Εύθραυστες αλλά σταθερές, χαρακτηρίζει τις ελληνικές τράπεζες, στην έκθεσή του για την οικονομία το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εξαιτίας των ιδιαίτερα υψηλών επισφαλειών, οι οποίες το 2013 ανήλθαν σωρευτικά (κόκκινα και προβληματικά δάνεια) στο 40% του συνόλου των χορηγήσεων.
Η έκθεση δίνει έμφαση στο καυτό ζήτημα των κόκκινων δανείων καθώς εκτιμά ότι οι τράπεζες πέτυχαν τις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου κλείνοντας την πόρτα στο ενδεχόμενο χρεοκοπίας, η μεγαλύτερη όμως πρόκληση είναι η αντιμετώπιση των επισφαλειών εξ ου και το «μαξιλάρι» των κεφαλαίων ύψους 11 δισ. ευρώ που διαθέτει το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας «θα παραμείνει άθικτο μέχρι να ολοκληρωθούν τα stress tests της ΕΚΤ, με στόχο να καλυφθούν αν αυτό κριθεί απαραίτητο οι όποιες επιπρόσθετες κεφαλαιακές ανάγκες».
Στο σημείο αυτό η Έκθεση επισημαίνει ότι «ορισμένες από τις παραδοχές πάνω στις οποίες στηρίχθηκαν τα stress tests της Τράπεζας της Ελλάδος όσον αφορά το δυσμενές σενάριο ήταν… αισιόδοξες».
Στην έκθεσή του για την πορεία της ελληνικής οικονομίας το ΔΝΤ, αφού κρίνει ως αισιόδοξη την προσέγγιση της ΤτΕ κατά την πρόσφατη άσκηση προσομοίωσης για τις τράπεζες, σημειώνει ότι κατά την άποψη των στελεχών του οι κεφαλαιακές ανάγκες θα έπρεπε υπό το δυσμενές σενάριο να είναι υψηλότερες κατά τουλάχιστον 6 δισ. ευρώ.
Το ΔΝΤ θεωρεί ότι οι προβλέψεις πρέπει να σχηματίζονται την ώρα που αθετούνται όροι των δανειακών συμβάσεων. Με βάση την παραπάνω αρχή και χρησιμοποιώντας την ίδια μέθοδο υπολογισμού προβλέψεων για το 95% των ζημιών πιστωτικού κινδύνου στη διάρκεια ζωής των δανείων θα προέκυπταν πρόσθετες κεφαλαιακές ανάγκες πάνω από 4 δισ. ευρώ στο δυσμενές σενάριο.
Επιπρόσθετα, το ΔΝΤ θεωρεί ότι έπρεπε να χρησιμοποιηθούν περισσότερο συντηρητικές παραδοχές για τη δυνατότητα ανάκτησης μη εξυπηρετούμενων στεγαστικών δανείων κάτι που θα οδηγούσε στην αύξηση των κεφαλαιακών αναγκών των τραπεζών κατά τουλάχιστον 2 δισ. ευρώ στο δυσμενές σενάριο.
Σημειώνεται ότι με βάση το δυσμενές σενάριο της άσκησης προσομοίωσης που διενήργησε η ΤτΕ οι κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών ανήλθαν σε 9,42 δισ ευρώ και οι τράπεζες έχουν καταθέσει στην ΤτΕ πλάνα κάλυψής τους μέσω πωλήσεων περιουσιακών στοιχείων και κερδοφορίας. Οι κεφαλαιακές ανάγκες με το βασικό σενάριο ύψους 6,38 δις ευρώ έχουν ήδη καλυφθεί για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες από τις πρόσφατες αυξήσεις κεφαλαίου.
Εύθραυστοι οι ισολογισμοί
Επίσης, το ΔΝΤ προβλέπει ότι «οι ελληνικές τράπεζες θα εισέλθουν σε παρατεταμένη περίοδο απομόχλευσης και θα δυσκολευτούν να ωφεληθούν από την ανάκαμψη της οικονομίας». Σύμφωνα με το Ταμείο οι ισολογισμοί παραμένουν εύθραυστοι λόγω των NPLs αλλά και των κεφαλαίων χαμηλής ποιότητας, τα οποία αποτελούνται από αρνητική υπεραξία και αναβαλλόμενο φόρο, στοιχεία που δεν μπορούν να απορροφήσουν τυχόν πιστωτικές ζημιές στην περίπτωση που οι συνθήκες επιδεινωθούν.
Μάλιστα, οι υψηλές επισφάλειες αποτελούν σοβαρή απειλή για την ικανότητα των τραπεζών να στηρίξουν την ανάκαμψη, γεγονός που φάνηκε από την αξιολόγηση της ποιότητας του ενεργητικού. Εκτιμά, επίσης, ότι οι τράπεζες εξαιτίας του περιορισμένου ανταγωνισμού θα προτιμήσουν να εξυγιάνουν τους ισολογισμούς τους μέσω «των υπερβολικών περιθωρίων και προμηθειών».
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο θεωρεί σημαντικό οι ρυθμιστικές αρχές να αναγκάσουν τις τράπεζες να αναγνωρίσουν πιστωτικές ζημιές στην βάση πιο ρεαλιστικών παραδοχών για την ανάκτηση των δανείων, κάτι που συμβαίνει σε άλλες χώρες τις ευρωζώνης, αναφορά που αφήνει αιχμές για τις παραδοχές με τις οποίες έγινε το stress test της ΤτΕ.
Μνεία, γίνεται στην Έκθεση και για τους δανειολήπτες, η συμπεριφορά των οποίων αποτελεί για το Ταμείο «γρίφο». Όπως σημειώνεται μπορεί στις παραδοχές των stress tests να λήφθηκε υπόψην η επικείμενη άρση των πλειστηριασμών, κανένας δεν μπορεί να παραλείψει τυχόν κίνδυνο όσον αφορά τη δυνατότητα των δανειοληπτών να ανταποκριθούν στα τραπεζικά χρέη τους.