«Η επιλογή του Γιάννη Στουρνάρα στη θέση του διοικητή της ΤτΕ ήταν ότι καλύτερο», σημείωσε ο απερχόμενος διοικητής Γιώργος Προβόπουλος και προσέθεσε ότι ο Γιάννης Στουρνάρας εκτός από τις γνώσεις των μακροοικονομικών, έχει ασχοληθεί με την πολιτική διαχείριση των πραγμάτων, γνωρίζει τα τραπεζικά και εξασφαλίζεται έτσι μια καλή συνέχεια στην Τράπεζα της Ελλάδος.
Με θετικά λόγια εκφράστηκε ο κος Προβόπουλος και για τον πρωθυπουργό, με τον οποίο επικοινώνησε χθες. Ο κος Προβόπουλος επικοινώνησε και με τον Ευάγγελο Βενιζέλο, ο οποίος έκανε αποτίμηση του έργου του απερχόμενου διοικητή και όπως υπενθύμισε ο κος Προβόπουλος «με τον κ. Βενιζέλο ζήσαμε πολλά από αυτά που περιγράφονται στο βιβλίο της Τραπέζης της Ελλάδος με θέμα 'Κρίση 2008 - 2013'».
Ο κος Προβόπουλος, ερωτηθείς για τις δύσκολες μέρες και νύχτες των προηγούμενων ετών τόνισε ότι «υπήρξαν νύχτες στις οποίες κυριολεκτικά δεν κοιμόμουνα καθώς δεν ήξερα σε τι νομισματικό καθεστώς θα ξυπνήσουμε».
Επίσης τόνισε ότι δεν αισθάνεται καμία πικρία, αντιθέτως υπερηφάνεια καθώς επετεύχθη το μεγάλο κατόρθωμα να οδηγήσουμε τη χώρα σε ασφαλές λιμάνι.
Eύσημα από Σαμαρά - Βενιζέλο για Προβόπουλο
Τον τέως διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιώργο Προβόπουλο, συνεχάρησαν με δηλώσεις τους ο πρωθυπουργός αλλά και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης.
Όπως δήλωσε ο πρωθυπουργός Α. Σαμαράς: «Μετά την πρόταση του Γενικού Συμβουλίου της Τράπεζας της Ελλάδος προς το Υπουργικό Συμβούλιο για την ανάληψη της θέσης του Διοικητή από τον κ. Γιάννη Στουρνάρα, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά τον Διοικητή Γιώργο Προβόπουλο για τις υπηρεσίες που προσέφερε τα προηγούμενα χρόνια από τη θέση αυτή. Συνέβαλε με τρόπο καθοριστικό τόσο στην ευστάθεια του χρηματοπιστωτικού συστήματος, όσο και στην ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών, στην πιο δύσκολη μεταπολεμική περίοδο που διένυσε η χώρα μας».
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ευ. Βενιζέλος, δήλωσε: «Ο Γ. Προβόπουλος άσκησε με μεγάλη επιτυχία τα καθήκοντα του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας κατά την πιο δύσκολη περίοδο των τελευταίων σαράντα ετών. Έχοντας πλήρη αίσθηση της θεσμικής ανεξαρτησίας της ΤτΕ, της θέσης του σε σχέση με την ΕΚΤ, αλλά και της κρισιμότητας του ρόλου του ως προς τη διαχείριση και υπέρβαση της κρίσης, συνέβαλε καθοριστικά στη διαφύλαξη, ανακεφαλαιοποίηση και ανασυγκρότηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, δηλαδή στην προστασία των καταθέσεων και των προοπτικών χρηματοδότησης της ελληνικής πραγματικής οικονομίας.
Συνέβαλε, επίσης, καθοριστικά στους χειρισμούς που οδήγησαν στη μεγαλύτερη στα διεθνή χρονικά μείωση δημοσίου χρέους που έχει πετύχει η Ελλάδα, θεμελιώνοντας τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά του που είναι πλέον εφικτή με απλές και προφανείς παραμετρικές αλλαγές.
Ως Υπουργός Οικονομικών έζησα μαζί με τον Γ. Προβόπουλο πρωτοφανείς προκλήσεις υψηλής πίεσης και επικινδυνότητας και μπορώ έτσι να έχω προσωπική γνώμη για τον επαγγελματισμό, την ψυχραιμία και την αποφασιστικότητά του.
Του εύχομαι καλή επιτυχία στη νέα φάση της πορείας του».
Προβόπουλος: Πώς θα βγούμε από την κρίση
Ο Γιώργος Προβόπουλος μίλησε σήμερα στην εκδήλωση για την παρουσίαση των βιβλίων «Ιστορία της Τράπεζας της Ελλάδος 1928-2008» και «Το Χρονικό της Μεγάλης Κρίσης - Η Τράπεζα της Ελλάδος 2008-2013».
Όπως τόνισε «η ΤτΕ επιδίωξε στη διάρκεια της κρίσης να ενισχύσει το συμβουλευτικό της ρόλο προς την κοινωνία, η οποία δεχόταν καταιγισμό αντιφατικών πληροφοριών από το εσωτερικό και το εξωτερικό, με αποτέλεσμα να προκαλείται σύγχυση και να εντείνεται η αβεβαιότητα. Μέσα από τις εκθέσεις, τις ομιλίες και τις συνεντεύξεις μας προσπαθήσαμε να παρουσιάσουμε με απλό και εύληπτο τρόπο τα πραγματικά δεδομένα. Να διαλύσουμε παρεξηγήσεις και να πληροφορήσουμε την κοινωνία για τις διαθέσιμες επιλογές και τις συνέπειές τους».
Ο κ. Προβόπουλος σημείωσε ότι «οι στρεβλώσεις στο οικονομικό πρότυπο που ακολουθούσε η χώρα είχαν επισημανθεί επανειλημμένα από την Τράπεζα της Ελλάδος. Οι προειδοποιήσεις όμως δεν εισακούονταν. Η χώρα συνέχιζε να πορεύεται αμέριμνα, δανειζόμενη και σωρεύοντας χρέη, για να καταναλώνει όλο και περισσότερα προϊόντα και υπηρεσίες, που η ίδια δεν παρήγε. Με την εκδήλωση της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, το διεθνές περιβάλλον επιδεινώθηκε δραματικά και οι χώρες με μεγάλες διαρθρωτικές ανισορροπίες υπέστησαν τα σοβαρότερα πλήγματα. Από τα τέλη του 2008 η Τράπεζα της Ελλάδος προειδοποιούσε ότι η κρίση που ερχόταν και στην Ελλάδα θα ήταν βαθιά και διαρθρωτική. Και τόνιζε ότι η υπέρβασή της θα απαιτούσε μακρά, μεθοδική και επίπονη προσπάθεια, καθώς έπρεπε να αντιμετωπιστούν επειγόντως ανισορροπίες και δομικές αγκυλώσεις, που είχαν συσσωρευθεί από χρόνια».
Όπως σημείωσε «οι θέσεις της τράπεζας για την έξοδο από την κρίση εκφράστηκαν με βάση μια σειρά κατευθυντήριες γραμμές, που αποτυπώνονται στα δημοσιευμένα κείμενά της και αναλύονται λεπτομερώς στο βιβλίο. Οι κατευθυντήριες αυτές γραμμές συνοψίζονται στα ακόλουθα:
• Πρώτον, η Ελλάδα πρέπει να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να παραμείνει στη ζώνη του ευρώ και να αποφύγει τη χρεοκοπία, που θα είχε ανυπολόγιστες οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες.
• Δεύτερον, το Πρόγραμμα Προσαρμογής και οι συμφωνίες με τους εταίρους εξασφαλίζουν τη χρηματοδότηση της οικονομίας. Χωρίς αυτά η χρεοκοπία θα ήταν αναπόφευκτη. Γι’ αυτό πρέπει να εφαρμόζονται με συνέπεια. Οι όροι άλλωστε των προγραμμάτων αφορούν, σε μεγάλο βαθμό, αλλαγές που έπρεπε να είχαν εφαρμοστεί πριν από πολλά χρόνια.
• Τρίτον, για να επανέλθει η χώρα στην ανάπτυξη, διασφαλίζοντας την ευρωπαϊκή της προοπτική, έπρεπε να εξαλείψει τις δημοσιονομικές ανισορροπίες, να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα και να ενισχύσει την εξωστρέφεια της οικονομίας, να εκσυγχρονίσει το κράτος, να καταστήσει ανταγωνιστική τη λειτουργία των αγορών και να περιορίσει το βάρος του δημόσιου χρέους. Η Ελλάδα χρειάζεται επίσης ένα νέο εξωστρεφές πρότυπο ανάπτυξης.
• Τέταρτον, η δημοσιονομική προσαρμογή πρέπει να στηριχθεί κατά κύριο λόγο στην εκλογίκευση των δαπανών. Τα έσοδα οφείλουν να ενισχυθούν με περιορισμό της φοροδιαφυγής και διεύρυνση της φορολογικής βάσης, ώστε να γίνει εφικτή στη συνέχεια η αναγκαία μείωσης των φορολογικών συντελεστών και της φορολογικής επιβάρυνσης.
• Πέμπτον, η ιστορική πρόκληση που αντιμετωπίζει η χώρα επιβάλλει τη μέγιστη δυνατή συσπείρωση πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων, την εθνική συνεννόηση και την ευρύτερη δυνατή σύγκλιση.
• Τέλος, τα προγράμματα προσαρμογής αποτελούν αναγκαία συνθήκη για την έξοδο από την κρίση, όχι όμως και επαρκή. Για το ριζικό αναπροσανατολισμό της οικονομίας προς ένα νέο πρότυπο, απαιτείται ολοκληρωμένο εθνικό σχέδιο για την ανάπτυξη, με μακρόπνοη στόχευση και συνεπή εφαρμογή».