Μεγάλη απάτη με πλαστές εγγυητικές επιστολές σε βάρος του Δημοσίου εξιχνιάστηκε από τη Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας, σε συνεργασία με το υπουργείο Ανάπτυξης.
Στην απάτη εμπλέκονται εταιρείες, οι οποίες κατέθεταν πλαστές εγγυητικές επιστολές στο υπουργείο Ανάπτυξης, για επιδοτήσεις και άλλους σκοπούς. Ωστόσο αδιευκρίνιστο παραμένει αν αντίστοιχες πλαστές εγγυητικές επιστολές έχουν κατατεθεί και σε άλλα υπουργεία και σε άλλες δημόσιες υπηρεσίες.
Ειδικότερα και σε ό,τι αφορά το υπουργείο Ανάπτυξης, οι εγγυητικές επιστολές μαϊμού (σ.σ. οι πρώτες εντοπίστηκαν τον περασμένο Δεκέμβριο) εκτιμάται ότι είναι ύψους 18 εκατ. ευρώ και κατατέθηκαν για επενδυτικά έργα 70 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με πληροφορίες, από το υπουργείο Ανάπτυξης ένα από τα γραφεία που εμπλέκονται στην υπόθεση έχει εκδώσει εγγυητικές 30 εκατ. ευρώ.
Όπως δήλωσε ο κ. Μηταράκης, οι υπηρεσίες του υπουργείου συνέβαλαν στην εξάρθρωση του κυκλώματος και δεν έχει συμμετοχή σε αυτό υπάλληλος του υπουργείου. Σύμφωνα με τον υφυπουργό, οι υπηρεσίες του υπουργείου διαπίστωσαν ότι στο πλαίσιο της υποβολής προτάσεων για ένταξη επιχειρηματικών προτάσεων στον αναπτυξιακό νόμο εκδίδονταν πλαστές εγγυητικές επιστολές, κατ' αρχάς για λογαριασμό γραφείων του εξωτερικού και εν συνεχεία για λογαριασμό μεγάλων τραπεζών κυρίως από την Αγγλία, στο υπουργείο Ανάπτυξης.
Όπως είπε ο υφυπουργός, θα πραγματοποιηθεί έλεγχος όλων των εγγυητικών επιστολών από το υπουργείο Ανάπτυξης με αφορμή τον εντοπισμό του κυκλώματος, ενώ μέχρι τώρα διαπιστώνεται ότι δεν υπάρχει περίπτωση στην οποία να έχει εισπράξει λεφτά επενδυτής που να εμπλέκεται στην υπόθεση για έργα από τον αναπτυξιακό.
H δικογραφία είναι 40.000 σελίδες.
Η δήλωση Μηταράκη
Αναλυτικά, ο Υφυπουργός Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας κ. Νότης Μηταράκης μετά τις ανακοινώσεις από την ηγεσία της ΕΛ.ΑΣ για την εξάρθρωση κυκλώματος διακίνησης πλαστών και μη έγκυρων εγγυητικών επιστολών, προέβη στην ακόλουθη δήλωση:
«Πριν από λίγους μήνες και στην προσπάθεια μου να προασπίσω το δημόσιο συμφέρον, απευθύνθηκα στον Οικονομικό Εισαγγελέα για να του αναφέρω διάφορα περιστατικά προσκόμισης πλαστών και μη έγκυρων εγγυητικών επιστολών από επενδυτές ενταγμένους στον Αναπτυξιακό Νόμο.
Οργανωμένο κύκλωμα προσπάθησε να εισπράξει δεκάδες εκατομμύρια από τον αναπτυξιακό νόμο στηριζόμενο σε αυτές τις επιστολές. Το Υπουργείο Ανάπτυξης με τις προσπάθειες που κατέβαλλε και τους ενδελεχείς ελέγχους που έκανε συνέβαλλε αποφασιστικά και αυτό στις επιτυχίες που ανακοίνωσε σήμερα η Ελληνική Αστυνομία.
Γίνεται μία συντονισμένη προσπάθεια στο Υπουργείο Ανάπτυξης με διαρκείς βελτιώσεις του θεσμικού και λειτουργικού πλαισίου με στόχο τη συνεχή προστασία του δημοσίου χρήματος.»
Οι συλλήψεις
Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις που έκανε η αστυνομία «τα μέλη των εγκληματικών αυτών οργανώσεων, που ενέχονται σε πλήθος εξαπατήσεων και πλαστογραφιών σε βάρος του Δημοσίου, βαρύνονται με τα αδικήματα της σύστασης και συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση, της πλαστογραφίας, της απάτης και της παράβασης της νομοθεσίας περί καταχραστών του Δημοσίου.
Τα αδικήματα και ο βαθμός συμμετοχής των εμπλεκομένων εξατομικεύονται λεπτομερώς στην πολυσέλιδη, κακουργηματικού χαρακτήρα, δικογραφία που σχημάτισε η Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας σε βάρος 17 προσώπων, τα οποία δραστηριοποιούνταν στις επίμαχες εταιρείες, ως μέλη Διοικητικών Συμβουλίων, νόμιμοι εκπρόσωποι και διαχειριστές αυτών.
Με την υποβολή της δικογραφίας στον Οικονομικό Εισαγγελέα, ασκήθηκε ποινική δίωξη σε βάρος των προαναφερόμενων ατόμων και παραγγέλθηκε η διενέργεια κύριας ανάκρισης, στο πλαίσιο της οποίας εκδόθηκαν εντάλματα σύλληψης για τέσσερις από τους εμπλεκόμενους.
Συνελήφθησαν τρεις από αυτούς, ηλικίας 30, 53 και 59 ετών, οι οποίοι με τη δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρος τους οδηγήθηκαν στον ανακριτή.
Αξίζει να σημειωθεί ότι για την υποβοήθηση του ερευνητικού έργου συλλέχθηκε και μελετήθηκε υλικό άνω των 40.000 σελίδων, το οποίο και αξιοποιήθηκε κατάλληλα για την ταυτοποίηση της εγκληματικής δράσης των εμπλεκομένων.
Με την εξάρθρωση των εγκληματικών αυτών οργανώσεων η Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας κατάφερε να ανασχέσει μια παράνομη οικονομική δραστηριότητα, που έθετε σε κίνδυνο τη λειτουργία της ελεύθερης αγοράς, υπονόμευε το κύρος και την αξιοπιστία των φορέων χρηματοδότησης, ενώ επιπλέον συνιστούσε σημαντική διακινδύνευση και επισφάλεια για τους χρηματικούς πόρους του Ελληνικού Δημοσίου.
Πώς λειτουργούσε
Όπως προέκυψε από την εξέλιξη της έρευνας, οι τρεις από τις έξι εταιρείες, που εμπλέκονται στην υπόθεση, με το πρόσχημα παροχής υπηρεσιών διαμεσολάβησης, τα τελευταία τρία έτη περίπου (από το 2011) λειτουργούσαν σαν βιομηχανία κατάρτισης και διοχέτευσης στην αγορά πλαστών ή και μη εγκεκριμένων εγγυητικών επιστολών, που φέρεται να έχουν εκδοθεί από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της αλλοδαπής.
Λέγοντας μη εγκεκριμένες εγγυητικές επιστολές εννοούμε αυτές που είχαν εκδοθεί από αλλοδαπά τραπεζικά ιδρύματα, τα οποία όμως δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο της Τράπεζας της Ελλάδος. Στον κατάλογο αυτό περιλαμβάνονται, κατά χώρα προέλευσης, τα πιστωτικά ιδρύματα εκείνα που έχουν γνωστοποιήσει ενδιαφέρον για παροχή υπηρεσιών με ή χωρίς εγκατάσταση στην Ελλάδα και τα οποία νομιμοποιούνται με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο να παρέχουν υπηρεσίες πίστωσης (μεταξύ άλλων και έκδοσης εγγυητικών επιστολών).
Οι εμπλεκόμενες εταιρείες προμήθευαν έτσι με τις εγγυητικές αυτές επιστολές διάφορες άλλες εταιρείες ή και μεμονωμένους επενδυτές, λαμβάνοντας ως αμοιβή μεγάλα χρηματικά ποσά.
Στη συνέχεια, οι εταιρείες - επενδυτές κατέθεταν τις εγγυητικές αυτές επιστολές είτε στο Υπουργείο Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, για ποσά άνω των 2.000.000 ευρώ, είτε σε άλλους φορείς του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα, όπως Περιφερειακές Ενότητες της επαρχίας, Πανεπιστήμια, Νοσοκομεία κ.λπ., πετυχαίνοντας την εκταμίευση μεγάλων χρηματικών ποσών για την υλοποίηση σχετικών αναπτυξιακών προγραμμάτων.
Αποτέλεσμα της δράσης αυτών των εταιρειών ήταν να ζημιώνεται το Ελληνικό Δημόσιο με ποσά πολλών εκατομμυρίων ευρώ.
Ενδεικτικά, από την εξέλιξη της έρευνας προέκυψε ότι μία από τις τρεις εταιρείες έλαβε αμοιβές για την κατάρτιση και προμήθεια των επίμαχων εγγυητικών επιστολών, που ανέρχονται τουλάχιστον στο ποσό του 1.528.102,74 ευρώ, ενώ η συνολική αξία των εγγυητικών επιστολών που εξέδωσε αθροιστικώς υπερβαίνει το ποσό των 30.000.000 ευρώ.
Άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα της οικονομικής ζημιάς που υπέστη το Ελληνικό Δημόσιο αποτελεί περίπτωση στην επαρχία όπου η ίδια εταιρεία χορήγησε σε άλλη εταιρεία άκυρη εγγυητική επιστολή 185.000€ από πολύ γνωστό βρετανικό χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, την οποία ακολούθως κατέθεσε στην Περιφέρεια Θεσσαλίας, πετυχαίνοντας την εκταμίευση του ποσού των 185.000 ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση, από τη συγκεκριμένη μέθοδο εγκληματικής δράσης, ανεξάρτητα εάν αυτή παρέμεινε σε στάδιο απόπειρας ή εκδηλώθηκε ως τετελεσμένο έγκλημα, είτε μέσω υποβολής μη εγκεκριμένων εγγυητικών επιστολών, είτε μέσω υποβολής εξ υπαρχής πλαστών ή νοθευμένων εγγυητικών επιστολών, απειλήθηκε και σε κάποιες περιπτώσεις επήλθε σοβαρότατη περιουσιακή μετατόπιση κεφαλαίων του Ελληνικού Δημοσίου.
Όσον αφορά στην εγκληματική δράση των υπολοίπων τριών εταιρειών διαπιστώθηκε ότι κατήρτισαν και κατέθεσαν απευθείας στο Υπουργείο Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας πλαστές εγγυητικές επιστολές, με σκοπό την εκταμίευση χρηματικών ποσών από διάφορα αναπτυξιακά προγράμματα και συγκεκριμένα:
• Η πρώτη εταιρεία αιτήθηκε τη χορήγηση προκαταβολής από το Υπουργείο Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, με σκοπό εκταμίευση ποσού χρηματοδότησης από εγκεκριμένο επενδυτικό πρόγραμμα. Για το λόγο αυτό κατέθεσε ως δικαιολογητικό πλαστή εγγυητική επιστολή ύψους 4.730.000 ευρώ, που φερόταν να έχει εκδοθεί από το αλλοδαπό χρηματοπιστωτικό ίδρυμα.
• Η δεύτερη εταιρεία αιτήθηκε τη χορήγηση προκαταβολής από το Υπουργείο Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, με σκοπό εκταμίευση ποσού χρηματοδότησης ύψους 4.350.000 ευρώ από εγκεκριμένο επενδυτικό πρόγραμμα. Στον σχετικό φάκελο, ως δικαιολογητικό, συνυποβλήθηκε πλαστή εγγυητική επιστολή ύψους 4.345.000 ευρώ, η οποία και πάλι φερόταν ότι έχει εκδοθεί από αλλοδαπό τραπεζικό ίδρυμα.
• Η τρίτη εταιρεία αιτήθηκε τη χορήγηση προκαταβολής από το Υπουργείο Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, με σκοπό εκταμίευση ποσού χρηματοδότησης ύψους 9.240.000€ από εγκεκριμένο επενδυτικό πρόγραμμα. Στον σχετικό φάκελο, ως δικαιολογητικό, συνυποβλήθηκε πλαστή εγγυητική επιστολή ύψους 9.240.000€, η οποία και στην περίπτωση αυτή φερόταν να έχει εκδοθεί από αλλοδαπό τραπεζικό ίδρυμα.
Μέχρι στιγμής έχει προκύψει για το σύνολο των εμπλεκομένων εταιρειών ότι, μόνο προς το Υπουργείο Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας κατέθεσαν πλαστές ή μη εγκεκριμένες εγγυητικές επιστολές ύψους 18.240.000 ευρώ. Με τη διαδικασία αυτή θα εκταμιεύονταν άμεσα υπερπολλαπλάσια χρηματικά ποσά για αναπτυξιακά προγράμματα, από τον κρατικό προϋπολογισμό ή σε κάποιες περιπτώσεις από κοινοτικές επιδοτήσεις.
Η έρευνα οπωσδήποτε βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη προκειμένου να διακριβωθεί πλήρως το εύρος της παράνομης δραστηριότητας των επίμαχων εταιρειών, των εμπλεκομένων προσώπων και η τυχόν συμμετοχή τους σε συναφείς εγκληματικές συμπεριφορές».