Η συνέχιση της πολιτικής της κυβέρνησης και η υπερίσχυση του γενικότερου συμφέροντος και όχι του συμφέροντος των καθαριστριών απετέλεσαν τον γνώμονα του σκεπτικού βάσει του οποίου ο Άρειος Πάγος έκανε δεκτή την αίτηση του υπουργείου Οικονομικών με την οποία ζητούσε να ανασταλεί η απόφαση του Πρωτοδικείου για επανατοποθέτηση των καθαριστριών.
Ούτως ή άλλως όπως αναφέρεται στο σκεπτικό της απόφασης «κατά τη διάρκεια της διαθεσιμότητας οι καθαρίστριες αν και μη εργαζόμενες θα ελάμβαναν τα 3/4 των τακτικών αποδοχών τους".
Για άλλη μία φορά οι έκτακτες οικονομικές συνθήκες που επικρατούν στην Ελλάδα είχαν καταλυτικό ρόλο στην απόφαση των δικαστών στην οποία αναφέρεται:
"Η διασφάλιση της συνέχειας της οικονομικής πολιτικής του κράτους κατά τη διάρκεια μιας χρονικής περιόδου με έκτακτες δημοσιονομικές δυσχέρειες εθνικού επιπέδου αποτελεί μείζον αγαθό, συνδεόμενο με το γενικό συμφέρον, σε σχέση με το ατομικό συμφέρον κάθε μιας καθαρίστριας, να διαταραχθεί η οργανική της θέση και να εξακολουθήσουν να απασχολούνται σε αυτή αμειβόμενη όπως και πριν» και συνεχίζουν:
«Γιατί το ατομικό συμφέρον δεν μπορεί να νοείται και να λειτουργεί ανεξάρτητα προς τις εκ της εξυπηρετήσεως αυτού συνέπειες ως προς την αποτελεσματικότητα της οικονομικής πολιτικής του κράτους την οποία σε κάθε περίπτωση δεν έχουν την δυνατότητα να κρίνουν τα πολιτικά δικαστήρια από άποψη σκοπιμότητας, ει μη μόνο το εκλογικό σώμα».
Τέλος, αναφέρεται ότι στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας δεν πιθανολογείται ότι υπάρχει πρόβλημα με την κατάργηση των οργανικών θέσεων των καθαριστριών η οποία «θα επέβαλε την ματαίωση της πολιτικής» της Κυβέρνησης.