Πέντε μήνες αβεβαιότητας για την Ελλάδα, που ενδέχεται να περιορίσουν την ανάκαμψη και να περιπλέξουν το μεταρρυθμιστικό έργο βλέπει η Credit Suisse σε έκθεσή της.
Η Ελλάδα έχει περάσει το σημείο καμπής, όσον αφορά την κατάσταση της οικονομίας, υπογραμμίζει. Οι δημοσιονομικές εξελίξεις κινούνται στο πλαίσιο που έχει καθοριστεί στην προηγούμενη αξιολόγηση από την τρόικα.
Σε γενικές γραμμές, από μακροοικονομική σκοπιά, δεν υπάρχουν στοιχεία που θα μπορούσαν να θέσουν σε αμφισβήτηση τη σχεδιασμένη ελάφρυνση χρέους που είχε συμφωνηθεί προ μηνών, οδηγώντας το δείκτη χρέους προς ΑΕΠ κάτω από το 120% στις αρχές της επόμενης δεκαετίας.
Ωστόσο, με την οικονομία να περνά μόλις σε φάση ανάκαμψης και το εύθραυστο πολιτικό σκηνικό, οι αγορές ταρακουνήθηκαν από την πρόθεση της κυβέρνησης να εγκαταλείψει πρόωρα το πρόγραμμα της Ε.Ε. και του ΔΝΤ.
Η αναταραχή στο χρηματιστήριο θα πρέπει να ιδωθεί και στο πλαίσιο της αυξανόμενης δημοτικότητας του ΣΥΡΙΖΑ στις δημοσκοπήσεις - εν όψει της σημαντικής διαδικασίας εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας που ξεκινά το Φεβρουάριο, αλλά και εν μέσω μιας γενικευμένης τάσης αποφυγής ρίσκου διεθνώς, λόγω της αμφισβήτησης της παγκόσμιας (και ιδίως της ευρωπαϊκής) ανάκαμψης.
Όπως προβλέπει η Credit Suisse, η Ελλάδα θα παραμείνει ευάλωτη έως ότου ξεκαθαρίσει το πολιτικό σκηνικό, κάτι που δεν αναμένεται να συμβεί πριν από το Μάρτιο του 2015.
Η κατάσταση αυτή ενδέχεται να περιορίσει την ανάκαμψη και να περιπλέξει τις μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης τους επόμενους μήνες.
Σκέψεις για ενδεχόμενη νέα κυβέρνηση
Η Credit Suisse καταθέτει και κάποιες σκέψεις αναφορικά με ενδεχόμενη νέα κυβέρνηση:
Όπως επισημαίνει, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ προηγείται στις δημοσκοπήσεις δεν δείχνει να μπορεί να κυβερνήσει μόνος του (είναι απίθανο να έχει κοινοβουλευτική πλειοψηφία). Ως εκ τούτου, το πρόβλημα έγκειται τόσο σε μια πιθανώς παρατεταμένη αβεβαιότητα στη σύσταση νέας κυβέρνησης αλλά και στη στάση της όποιας νέας κυβέρνησης (κάτι που θα εξαρτηθεί από τους κυβερνητικούς εταίρους).
Ένας συνασπισμός του ΣΥΡΙΖΑ με τη Δημοκρατική Αριστερά και το Ποτάμι θα υποδήλωνε μια πιο παραδοσιακή κεντροαριστερή προσέγγιση σε σχέση με έναν συνασπισμό του ΣΥΡΙΖΑ με τους Ανεξάρτητους Έλληνες, για παράδειγμα, που έχουν πιο εθνικιστική προσέγγιση και αντιτίθενται έντονα σε Ε.Ε. και ΔΝΤ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ζητά έξοδο από την ευρωζώνη. Είναι πιο πιθανό, εν κατακλείδι, μια νέα κυβέρνηση υπό τον ΣΥΡΙΖΑ να έλθει σε νέα συμφωνία με Ε.Ε. και ΔΝΤ – μετά από μια βέβαιη περίοδο μεταβλητότητας- σε σχέση με ένα πιο ριζοσπαστικό σενάριο, όπως την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ.
Όπως αναφέρει ο οίκος, είναι πλάνη να πιστεύει κανείς ότι η Ελλάδα μπορεί να αποχωρήσει από την ευρωζώνη και να χρεοκοπήσει επειδή πλέον έχει πρωτογενές πλεόνασμα, και ότι θα ήταν καλύτερα να προχωρήσει σε μια τέτοια ενέργεια. Υπάρχουν κάποιες πρόσθετες μορφές στήριξης που παρέχονται στην Ελλάδα από την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως τα διαρθρωτικά κονδύλια και η επιστροφή των κερδών των κεντρικών τραπεζών από τα ελληνικά ομόλογα, καθώς και η ρευστότητα που παρέχει η ΕΚΤ. Αυτά θα χαθούν σε περίπτωση εξόδου από την ευρωζώνη. Τότε, το πρωτογενές πλεόνασμα θα εξαφανιζόταν και θα έκαναν την εμφάνισή τους μεγαλύτερα προβλήματα για την οικονομία και τον χρηματοοικονομικό τομέα της χώρας.
Έρχεται νέο πρόγραμμα
Όσον αφορά στη στρατηγική εξόδου από το μνημόνιο, η Credit Suisse εκτιμά ότι η ελληνική κυβέρνηση θα συμβιβαστεί με ένα μειωμένο επίπεδο επιτροπείας και όρων, με κάποιου τύπου πρόγραμμα – όπως στην περίπτωση προληπτικής γραμμής στήριξης. Επίσης, εκτιμά ότι και το ΔΝΤ πιθανότατα θα παραμείνει, με κάποιες αλλαγές ίσως στους όρους και στα χαρακτηριστικά του προγράμματος. Σχετικές αποφάσεις, σημειώνει, δεν αναμένονται πριν από τις αρχές Δεκεμβρίου.
Όσον αφορά τις χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας, σημειώνει ότι θα είναι μικρές τους επόμενους μήνες και θα παραμείνουν χαμηλές για το υπόλοιπο της δεκαετίας. Ειδικότερα για την περίοδο 2015-2016, εκτιμά ότι διαμορφώνονται περίπου στα 30 δισ. εκ των οποίων τα 12 δισ. χρειάζονται για να αποπληρωθεί το ΔΝΤ, περίπου 10 δισ. για την αποπληρωμή δανείων και ομολόγων και τα υπόλοιπα για την κάλυψη πιθανού ελλείμματος προϋπολογισμού.