Τη ρήση «τα δικά μου δικά μου και τα δικά σου δικά μου» δείχνει να ακολουθεί η ΔΕΗ με την πολιτική που ασκεί στην ημερήσια αγορά ηλεκτρισμού.Η αναδιοργάνωση της αγοράς ηλεκτρισμού, που αποφασίσθηκε φέτος το καλοκαίρι, είχε στόχο τη μείωση του συνολικού κόστους με περιορισμό της παραγωγής ηλεκτρισμού από μονάδες φυσικού αερίου και την υποκατάστασή της με λιγνιτική.
Το αίτημα με έμφαση έθετε όλο το προηγούμενο διάστημα η ενεργοβόρα βιομηχανία, ως έναν τρόπο για ελάφρυνση του ενεργειακού της κόστους, με δεδομένο ότι η παραγωγή ηλεκτρισμού από λιγνίτη κοστίζει περίπου το μισό από την παραγωγή από φυσικό αέριο (40 και 80 ευρώ η μεγαβατώρα αντίστοιχα).
Ωστόσο, το ίδιο αίτημα είχε και η ΔΕΗ, υποστηρίζοντας ότι ο τρόπος λειτουργίας των ανεξάρτητων μονάδων (ιδιωτικές) την υποχρέωνε να μειώνει την παραγωγή των λιγνιτικών και να αγοράζει ακριβή ηλεκτρική ενέργεια από τους ιδιώτες για να την πουλήσει στους πελάτες της.
Έτσι με την αναδιοργάνωση της αγοράς οι ανεξάρτητοι παραγωγοί μείωσαν την παραγωγή των μονάδων φυσικού αερίου που κατέχουν. Θα ανέμενε δε κανείς να υπάρξει αύξηση παραγωγής της ΔΕΗ από λιγνίτες. Από τα στοιχεία ωστόσο του πρώτου δεκαπενθημέρου του Σεπτεμβρίου προκύπτουν τα εξής πολύ ενδιαφέροντα:
• Η παραγωγή των ανεξάρτητων μονάδων φυσικού αερίου μειώθηκε όντως κατά 37% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2012.
• Η παραγωγή των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, υπέρ των οποίων, θεωρητικά, έγινε η αναδιοργάνωση της αγοράς, αντί να αυξηθεί, μειώθηκε και αυτή κατά περίπου 9,5%.
• Η παραγωγή των μονάδων φυσικού αερίου της ΔΕΗ αυξήθηκε πάνω από 200% σε σχέση με το δεκαπενθήμερο του Σεπτεμβρίου 2012.
Με βάση τα απολογιστικά στοιχεία για το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, οι πέντε ιδιωτικές μονάδες έδειξαν έμπρακτα ότι δεν πιέζουν για αύξηση της παραγωγής τους, αφού αυτή ήταν μειωμένη κατά περίπου 150.000 μεγαβατώρες. Μάλιστα κάποιος θα περίμενε ότι αντίστοιχα μικρότερη ή μεγαλύτερη άνοδος της παραγωγής θα καταγραφόταν για τις λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ.
Συνέβη ακριβώς το αντίθετο, δηλαδή οι λιγνίτες πρόσφεραν λιγότερες περίπου 110.000 μεγαβατώρες από ό,τι πέρυσι, ενώ οι μονάδες φυσικού αερίου της ΔΕΗ πρόσφεραν περισσότερες 197.200 μεγαβατώρες.
Με βάση αυτήν τη συμπεριφορά της ΔΕΗ, στην αγορά λένε ότι απλώς οι ισχυρισμοί της περί ετεροβαρών, σε βάρος της, όρων λειτουργίας της αγοράς ήταν προσχηματικοί και ότι εν τέλει η δημόσια επιχείρηση συνεχίζει να έχει ως στρατηγικό της στόχο τη συμπίεση του ανταγωνισμού εκμεταλλευόμενη το μέγεθος και το χαρτοφυλάκιο καυσίμων που διαθέτει.
Τέλος, δεν πρέπει να υποτιμηθεί το γεγονός ότι η συγκεκριμένη τακτική της ΔΕΗ με μείωση της παραγωγής από λιγνίτη και αύξηση της αντίστοιχης από φυσικό αέριο την επιβαρύνει με πρόσθετο κόστος, ενώ το επιπλέον κόστος για όλο το σύστημα ανέρχεται σε περίπου 462.000 ευρώ την ημέρα για αγορά φυσικού αερίου (κόστος περίπου 80 ευρώ η μεγαβατώρα). Ποσό το οποίο προσαυξάνεται με την αποθετική ζημία που προκαλεί η μειωμένη παραγωγή των λιγνιτικών.
Όλα αυτά μάλιστα τη στιγμή που επικαλείται προβλήματα ρευστότητας, τα οποία δεν της επιτρέπουν να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της απέναντι στον ΛΑΓΗΕ και τον ΑΔΜΗΕ.
Το αέριο και η ρήτρα take or pay
Σύμφωνα με πληροφορίες του Euro2day.gr, τις κινήσεις αυτές η ΔΕΗ προσπαθεί να τις δικαιολογήσει με το ότι θα πρέπει να αυξήσει την κατανάλωση φυσικού αερίου, προκειμένου να αποφύγει την επιβάρυνσή της με τις ρήτρες «take or pay» για ποσότητες που δεν θα καταναλωθούν. Ωστόσο, υπάρχει σοβαρός αντίλογος για το επιχείρημα αυτό, καθώς η μεν ΔΕΠΑ έχει καλύψει ήδη περίπου το 80% των υποχρεώσεών της έναντι των προμηθευτών της, ενώ οι καταναλωτές-πελάτες της ΔΕΠΑ επιβαρύνονται αναλογικά με ρήτρες «take or pay», στην περίπτωση που θα τις καταβάλει η ΔΕΠΑ.
Όλα δείχνουν επιπλέον ότι φέτος η ΔΕΠΑ δεν πρόκειται να επιβαρυνθεί με ρήτρες, οπότε και δεν θα τις μετακυλίσει στους πελάτες της.