Τρία, τέσσερα ή στην πράξη και ακόμη περισσότερα πακέτα ασφάλισης κατοικίας προσφέρουν οι ασφαλιστικές εταιρείες στους πελάτες τους προκειμένου να τους δώσουν την ευκαιρία να καλυφθούν έναντι σημαντικών κινδύνων ακόμη και κατά την περίοδο της κρίσης.
Σε γενικές γραμμές, οι επιλογές που δίνονται στον πελάτη είναι οι εξής:
• Ένα πακέτο χαμηλού κόστους που περιλαμβάνει την κάλυψη των βασικών κινδύνων, όπως π.χ. φωτιά, πρόσκρουση οχήματος, διαρροές και θραύσεις σωληνώσεων, ηλεκτρικές συσκευές-εγκαταστάσεις κ.λπ.
• Ένα δεύτερο πακέτο που περιλαμβάνει κάλυψη έναντι περισσότερων κινδύνων και διατίθεται έναντι υψηλότερου τιμολογίου.
• Και τέλος, ένα «πλήρες» πακέτο, το οποίο σε ορισμένες περιπτώσεις καλύπτει τόκους στεγαστικών για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, κάλυψη εξόδων (π.χ. ΔΕΗ, σταθερό τηλέφωνο), κόστος επανάκτησης ταξιδιωτικών εγγράφων, έξοδα ψυχολόγου και παιδοψυχολόγου, κόστος μεταφοράς επίπλων και αντικειμένων, καλύψεις έργων τέχνης και κοσμημάτων, κάλυψη τεχνικής βοήθειας και μια σειρά άλλων καλύψεων.
Το πρώτο λοιπόν που πρέπει να εξετάσει ο πελάτης σε συνεργασία με τον ασφαλιστή του είναι να επιλέξει ποιο φάσμα καλύψεων ταιριάζει περισσότερο στις ανάγκες του και στο... πορτοφόλι του, έτσι ώστε να καταλήξει στον καταλληλότερο συνδυασμό.
Επιπλέον, το πακέτο της ασφαλιστικής κάλυψης μπορεί να επηρεαστεί και από άλλους παράγοντες, όπως για παράδειγμα από το εάν πρόκειται για κύρια ή για εξοχική-δευτερεύουσα κατοικία, ή ακόμη αν πρόκειται για μια κατοικία που συνδυάζεται και με την έδρα της επιχείρησης του ασφαλισμένου. Στην τελευταία περίπτωση, η επέλευση της ζημιάς έχει άμεση επίπτωση και στην επαγγελματική δραστηριότητα του ασφαλισμένου, οπότε καλό είναι να έχει επιλέξει ένα πληρέστερο και ακριβότερο ασφαλιστικό πακέτο.
Ένα δεύτερο σημείο που πρέπει να εξεταστεί είναι αν στο συμβόλαιο θα πρέπει να περιλαμβάνεται και κάλυψη έναντι σεισμού ή όχι. Συνήθως, σε κάθε ένα από τα προαναφερθέντα πακέτα μπορεί να προστεθεί και κάλυψη από σεισμό, η οποία βέβαια αποτελεί πολύ σημαντική στήριξη σε μια σεισμόπληκτη χώρα όπως η Ελλάδα, αλλά οδηγεί αναπόφευκτα και σε σημαντική αύξηση του τελικού τιμολογίου.
Για παράδειγμα, με βάση το τιμολόγιο συγκεκριμένης ασφαλιστικής εταιρείας, το «κλασικό» της (το φθηνότερο) πακέτο για μια κατοικία 75 τ.μ., που κατασκευάστηκε το 1980 στα Γρεβενά (κάλυψη κτιρίου 82.500 ευρώ, κάλυψη περιεχομένου 22.500 ευρώ) ανέρχεται σε 71,53 ευρώ ετησίως αν δεν περιλαμβάνει κάλυψη σεισμού και σε 216,85 ευρώ αν την περιλαμβάνει.
Με βάση το τιμολόγιο της ίδιας εταιρείας, το «κλασικό» της πακέτο για ένα σπίτι 100 τ.μ. στην Αττική που κατασκευάστηκε το 1980, χωρίς κάλυψη σεισμού (κάλυψη κτιρίου 110.000 ευρώ, κάλυψη περιεχομένου 30.000 ευρώ) τιμάται στα 102,3 ευρώ.
Γενικότερα, άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν το ύψος του ασφαλίστρου μπορεί να είναι:
• Πρώτον, το αν οι καλύψεις της ασφαλιστικής ξεκινούν από το πρώτο ευρώ της ζημιάς ή από ανώτερο επίπεδο.
• Δεύτερον, η παλαιότητα και η τοποθεσία του ακινήτου.
• Τρίτον, το αν ο πελάτης θα ασφαλίσει μόνο τις ζημιές του κτιρίου, ή και του περιεχομένου (έπιπλα, εγκαταστάσεις).
• Και τέταρτον, οι εκπτώσεις που προσφέρουν πολλές εταιρείες στους ασφαλισμένους τους. Συνήθως, στους πελάτες που έχουν ήδη ασφαλίσει την κατοικία τους προσφέρονται εκπτώσεις για άλλες ασφαλίσεις, όπως για παράδειγμα στο αυτοκίνητο, στα προγράμματα υγείας και στην κάλυψη εμπορικού ακινήτου.