Φρένο στην -ανεξέλεγκτη- χορήγηση δανείων σε επιχειρήσεις από το Τ.Τ έβαλε δύο φορές η Τράπεζα της Ελλάδος ενώ κίνησε και τις διαδικασίες ελέγχου στην τράπεζα στέλνοντας στην Αρχή Ξεπλύματος το πόρισμα των ελεγκτών της το 2012.
Μιλώντας στη στη Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, όπου συζητείται η έκθεση της ΤτΕ για τη νομισματική πολιτική ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος έδωσε σαφείς απαντήσεις για την υπόθεση Τ.Τ.
Επισήμανε ότι η ΤτΕ είχε υπό συνεχή και στενή παρακολούθηση το ΤΤ και εξάντλησε τις δυνατότητες που της παρέχει το θεσμικό πλαίσιο, ώστε να ωθήσει το πιστωτικό αυτό ίδρυμα σε θετική κατεύθυνση. Ταυτόχρονα κίνησε τις διαδικασίες ελέγχου για ύποπτα δάνεια και υποβοήθησε το έργο των δικαστικών αρχών παντοιοτρόπως.
Υπενθύμισε στους βουλευτές ότι το Τ.Τ. απέκτησε άδεια πιστωτικού ιδρύματος μόλις το 2006 εν όψει της εισαγωγής του στο χρηματιστήριο και η άδεια προέβλεπε δραστηριοποίηση μόνο στον τομέα της πίστης ιδιωτών. Η ΤτΕ όρισε ότι, σε περίπτωση που το ΤΤ προτίθετο να επεκταθεί πέραν της πίστης ιδιωτών, θα έπρεπε να την ενημερώσει, προκειμένου να αξιολογηθεί η ανάγκη θέσπισης πρόσθετων ειδικών όρων.
Καθώς μέχρι το 2006 το ΤΤ λειτουργούσε ως δημόσια υπηρεσία και τα μοναδικά τραπεζικά προϊόντα που διέθετε ήταν λογαριασμοί καταθέσεων και στεγαστικά δάνεια προς δημόσιους υπαλλήλους, με περιορισμένο επομένως βαθμό κινδύνου, το Σύστημα Εσωτερικού Ελέγχου δεν ήταν προσαρμοσμένο σε πιο εξειδικευμένες δραστηριότητες χονδρικής ή επιχειρηματικής τραπεζικής.
Το 2006 έγιναν δύο επιτόπιοι έλεγχοι από την ΤτΕ, που εντόπισαν αδυναμίες στα πληροφοριακά συστήματα και στην εταιρική διακυβέρνηση του ΤΤ. Λόγω των παραπάνω αδυναμιών, η ΤτΕ όρισε ελάχιστο όριο κεφαλαιακής επάρκειας το 10%, αντί για το 8% που ίσχυε για τις υπόλοιπες τράπεζες.
Το 2007 και το 2008 έγιναν και νέοι επιτόπιοι έλεγχοι. Όταν ανέλαβε ο κ. Προβόπουλος η διοίκηση της ΤτΕ το 2008, υποχρέωσε το ΤΤ να σταθμίζει τις επενδύσεις του σε σύνθετα επενδυτικά προϊόντα, στις οποίες είχε εν τω μεταξύ προβεί, με υψηλότερο δείκτη κινδύνου. Ζητήσαμε επίσης και την αύξηση του μετοχικού του κεφαλαίου.
Φρένο δύο φορές στην ανεξέλεγκτη χορήγηση δανείων
Στις αρχές του 2009 η ΤτΕ διαπίστωσε τη δραστηριοποίηση του ΤΤ στη χρηματοδότηση επιχειρήσεων χωρίς την προηγούμενη ενημέρωσή της για την αλλαγή του επιχειρηματικού σχεδίου όπως ανέφερε ο κ. Προβόπουλος.
Αποτέλεσμα ήταν τον Απρίλιο του 2009 (επιστολή 868/13.4.2009) η ΤτΕ να απαγορεύσει στο ΤΤ να χορηγεί περαιτέρω επιχειρηματικά δάνεια εάν προηγουμένως δεν υιοθετηθούν κατάλληλα πληροφοριακά συστήματα και συστήματα διαχείρισης κινδύνων.
Τον Ιούλιο του 2009 το ΤΤ ενημέρωσε την ΤτΕ για διορθωτικές ενέργειες καθώς και για την πρόθεση επέκτασης στον τομέα των επιχειρηματικών δανείων. Τον Οκτώβριο του 2009 (επιστολή 5200/21.10.2009) η ΤτΕ ζήτησε η σχεδιαζόμενη επέκταση να γίνει μόνο μετά τον επιτόπιο έλεγχο της που θα διαπίστωνε την επάρκεια των διορθωτικών ενεργειών. Στον έλεγχο που επακολούθησε διαπιστώθηκαν ελλείψεις και αδυναμίες όπως ανέφερε ο κ. Προβόπουλος
Έτσι, το 2010 ως αποτέλεσμα του ελέγχου επεβλήθη περιορισμός (επιστολή 5107/14.4.2010), που προέβλεπε ότι τα επιχειρηματικά δάνεια μπορούν να δίνονται μόνο σε εταιρείες με υψηλή πιστοληπτική διαβάθμιση ή στο πλαίσιο κοινοπρακτικών δανείων.
Εκτιμώμενες ζημιές 33,2% στα εταιρικά δάνεια έβγαλε η BlackRock
Το 2011 πραγματοποιήθηκε η διαγνωστική άσκηση της BlackRock. Στο πλαίσιο αυτής της άσκησης, αξιολογήθηκαν οι διαδικασίες παροχής δανείων και η ποιότητα των δανειακών χαρτοφυλακίων και εκτιμήθηκαν οι πιθανές ζημιές τους.
Από τον έλεγχο προέκυψαν πιθανές ζημίες 7% επί του συνολικού χαρτοφυλακίου δανείων. Σε πρώτη ανάγνωση, όπως ανέφερε ο διοικητής της ΤτΕ, το ποσοστό αυτό φαίνεται χαμηλό. Εξηγείται όμως από το γεγονός ότι, πρώτον, το ΤΤ είχε μεγάλο χαρτοφυλάκιο στεγαστικών δανείων υπαλλήλων του δημοσίου, όπου η αποπληρωμή γινόταν απευθείας από τη μισθοδοσία του δανειολήπτη και, δεύτερον, είχε μεγάλο αριθμό δανείων με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.
Ωστόσο το ποσοστό εκτιμώμενων ζημιών για τα επιχειρηματικά δάνεια ανερχόταν σε 33,2%. Το ποσοστό κρίνεται ως ιδιαιτέρως υψηλό, καθώς όχι μόνο ήταν κατά πολύ υψηλότερο εκείνου των συστημικών τραπεζών, αλλά και επειδή διαμορφώθηκε σε μικρό χρονικό διάστημα, καθώς αφορούσε δάνεια που το ΤΤ είχε αρχίσει να δίνει μόλις από τα τέλη του 2008, δάνεια δηλαδή που δεν είχαν «ωριμάσει» χρονικά.
Μάλιστα η BlackRock επιβεβαίωσε τα ευρήματα των επιτόπιων ελέγχων της ΤτΕ, χαρακτηρίζοντας τη δανειακή πολιτική του ΤΤ στα επιχειρηματικά δάνεια ως «επιθετική». Είναι σαφές ότι οι ζημιές από την επιχειρηματική πίστη θα μεγάλωναν περαιτέρω, ανέφερε ο κ Προβόπουλος «αν η ΤτΕ δεν είχε επιβάλει τους περιορισμούς που προανέφερα».
Τα ερωτηματικά για δάνεια και η παραπομπή του φακέλου στο Νικολούδη
Στα τέλη του 2012 πραγματοποιήθηκε και νέος έλεγχος της ΤτΕ από τον οποίο προέκυψαν ερωτηματικά για ορισμένες δανειοδοτήσεις. «Ως οφείλαμε ενημερώσαμε σχετικά την Αρχή Ξεπλύματος», ανέφερε χαρακτηριστικά ο διοικητής.
Η Αρχή, με αφορμή την αναφορά της ΤτΕ αλλά πιθανόν και άλλα στοιχεία που συγκέντρωσε στο πλαίσιο της δικής της ανεξάρτητης έρευνας, διαβίβασε σχετικά πορίσματά της στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών.
Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τον κ. Προβόπουλο η ΤτΕ έπραξε τα δέοντα. Έχοντας θέσει την τράπεζα υπό στενή παρακολούθηση, όταν διαπίστωσε ασυνήθεις κινήσεις, ενημέρωσε τις αρμόδιες αρχές θέτοντας στη διάθεσή τους όλα τα πορίσματά της. Η αξιολόγηση των ευρημάτων ανήκει πλέον στις δικαστικές αρχές όπως χαρακτηριστικά ανέφερε.
Γιατί δεν ήταν βιώσιμο το Τ.Τ.
Ο κ. Προβόλουλος αντέκρουσε και τον ισχυρισμό ότι το ΤΤ ήταν μία υποδειγματική τράπεζα, η οποία άρχισε να αντιμετωπίζει προβλήματα μετά το PSI. Σύμφωνα με τον ίδιο, τα γεγονότα διαψεύδουν τον ισχυρισμό αυτό.
Το ΤΤ δεν είχε εμφανίσει αξιόλογη κερδοφορία ούτε τα χρόνια πριν από το PSI. Στη διάρκεια π.χ. της 5-ετίας 2006-2010, που το ΤΤ λειτουργούσε ως τράπεζα, η κερδοφορία ήταν οριακά θετική, με αποδοτικότητα ιδίων κεφαλαίων χαμηλότερη από το μισό του μέσου όρου του κλάδου. Και μάλιστα, σε μία περίοδο που το Ελληνικό Δημόσιο είχε προβεί σε μεγάλες κεφαλαιακές ενισχύσεις του ΤΤ. Γι αυτό και μόνον πριν από το PSI, το ΤΤ εμφάνιζε υψηλό δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας, λόγω της στήριξης δηλαδή που απολάμβανε από το Ελληνικό Δημόσιο.
Με δεδομένη τη χαμηλή αποδοτικότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου και το συνεχώς διογκούμενο λειτουργικό κόστος, θα ήταν εξαιρετικά αμφίβολη η διαμόρφωση μελλοντικών εσόδων, που να υπερκαλύπτουν τα λειτουργικά έξοδα και τις πιστωτικές απώλειες του δανειακού και του επενδυτικού χαρτοφυλακίου.
Ο διοικητής της ΤτΕ θύμισε τις επενδύσεις του ΤΤ σε πολύπλοκα παράγωγα προϊόντα, από τις οποίες κατέγραψε σημαντικές απώλειες τη διετία 2007-2008, καθιστώντας έτσι αναγκαία την κεφαλαιακή του ενίσχυση από το Ελληνικό Δημόσιο το 2009.
Με βάση τα παραπάνω το Τ.Τ. κρίθηκε ότι δεν ήταν μακροχρόνια βιώσιμο, με την έννοια ότι δεν θα μπορούσε να συνεχίσει να λειτουργεί αυτοδύναμα και να αποπληρώσει την όποια κρατική βοήθεια ελάμβανε σε λογικό βάθος χρόνου.
Ο κ Προβόπουλος διευκρίνισε ότι σκοπός του θεσμικού πλαισίου για τις πιστοδοτήσεις, που διεθνώς εφαρμόζεται, δεν είναι να μηδενίσει τον κίνδυνο που αναλαμβάνουν οι τράπεζες κατά τη χορήγηση δανείων, αφού η παροχή πιστώσεων ενέχει από τη φύση της κίνδυνο. Το θεσμικό πλαίσιο αποβλέπει ακριβώς στο να έχουν οι τράπεζες κεφάλαια και προβλέψεις, που να καλύπτουν τους κινδύνους που έχουν αναλάβει.
«Σε κάθε περίπτωση, η ΤτΕ δεν εμπλέκεται στις αποφάσεις χορήγησης τραπεζικών δανείων ως άτυπη «προεγκρίνουσα» αρχή, όπως κάποιοι φαίνεται να πιστεύουν» ανέφερε χαρακτηριστικά, σημειώνοντας ότι η εγκριτική διαδικασία είναι αποκλειστική ευθύνη των εσωτερικών οργάνων και των αρμόδιων εγκριτικών επιτροπών της κάθε τράπεζας.
«Δική μας δουλειά είναι μέσα από δειγματοληπτικούς ελέγχους να διαπιστώνουμε – εκ των υστέρων - αν εφαρμόζεται το εποπτικό πλαίσιο, που ουσιαστικά είναι ευρωπαϊκό!» ανέφερε ο διοικητής.
Επικίνδυνες οι γενικεύσεις για σαθρό τραπεζικό σύστημα
Τέλος, ο διοικητής της ΤτΕ επισήμανε ότι μεμονωμένες περιπτώσεις πιστοδοτήσεων που βρίσκονται υπό δικαστική κρίση δεν πρέπει να αποτελούν αφορμή για σχόλια γενίκευσης, που δίνουν την εσφαλμένη εντύπωση ενός σαθρού τραπεζικού συστήματος.
«Τέτοια σχόλια είναι όχι μόνον αβάσιμα, αλλά κυρίως επικίνδυνα» ανέφερε χαρακτηριστικά και αυτό γιατί υπονομεύουν την εμπιστοσύνη των καταθετών και ακυρώνουν τις δυνατότητες χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας.
«Ιδιαίτερα σήμερα, που λόγω οικονομικής συγκυρίας, οδηγούμαστε καθημερινά σε ρυθμίσεις δανείων, η ενδεχόμενη επικράτηση κλίματος φοβίας μεταξύ των τραπεζικών στελεχών θα οδηγούσε σε εξαιρετικά επιζήμια αποτελέσματα.» προειδοποίησε ο κ. Προβόπουλος σημειώνοντας ότι το υψηλό ποσοστό κόκκινων δανείων είναι ουσιαστικά αποτέλεσμα της βαθειάς ύφεσης, που μείωσε το ΑΕΠ κατά 25% και εκτόξευσε την ανεργία στα ύψη.
Παρά ταύτα, μέσα σε αυτό το πολύ δυσχερές περιβάλλον, η πρόοδος που έχει επιτευχθεί ως προς την εξυγίανση, αναδιάταξη και ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού μας συστήματος είναι εντυπωσιακή ανέφερε σημειώνοντας ότι αυτό αναγνωρίζεται ήδη διεθνώς. Προειδοποίησε δε ότι «Θα ήταν έγκλημα να υπονομεύσουμε τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα με αβάσιμες γενικεύσεις εντυπωσιασμού».
Η οικονομία
Ο διοικητής της ΤτΕ μίλησε για την πορεία της οικονομίας και σημείωσε ότι σήμερα οι ενδείξεις σταθεροποίησής της έχουν ισχυροποιηθεί και είναι βάσιμο να προβλεφθεί ότι το 2014 η ύφεση θα τερματιστεί, υποστήριξε ο Γ. Προβόπουλος στη Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, όπου συζητείται η έκθεση της ΤτΕ για τη νομισματική πολιτική.
Όπως αναφέρει ο κ. Προβόπουλος, η ανάκαμψη θα στηριχθεί:
α) στην επιβράδυνση της πτώσης της κατανάλωσης, καθώς προβλέπεται ότι θα ανακοπεί η μείωση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος,
β) στη θετική συμβολή της εξωτερικής ζήτησης, που θα ενισχυθεί από τις εξαγωγές αγαθών και τουριστικών υπηρεσιών,
γ) στη μικρή άνοδο των επιχειρηματικών επενδύσεων σε κατασκευές, πλην κατοικιών, όπως προκύπτει από τη βελτίωση των δεικτών επενδυτικής ζήτησης,
δ) στην ταχύτερη αξιοποίηση κοινοτικών κονδυλίων και πόρων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων για τη χρηματοδότηση αφενός των επενδύσεων στις υποδομές και αφετέρου των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων
ε) στην επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων
Η ανάκαμψη θα επηρεάσει θετικά την απασχόληση. Το μέσο ετήσιο επίπεδο του ποσοστού ανεργίας το 2014 αναμένεται να υποχωρήσει.
Ο διοικητής της ΤτΕ επανέλαβε και στη Βουλή ότι η επαλήθευση των θετικών προοπτικών για το 2014 αλλά και η πορεία της οικονομίας στο μέλλον υπόκεινται σε ισχυρές αβεβαιότητες. «Σημαντικό πρόβλημα δημιουργείται από το κοινωνικοπολιτικό κλίμα, το οποίο παρουσιάζει στοιχεία πόλωσης και αντιπαραθέσεων, σε μια περίοδο όπου απαιτείται το αντίθετο: η σύμπλευση κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων σε μια εθνική πολιτική για την έξοδο από την κρίση και για την ανάπτυξη. Είναι συνεπώς βάσιμο να δημιουργούνται ανησυχίες ότι το 2014, έτος εκλογικών αναμετρήσεων για το Ευρωκοινοβούλιο και την τοπική αυτοδιοίκηση, η πολιτική αντιπαράθεση μπορεί να οξυνθεί περαιτέρω, η πόλωση να κορυφωθεί και ο συγκερασμός απόψεων να γίνει ακόμη δυσχερέστερος. Αν συμβεί αυτό, η αβεβαιότητα θα ενταθεί και θα αποδυναμωθούν, αν δεν ακυρωθούν, τα στοιχεία που στηρίζουν σήμερα θετικές προβλέψεις για το 2014. Μέσα σε αυτό το κλίμα έχει καθοριστική σημασία να παραμείνει η οικονομική πολιτική προσηλωμένη στην πραγματοποίηση των προγραμματισμένων μεταρρυθμίσεων».
Όπως αναλύεται στην έκθεση, η οικονομική πολιτική πρέπει:
- να συνεχίσει απαρέγκλιτα το πρόγραμμα δημοσιονομικής εξυγίανσης, να επιτύχει τους στόχους που έχουν τεθεί και να εξασφαλίσει βιώσιμα και διευρυνόμενα πρωτογενή πλεονάσματα
- να επιταχύνει τις διαδικασίες αναδιάρθρωσης της οικονομίας με στόχο τη μεταφορά επενδυτικών πόρων και θέσεων εργασίας προς τομείς διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών, την αλλαγή δηλαδή του αναπτυξιακού προτύπου.
Ο κ. Προβόπουλος σημειώνει ότι η δημοσιονομική προσαρμογή βασίστηκε σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι έπρεπε σε αύξηση της φορολογίας, η οποία οδήγησε σε σημαντική επιβάρυνση των φορολογουμένων και σε μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος. Η Τράπεζα της Ελλάδος είχε εξαρχής υποστηρίξει ότι η δημοσιονομική προσαρμογή θα έπρεπε να επικεντρωθεί στη μείωση των δαπανών κατά τα δύο τρίτα και να επιδιώξει αύξηση των εσόδων κατά το ένα τρίτο με διεύρυνση της φορολογικής βάσης και περιορισμό της φοροδιαφυγής. Γι' αυτό και καλεί για περαιτέρω διεύρυνση της φορολογικής βάσης, η οποία θα πρέπει να προέλθει κυρίως από την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και όχι από την επιβολή νέων φόρων ή τη συνεχή αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης των ήδη φορολογουμένων. Αν υπάρξει πρόοδος προς αυτήν την κατεύθυνση, διευρύνονται οι δυνατότητες να μειωθεί η φορολογική επιβάρυνση των ήδη φορολογουμένων που έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια.
Ο κ. Προβόπουλος επανέλαβε ότι οι επιχειρήσεις θα πρέπει να αναζητήσουν εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης πέρα από τον τραπεζικό τομέα.
Πρώτον, δανεισμός από τις αγορές εταιρικών ομολόγων. Η αναθεώρηση του νομικού πλαισίου που διέπει τα ομολογιακά δάνεια στην Ελλάδα θα μπορούσε να δώσει ώθηση στη δημιουργία μιας εγχώριας αγοράς εταιρικών ομολόγων για μικρότερες εταιρίες με περιορισμένη πρόσβαση στις διεθνείς αγορές.
Δεύτερον, αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου. Καθώς η εμπιστοσύνη των επενδυτών στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας θα ενισχύεται, οι εγχώριες εταιρίες θα αποκτούν μεγαλύτερη πρόσβαση στις αγορές για χρηματοδότηση.
Τρίτον, πόροι από τα Διαρθρωτικά Ταμεία της Ε.Ε. Την περίοδο 2000-2008, οι ελληνικές επιχειρήσεις απορρόφησαν πόρους της τάξεως του 1,6% του ΑΕΠ ετησίως για χρηματοδότηση επενδύσεων. Το 2013, οι πόροι από τα Διαρθρωτικά Ταμεία της Ε.Ε. υπολογίζονται σε 4,2 δισ. ευρώ (2,3% του ΑΕΠ).
Τέταρτον, πόροι από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ). Το 2013-14, η ΕΤΕπ προβλέπεται να συγχρηματοδοτήσει μέσω εμπορικών τραπεζών δάνεια προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις ύψους 1,4 δισ. ευρώ.
Το επόμενο κρίσιμο βήμα για το τραπεζικό σύστημα είναι ο σχεδιασμός ενός μακροχρόνια βιώσιμου επιχειρηματικού υποδείγματος. Είναι προφανές ότι κάθε τράπεζα ξεκινά από διαφορετική αφετηρία. Ωστόσο, οι βασικοί άξονες του σχεδιασμού πρέπει να είναι κοινοί και να επικεντρώνονται: στον εξορθολογισμό του κόστους λειτουργίας και γενικότερα στην εσωτερική δημιουργία κεφαλαίου μέσω οργανικής κερδοφορίας, στην απεμπλοκή από μη αμιγώς τραπεζικές εργασίες, στον επανασχεδιασμό των δραστηριοτήτων στο εξωτερικό, στην ενεργή διαχείριση των προβληματικών στοιχείων ενεργητικού και στην ορθή τιμολόγηση των παρεχόμενων υπηρεσιών.
«Απομένει να πορευτούμε ακόμη το δύσκολο τελευταίο μίλι. Η σταθεροποίηση που καταγράφεται είναι ακόμη εύθραυστη. Αποτελεί, επομένως, εθνική ανάγκη να διαφυλαχθούν όσα έχουμε ήδη επιτύχει με τεράστιο κοινωνικό κόστος, να αποτραπούν οπισθοδρομήσεις και να σιγουρέψουμε την οικονομική προοπτική της χώρας», κατέληξε ο κ. Προβόπουλος.