«Τα σφάλματα της Ελλάδας» είναι ο τίτλος σχολίου στην εφημερίδα Die Welt, όπως μεταδίδει η Deutsche Welle, με αφορμή τη μεγάλη καθυστέρηση που παρατηρείται στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης της Τρόικας: «Εδώ και μισό χρόνο η ελληνική κυβέρνηση παίζει το εξής παιγνίδι: αφήνει την Τρόικα των χρηματοδοτών της να έλθει, να ελέγξει τα βιβλία της και να διαπιστώσει ότι τα συμπεφωνημένα για τις περικοπές και τις μεταρρυθμίσεις δεν υλοποιούνται πλήρως και έτσι τους στέλνει και πάλι στα σπίτια τους χωρίς να έχουν καταφέρει τίποτα. Ήταν καιρός Eurogroup και Κομισιόν να βάλουν τα πράγματα σε τάξη, όπως το κάνουν τώρα. Στα σχεδόν τέσσερα χρόνια διάσωσης της Ελλάδας από τη χρεοκοπία, η κυβέρνηση στην Αθήνα έχει υποπέσει σε μερικά σφάλματα.
Το πρώτο σφάλμα έγκειται στο να πιστεύει κανείς ότι η Τρόικα είναι ένα διαπραγματευτικός εταίρος. Όχι. Η κυβέρνηση έκλεισε μια δουλειά με τους ευρωπαίους εταίρους. Έλαβε τα μέσα για να γλυτώσει την παραπαίουσα κρατική μηχανή από την κατάρρευση. Ήταν μια άνευ προηγουμένου κίνηση αλληλεγγύης των χωρών της ευρωζώνης.
Σε αντάλλαγμα η Ελλάδα πρέπει να κάνει τα αναγκαία προκειμένου οι χρηματοδότες της να λάβουν κάποια στιγμή τα χρήματά τους. Δουλειά της Τρόικας είναι να ελέγχει την Ελλάδα σε αυτή της την προσπάθεια. Έχει ευθύνη έναντι των χωρών μελών που ανέλαβαν ένα ρίσκο. Συνεπώς διαθέτει επαρκή δημοκρατική νομιμοποίηση για να ζητά μέτρα λιτότητας και περικοπές, οι οποίες θα κάνουν το ελληνικό κράτος και πάλι λειτουργικό.
Το δεύτερο σφάλμα των Ελλήνων είναι η πεποίθηση ότι μπορεί να υπάρξει ανταπόκριση στο αίτημά τους για μια νέα -χωρίς ανταλλάγματα- βοήθεια. Τα κυβερνώντα κόμματα δέχονται πιέσεις πανταχόθεν, θέλουν παραχωρήσεις από την ΕΕ, καθώς οι ακραίοι θα μπορούσαν να ενισχυθούν στις ευρωεκλογές. Ένας μεγάλος αριθμός 'κλόουν' και λαϊκιστών δεν κάνει καλό στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ωστόσο και οι ίδιοι οι ευρωπαίοι εταίροι βρίσκονται αντιμέτωποι με εκλογικές αναμετρήσεις. Μεγάλα δώρα λοιπόν έναντι της Ελλάδας δεν ενδείκνυνται και δεν θα πρέπει και να αναμένονται.
Υπάρχει και ένα τρίτο (σφάλμα) που παραγνωρίζει η κυβέρνηση: Έχει κάνει και πετύχει αρκετά, έχει ενισχύσει τη φορολογική δικαιοσύνη και μειώσει τις δαπάνες, ενώ έχει ξεκινήσει με τις ιδιωτικοποιήσεις. Οι πιθανότητες εκμετάλλευσης των κοινωνικών συστημάτων (…) έχει μειωθεί. Η δημόσια διοίκηση πλησιάζει τα ευρωπαϊκά στάνταρ – όλα αυτά όμως στο πιο χαμηλό δυνατό επίπεδο. Ο δρόμος που οδήγησε εδώ ήταν μακρύς και κοπιαστικός. Η Ελλάδα έχει όμως μπροστά της ένα εξίσου μεγάλο κομμάτι».