Επιβεβλημένο για λόγους δημοσίου συμφέροντος και προκειμένου να μην υπάρξει στάση πληρωμών ήταν σύμφωνα με δυο αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, το PSI, δηλαδή το κούρεμα των ομολόγων του Δημοσίου.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας αναγνώρισαν τις «ιδιαιτέρως σοβαρές» όπως επισημαίνουν, απώλειες που υπέστησαν οι ομολογιούχοι, ωστόσο διευκρινίζουν ότι «δεν προκύπτει ότι ήταν απρόσφορες ή μη αναγκαίες ή υπέρμετρες», έτσι ώστε «να κριθούν απαγορευμένες» και ως εκ τούτου τάχθηκαν υπέρ της συνταγματικότητας του PSI.
Ειδικότερα, με δύο αποφάσεις (1116 και 1117/2014) η Ολομέλεια του ανωτάτου δικαστηρίου απέρριψε κατά πλειοψηφία (σ.σ. ανάλογα με το νομικό ζήτημα που τέθηκε προς ψηφοφορία η πλειοψηφία διαμορφώθηκε σε 31 υπέρ και 7 ή 8 κατά) όλους τους ισχυρισμούς των περίπου 7.000 ομολογιούχων, υποχρεώνοντάς τους παράλληλα να καταβάλουν 1.380 ευρώ για δικαστικά έξοδα.
Σημειωτέον οτι οι οι προσφεύγοντες τόνισαν ότι με το PSI είχαν απώλεια κεφαλαίο 53,5%.
Μεταξύ άλλων στο σκεπτικό των αποφάσεων που εξέδωσε η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας καταγράφεται ότι ο νόμος 4050/2012 που προβλέπει τη διαδικασία «αντικατάστασης των τίτλων εκδόσεως ή εγγυήσεως του Ελληνικού δημοσίου με νέους τίτλους» προβλέφθηκε για λογούς δημοσίου συμφέροντος και με την αντικατάσταση αυτή, μειώθηκε το δημόσιο χρέος.
Παράλληλα, υπογραμμίζεται ότι ο νομός για το κούρεμα των ομολόγων, δεν θεσπίστηκε «κατά τρόπο αυθαίρετο από το νομοθέτη, αλλά συμφώνα με τα διεθνή συναλλακτικά ήθη, όπως αυτά εξελίσσονται».
Ως προς την επίμαχη πράξη του υπουργικού συμβουλίου βάσει της οποίας έγινε η ανταλλαγή των ομολόγων, όπως επισημαίνουν οι δικαστές «εκδόθηκε καθώς διαπιστώθηκε η επιτακτική και άμεση ανάγκη μείωσης του δημοσίου χρέους και επαναφορά του σε πορεία βιωσιμότητας».