Τέλος στον απόλυτο παραλογισμό που καταγράφεται σήμερα στην αγορά ακινήτων, όπου η εφορία ζητά πόθεν έσχες επί των αντικειμενικών αξιών στις μεταβιβάσεις, προετοιμάζεται να βάλει το υπουργείο Οικονομικών.
Η νομοθετική διάταξη είναι έτοιμη και είναι θέμα ημερών να κατατεθεί στη Βουλή. Προβλέπει ότι το πόθεν έσχες θα εφαρμόζεται όχι στην αντικειμενική αξία του ακινήτου, όπως συμβαίνει σήμερα, αλλά στην πραγματική τιμή πώλησης που αναγράφεται στο συμβόλαιο (σ.σ. οι φόροι μεταβίβασης θα συνεχίσουν να πληρώνονται επί της αντικειμενικής τιμής).
Σήμερα ένας αγοραστής καταβάλλει για παράδειγμα 80.000 ευρώ για ένα ακίνητο αντικειμενικής αξίας 150.000 ευρώ. Η εφορία του ζητά να αποδείξει πού βρήκε όχι τα 80.000 ευρώ που κατέβαλε, αλλά τα 150.000 ευρώ που θεωρητικά αξίζει το συγκεκριμένο ακίνητο.
Αν το πορτοφόλι του αγοραστή είναι βαρύ, το πρόβλημα λύνεται εύκολα. Στην περίπτωση αγοραστών όμως που έχουν βρει μια ευκαιρία στην αγορά ακινήτων, με τιμή πολύ χαμηλότερη της αντικειμενικής, χωρίς να υπάρχει μεγάλη οικονομική επιφάνεια, το πόθεν έσχες είναι ικανός παράγοντας για να μη γίνει ποτέ η συναλλαγή.
Η σημερινή κατάσταση μπλοκάρει και την εκταμίευση στεγαστικών δανείων, τα οποία δειλά-δειλά έχουν αρχίσει να κάνουν την επανεμφάνισή τους. Ας υποθέσουμε ότι στο παραπάνω παράδειγμα, τα 80.000 ευρώ του πραγματικού τιμήματος προέρχονται από τραπεζικό δανεισμό.
Στα 70.000 ευρώ της διαφοράς, με τη σημερινή κατάσταση, ο φορολογούμενος μπορεί να έρθει αντιμέτωπος με φόρο εισοδήματος έως και 29.400 ευρώ, αν επιβληθεί ο ανώτερος συντελεστής 42%. Με τέτοιου μεγέθους επιβάρυνση -αν ο φορολογούμενος δεν μπορεί να επικαλεστεί ανάλωση κεφαλαίου ή κεφάλαια από πώληση περιουσιακών στοιχείων για να καλύψει το τεκμήριο- είναι σαφές ότι ούτε το δάνειο θα προχωρήσει, ούτε και η αγορά του ακινήτου.
Αξίζει δε να σημειωθεί ότι στο τεκμαρτό εισόδημα των 70.000 ευρώ θα έρθει να προστεθεί και η εισφορά αλληλεγγύης, συνθέτοντας τον απόλυτο παραλογισμό. Όλα αυτά τώρα φαίνεται να τελειώνουν, με την προώθηση της συγκεκριμένης νομοθετικής ρύθμισης στη Βουλή.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το πόθεν έσχες στην αγορά ακινήτων είχε ανασταλεί το 2010, προκειμένου να τονωθεί η αγορά ακινήτων. Μέχρι τότε ίσχυε αναστολή του πόθεν έσχες για πρώτη κατοικία έως 120 τ.μ. και με αξία έως 200.000 ευρώ.
Από το 2010, με νομοθετική παρέμβαση, προβλέφθηκε έως το τέλος του 2013, αναστολή του πόθεν έσχες ανεξάρτητα από την επιφάνεια και την αξία για αγορά πρώτης, δευτερεύουσας, εξοχικής κατοικίας και κάθε είδους ακινήτου, για ανέγερση οικοδομής, για χρονομεριστική ή χρηματοδοτική μίσθωση ακινήτου ακόμα και για κατασκευή πισίνας.
Από την 1η Ιανουαρίου 2014, η αναστολή έληξε και το πόθεν έσχες επανήλθε καθολικά για κάθε αγοραπωλησία ακίνητων, στο ύψος των αντικειμενικών αξιών, οι οποίες στο μεταξύ δεν είχαν πια καμία σχέση με τις πραγματικές τιμές στην αγορά.