Σύμφωνα με τον ψηφισθέντα προϋπολογισμό, αλλά και με βάση τις προβλέψεις των περισσότερων αναλυτών, η ελληνική οικονομία ξεκινά να μπαίνει σε λίγες μέρες (αρχές του 2014) σε μια μακρά περίοδο διατηρήσιμης ανάκαμψης, με αποτέλεσμα τη σταδιακή βελτίωση των δημοσιονομικών της ανοιγμάτων, αλλά και την κλιμακούμενη υποχώρηση της ανεργίας.
Αν και φυσικά υπάρχουν αντίθετες εκτιμήσεις που κρατούν σαφείς αποστάσεις από το σενάριο της ανάκαμψης τη διετία 2014-2015, έχουν αναπτυχθεί συζητήσεις γύρω από την εικόνα που θα επικρατεί στην πραγματική οικονομία την περίοδο της ανάπτυξης, στην περίπτωση φυσικά που αυτή ξεκινήσει από το αμέσως επόμενο έτος.
Στο συγκεκριμένο ερώτημα, το σύνολο των παραγόντων της αγοράς μας καλεί να ξεχάσουμε τις... παχιές αγελάδες του 2007 και να προσγειωθούμε σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα.
Ο ίδιος ο προϋπολογισμός άλλωστε που προβλέπει άνοδο του ΑΕΠ κατά 0,6% το 2014 μιλά για συνέχιση της πτώσης τόσο της ιδιωτικής, όσο και της δημόσιας κατανάλωσης, πράγμα που ουσιαστικά σημαίνει πως ακόμη λιγότερα ευρώ θα ξοδευτούν από τα νοικοκυριά στα ράφια των καταστημάτων λιανικής πώλησης.
Ο ανώτερος διευθυντής οικονομικών μελετών της Alpha Bank Μιχάλης Μασουράκης, ο οποίος μάλιστα προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης 1% για το 2014, έχει αναφερθεί σε αναιμική ανάκαμψη σε μια τελματωμένη οικονομία που θα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τα προβλήματα της μακροχρόνιας κρίσης.
Παράγοντες ωστόσο από τον χώρο του λιανικού εμπορίου υποστηρίζουν πως υπό προϋποθέσεις και σε συγκεκριμένους τουλάχιστον κλάδους θα μπορούσε τα επόμενα χρόνια να δημιουργηθεί μια πολύ καλύτερη κατάσταση από αυτήν που περιγράφεται παραπάνω.
Σύμφωνα με τους παράγοντες αυτούς, σήμερα έχει εκδηλωθεί σε πολλές κατηγορίες προϊόντων μια αρνητική υπεραντίδραση, πτώση δηλαδή της ζήτησης πολύ μεγαλύτερη από αυτήν που θα δικαιολογούσε η οικονομική κρίση.
Οι ίδιοι επίσης υποστηρίζουν ότι σταδιακά -αν βέβαια το καταναλωτικό κοινό πειστεί ότι η οικονομία είδε το χειρότερο σημείο της και σταθεροποιείται- τα πράγματα θα μπορούσαν να βελτιωθούν σημαντικά. Αυτό πολύ πιθανόν να μην ξεκινήσει αμέσως, αλλά ίσως αρχίσει να επιταχύνεται από το δεύτερο εξάμηνο του 2014 έως και το τέλος του 2016.
«Είναι πιθανόν η αγορά να λειτουργήσει με βάση τη λογική του ελατηρίου» σημείωσε την προηγούμενη εβδομάδα ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Ηλεκτρονικής Ιωάννης Στρούτσης, ο οποίος συμπλήρωσε: «Η αγορά των ηλεκτρικών συσκευών στην Ελλάδα αντιστοιχεί γύρω στο 0,88% του ΑΕΠ, όταν σε χώρες με παρόμοιο μέγεθος, το αντίστοιχο ποσοστό είναι πολύ μεγαλύτερο. Η ελληνική αγορά έχει πέσει στα επίπεδα της ρουμανικής.
Θεωρώ λοιπόν ότι στην περίπτωση της χώρας μας υπήρξε μια αρνητική υπεραντίδραση της ζήτησης απέναντι στην κρίση και ελπίζω πως κάποια στιγμή αυτό θα διορθωθεί. Θα μπορούσε για παράδειγμα η αγορά μας σε τρία με τέσσερα χρόνια να αποτελεί το 1,1% του ΑΕΠ έναντι του 0,88% που είναι σήμερα, ή του 1,3% που ήταν στο κορυφαίο σημείο της ζήτησης. Να μην ξεχνούμε πως ο κλάδος έχει υποχωρήσει περίπου 45%-47%, όταν το ποσοστό πτώσης του ΑΕΠ είναι περίπου το μισό».
Ανάλογες ήταν και οι θέσεις που εξέφρασε πριν από λίγες εβδομάδες και ο κ. Αναστάσιος Πεταλάς, διευθύνων σύμβουλος του ομίλου Fourlis. Συγκεκριμένα, ο κ. Πεταλάς θεώρησε ακραία την τόσο μεγάλη υποχώρηση της ζήτησης για τα προϊόντα οικιακού εξοπλισμού (και γενικότερα για τα διαρκή καταναλωτικά προϊόντα στην Ελλάδα), ακόμη και αν κάποιος συνεκτιμήσει πόσο πολύ υποχώρησαν τα εισοδήματα των νοικοκυριών λόγω της κρίσης.
Σύμφωνα με το υψηλόβαθμο στέλεχος του εισηγμένου ομίλου, η αγορά του οικιακού εξοπλισμού στις χώρες του εξωτερικού αντιστοιχεί γύρω στο 1%, ενώ στην Ελλάδα του 2012 μόλις στο 0,4%, αποδίδοντας αυτήν την έντονη αναντιστοιχία στην έλλειψη εμπιστοσύνης που έχει ο πολίτης για το μέλλον της οικονομίας και στο κλίμα της μεγάλης αβεβαιότητας που επικρατεί.
Με άλλα λόγια, ο κ. Πεταλάς συμφωνεί με τη θέση πολλών άλλων παραγόντων της αγοράς, σύμφωνα με τους οποίους η ζήτηση στην πραγματική οικονομία θα μπορούσε να τονωθεί σημαντικά, ακόμη και χωρίς αξιοσημείωτη μεταβολή στο ΑΕΠ της χώρας. Αρκεί η αβεβαιότητα να υποχωρήσει και να σταματήσουν όλες αυτές οι συζητήσεις γύρω από το αν η Ελλάδα θα βγει από το ευρώ, για το αν και πότε θα πάρει τη δανειακή δόση, για το αν και πότε θα έρθει ή θα φύγει η τρόικα. Και αυτό γιατί το κλίμα της έντονης αβεβαιότητας περιορίζει τις αγορές ακόμη και εκείνων που έχουν την εισοδηματική δυνατότητα να καταναλώσουν!