Η Επιτροπή έχει ήδη δηλώσει ότι δεν έχει πολιτική που να υποχρεώνει τα κράτη μέλη να ιδιωτικοποιούν τις υπηρεσίες ύδρευσης, υποστηρίζει ο Oli Rehn απαντώντας σε ερώτηση του Νίκου Χουντή για το θέμα. Ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ ρώτησε την Κομισιόν αν θα ήταν θετική σε ενδεχόμενο αίτημα από την ελληνική κυβέρνηση για εξαίρεση των εταιριών ύδρευσης από το γενικό ξεπούλημα των δημοσίων επιχειρήσεων που πραγματοποιείται αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα και υπό ποιες προϋποθέσεις;
Η ερώτηση του ευρωβουλευτή:
Θέμα: Ιδιωτικοποίηση των εταιριών ύδατος της Ελλάδας
Ο Επίτροπος κ. Barnier, σε δήλωσή του (21/6/2013), εκδήλωσε την προθυμία του να προχωρήσει στην «απομάκρυνση του νερού από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας για τις συμβάσεις παραχώρησης», προκειμένου να πείσει τους πολίτες ότι, «το νερό δεν είναι προς ιδιωτικοποίηση».
Ταυτόχρονα, όμως, η Επιτροπή, μέσω της Τρόικα, έχει επιβάλει στην ελληνική κυβέρνηση την πώληση των δύο μεγαλύτερων δημόσιων επιχειρήσεων ύδρευσης και αποχέτευσης στην Ελλάδα, της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ. Με τον τρόπο αυτό, προχωρά ουσιαστικά στην ιδιωτικοποίηση του τομέα ύδατος, ερχόμενη σε πλήρη αντίθεση με τις διαβεβαιώσεις του κ. Barnier, με το άρθρο 345 της ΣΛΕΕ περί ουδετερότητας στο καθεστώς ιδιοκτησίας, με διάφορα ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αλλά κυρίως με την επιθυμία των Ευρωπαίων πολιτών, όπως εκφράστηκε και από τις 1,5 εκατομμύρια υπογραφές που συλλέχθηκαν κατά τη διάρκεια της πρωτοβουλίας right2water.
Με δεδομένο επίσης ότι οι δύο αυτές επιχειρήσεις είναι κερδοφόρες και έχουν από μόνες τους τη δυνατότητα εκσυγχρονισμού του δικτύου τους όσο και των παρεχόμενων υπηρεσιών, χωρίς την ανάγκη προσφυγής σε ιδιωτικά κεφάλαια, ερωτάται η Επιτροπή:
Θα ήταν θετική σε ενδεχόμενο αίτημα από την ελληνική κυβέρνηση για εξαίρεση των εταιριών ύδρευσης από το γενικό ξεπούλημα των δημοσίων επιχειρήσεων που πραγματοποιείται αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα; Αν ναι, υπό ποιες προϋποθέσεις;
Απάντηση του κ. Rehn εξ ονόματος της Επιτροπής
Η Επιτροπή έχει ήδη δηλώσει ότι δεν έχει πολιτική που να υποχρεώνει τα κράτη μέλη να ιδιωτικοποιούν τις υπηρεσίες ύδρευσης. Η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι το νερό είναι δημόσιο αγαθό που έχει ζωτική σημασία για τους πολίτες και ότι η διαχείριση των υδάτινων πόρων αποτελεί ευθύνη των κρατών μελών, και γι αυτόν το λόγο έχει πάρει ουδέτερη θέση επί του θέματος της δημόσιας ή της ιδιωτικής ιδιοκτησίας των υδάτινων πόρων, σύμφωνα με το άρθρο 345 της ΣΛΕΕ. Η Επιτροπή έχει ήδη ανακοινώσει ότι θα αποσύρει το νερό από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας για τις συμβάσεις παραχώρησης και θα συνεχίσει να παρακολουθεί από κοντά την κατάσταση σε αυτόν τον ευαίσθητο τομέα.
Η επιλογή για το ποιες, σε ποιο βαθμό και με ποια σειρά θα πρέπει να ιδιωτικοποιηθούν οι δημόσιες επιχειρήσεις ή τα δημόσια περιουσιακά στοιχεία αποτελεί αποκλειστική ευθύνη των κρατών μελών, λαμβανομένων υπόψη των διάφορων δυσκολιών που αντιμετωπίζουν και των στόχων που έχουν καθορίσει. Στην ΕΕ υπάρχει ένα ευρύ φάσμα δημόσιων και ιδιωτικών ιδιοκτησιακών καθεστώτων όσον αφορά τις εταιρίες ύδρευσης. Τόσο στα δημόσια όσο και στα ιδιωτικά καθεστώτα διαπιστώνονται περιπτώσεις με προβλήματα αλλά και περιπτώσεις που θεωρούνται επιτυχημένες.
Η Επιτροπή εντούτοις θεωρεί ότι η ίδρυση μιας ρυθμιστικής αρχής και μια αγορά που λειτουργεί κατά τρόπο εύρυθμο αποτελούν τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την εγγύηση της επιτυχίας αυτών των καθεστώτων με στόχο την προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών και την διατήρηση της ποιότητας του περιβάλλοντος.
Τα περιουσιακά στοιχεία που περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα ιδιωτικοποίησης για τις χώρες του προγράμματος είναι το αποτέλεσμα των αποφάσεων των εθνικών αρχών και μόνον. Οι συζητήσεις στο πλαίσιο του προγράμματος προσαρμογής επικεντρώνονται στις γενικές ανάγκες χρηματοδότησης του προγράμματος, περιλαμβανομένων των εσόδων ιδιωτικοποίησης από την πώληση κρατικών περιουσιακών στοιχείων σε επενδυτές, αλλά η κατάρτιση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων και η επιλογή των περιουσιακών στοιχείων, αποτελεί αποκλειστική ευθύνη των οικείων κρατών μελών.