWh).
* Απαλλαγή από τον ΕΦΚ της ηλεκτρικής ενέργειας που χρησιμοποιείται για ορυκτολογική κατεργασία.
* Μείωση των εργοδοτικών εισφορών - μη μισθολογικού κόστους στο επίπεδο του μέσου όρου των χωρών της Ε.Ε. Η Ελλάδα και οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν μη μισθολογική επιβάρυνση της τάξης του 49%, ενώ ο μέσος όρος των χωρών της Ε.Ε. δεν ξεπερνάει το 26%.
* Σύνδεση της έρευνας και της τεχνολογίας με τη βιομηχανία. Το αρμόδιο υπουργείο καλείται να προκρίνει τις σχετικές παρεμβάσεις. Ενδεικτικά, προτείνεται η θεσμοθέτηση της συνεργασίας των εκπαιδευτικών και ερευνητικών ιδρυμάτων της χώρας με τις παραγωγικές μονάδες, κατά τρόπο ώστε οι πραγματοποιηθείσες πανεπιστημιακές έρευνες και μελέτες να γίνονται με πρωταρχικό στόχο την εφαρμογή τους στην ελληνική βιομηχανία, βελτιστοποιώντας τα υφιστάμενα μέσα παραγωγής και προϊόντα, αλλά και περαιτέρω προχωρώντας στη δημιουργία νέων και καινοτόμων.
Με άλλα λόγια, η γνώση, η έρευνα και η καινοτομία που εκπορεύονται από τα πανεπιστημιακά και ερευνητικά ιδρύματα να συναρτώνται άμεσα με τη δυνατότητα υλοποίησής τους από την ελληνική βιομηχανία.