«Η πλήρης αποκατάσταση της πρόσβασης της Ελλάδας -και των χρηματοπιστωτικών της ιδρυμάτων- στις διεθνείς αγορές, αποτελεί το μεγάλο ζητούμενο προκειμένου η χώρα μας να επιστρέψει στην ανάπτυξη. Και για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για τον ευρωπαϊκό νότο και ολόκληρη την Ευρωζώνη, απαιτείται να προχωρήσει τάχιστα η τραπεζική ενοποίηση».
Αυτό τόνισε ο πρόεδρος της ΚΕΕΕ και του ΕΒΕΑ κ. Κωνσταντίνος Μίχαλος στην ομιλία του στο ετήσιο συνέδριο των προέδρων του Παγκόσμιου Δικτύου Γερμανικών Επιμελητηρίων με τίτλο «Ευρωπαϊκά Εμπορικά και Βιομηχανικά Επιμελητήρια: Ένα ισχυρό δίκτυο για τις ΜμΕ, την ανταγωνιστικότητα και την εκπαίδευση», που πραγματοποιείται σήμερα στο Μιλάνο.
Ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδας και του ΕΒΕΑ, τόνισε: «τα παιχνίδια με την τραπεζική πίστη, που κορυφώθηκαν στην περίπτωση της Κύπρου, βλάπτουν ανεπανόρθωτα όχι μόνο την προσπάθεια ανάκαμψης της Ελλάδας και του ευρωπαϊκού Νότου, αλλά και συνολικά της Ευρωζώνης. Υπάρχει, πράγματι, ανάγκη να σπάσει ο κρίκος μεταξύ τραπεζικών και δημοσιονομικών κρίσεων. Αλλά αυτό δεν μπορεί να επιχειρηθεί σε βάρος της σταθερότητας και της αξιοπιστίας των τραπεζικών συστημάτων».
Αυτό που απαιτείται είναι να υπάρξουν ταχύτερα βήματα προς την κατεύθυνση της τραπεζικής ενοποίησης μέσα από ένα σύστημα κοινής εποπτείας των τραπεζών, ένα κοινό ταμείο εκκαθάρισης αφερέγγυων τραπεζών και βεβαίως ένα πανευρωπαϊκό σύστημα εγγύησης καταθέσεων. Θα πρέπει επιτέλους να γίνει κατανοητό, ότι η επιβίωση, η συνοχή και η ανάπτυξη της Ευρωζώνης απαιτεί γενναίες αποφάσεις. Αποφάσεις με γνώμονα ένα κοινό και μακρόπνοο όραμα. Και όχι με βραχυπρόθεσμες πολιτικές σκοπιμότητες», επεσήμανε ο κ. Μίχαλος, εκφράζοντας την ελπίδα ότι μετά τις γερμανικές εκλογές θα αλλάξει η πολιτική της Ε.Ε. που ευθύνεται εν πολλοίς για τη διατήρηση της κρίσης.
«Η οικονομική κρίση», συνέχισε ο κ. Μίχαλος, «έχει αναδείξει ένα ευρύτερο ζήτημα συνοχής και αλληλεγγύης, που πρέπει να αντιμετωπίσουμε. Ναι, η ευρωζώνη βρέθηκε σε δύσκολη θέση εξαιτίας των δομικών αδυναμιών που συνόδευσαν το σχεδιασμό της νομισματικής ένωσης. Κι αυτές πρέπει να διορθωθούν. Το μεγαλύτερο πλήγμα που έχει δεχθεί η ευρωπαϊκή ιδέα οφείλεται στην ανάδυση μιας διχαστικής και λαϊκίστικης ρητορικής, από όλες τις πλευρές. Μιας ρητορικής που στηρίχθηκε σε προσβλητικά στερεότυπα και στην αναζήτηση εξωτερικών ενόχων και εχθρών. Αυτού του είδους οι προσεγγίσεις, όχι μόνο επιδείνωσαν την κρίση, αλλά δημιούργησαν το έδαφος για την ενίσχυση ακραίων πολιτικών μορφωμάτων σε όλη την Ευρώπη.
Σήμερα, ένα χρόνο πριν τις εκλογές για τη συγκρότηση του κορυφαίου ευρωπαϊκού θεσμού, είναι ανάγκη να εστιάσουμε τις προσπάθειές μας στην αποκατάσταση ενός ενωτικού κλίματος. Δεν πρέπει να αφήσουμε τη δυσαρέσκεια των πολιτών για την οικονομική κρίση να μετατραπεί σε όχημα για την αμφισβήτηση του ευρωπαϊκού οράματος. Να μη γίνει αφορμή για να ξεχαστούν οι λόγοι για τους οποίους δημιουργήθηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση. Γι' αυτό πιστεύω ότι σήμερα η Ευρώπη έχει ανάγκη από ισχυρές φωνές -τόσο σε πολιτικό όσο και σε επιχειρηματικό επίπεδ- υπέρ της ενότητας, της αλληλεγγύης, της αλληλοκατανόησης και της συνένωσης δυνάμεων».
Αναφερόμενος στο ρόλο των Επιμελητηρίων, ο πρόεδρος της ΚΕΕΕ και του ΕΒΕΑ τόνισε: «Η κρίση που βιώνουμε οφείλει να λειτουργήσει ως καταλύτης αλλαγής, τόσο για τις οικονομίες των χωρών μας, όσο και για τις ίδιες τις επιχειρήσεις μας. Διανύουμε μια εποχή στην οποία στοιχεία όπως η εξωστρέφεια, η ανταγωνιστικότητα και η προσαρμοστικότητα αποτελούν προϋποθέσεις όχι μόνο ανάπτυξης, αλλά και επιβίωσης. Απέναντι σε αυτές τις προκλήσεις, ο θεσμός των Επιμελητηρίων μπορεί και πρέπει να αναλάβει ενεργό ρόλο, όχι μόνο σε εθνικό αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Γι' αυτό και θεωρώ ιδιαίτερα σημαντική τη διοργάνωση εκδηλώσεων όπως η σημερινή.
Τα δίκτυα των Ευρωπαϊκών Επιμελητηρίων διαθέτουν το μοναδικό πλεονέκτημα να συνδυάζουν την τοπική γνώση -σε επίπεδο περιφέρειας ή ακόμα και νομού- με τη δυνατότητα για δράση σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Δράση με τη μορφή παραγωγής και διάχυσης της γνώσης, με τη μορφή της δικτύωσης, της ανάπτυξης προτάσεων, της διεκδίκησης και της συμμετοχής στη λήψη αποφάσεων. Πιστεύω ότι αυτό το πλεονέκτημα πρέπει να αξιοποιηθεί.
Σήμερα -περισσότερο από ποτέ- απαιτείται ισόρροπη και αποτελεσματική εκπροσώπηση των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων και των επιχειρήσεων του Ευρωπαϊκού Νότου. Όχι μόνο γιατί οι επιχειρήσεις αυτές έχουν ανάγκη κάθε δυνατή υποστήριξη, αλλά και γιατί η μάχη που δίνουν όλα αυτά τα χρόνια ενάντια στην ύφεση, μπορεί να προσφέρει χρήσιμα μαθήματα στο σύνολο της ευρωπαϊκής επιχειρηματικής κοινότητας».
Όπως τόνισε ο κ. Μίχαλος, «η ανεργία επηρεάζει σήμερα περισσότερους από 5,5 εκατομμύρια νέους στην Ευρώπη. Η Ελλάδα κατέχει δυστυχώς τα πρωτεία, με την ανεργία στους νέους ηλικίας κάτω των 25 ετών να αγγίζει το 59%. Το σύστημα της διπλής επαγγελματικής κατάρτισης, όπως έχει εφαρμοστεί με επιτυχία σε χώρες όπως η Γερμανία και η Αυστρία, μπορεί πράγματι να βοηθήσει σημαντικά στην αντιμετώπιση του προβλήματος.
Με το συνδυασμό της πρακτικής εξάσκησης σε επιχειρήσεις και της θεωρητικής εκπαίδευσης, εξασφαλίζει καλά εκπαιδευμένους εργαζόμενους, συμβάλει στη μείωση των ποσοστών ανεργίας και ταυτόχρονα ενισχύει τις επιχειρήσεις. Η υλοποίηση ενός τέτοιου συστήματος απαιτεί βιώσιμες δομές και κυρίως συνεργασία μεταξύ της Πολιτείας και του επιχειρηματικού κόσμου. Η Πολιτεία από την πλευρά της να δημιουργήσει τις δομές θεωρητικής κατάρτισης και η αγορά να παραχωρήσει θέσεις πρακτικής εξάσκησης».
«Τα Επιμελητήρια μπορούν, βεβαίως, να έχουν σημαντικό ρόλο προς αυτήν την κατεύθυνση, όχι μόνο σε τοπικό επίπεδο, αλλά και σε ευρωπαϊκό με μεταφορά εμπειρίας, τεχνογνωσίας, καλών πρακτικών κ.τ.λ. Τα παραδείγματα διασυνοριακών συνεργασιών είναι αρκετά για να αναδείξουν τις δυνατότητες που υπάρχουν και το τι μπορούμε να κάνουμε στη συνέχεια. Εμείς, ως Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων Ελλάδος είμαστε πρόθυμοι να αναλάβουμε πρωτοβουλίες, σε συνεργασία με τους εταίρους μας από άλλες ευρωπαϊκές χώρες», κατέληξε ο πρόεδρος της ΚΕΕΕ και του ΕΒΕΑ.