«Δημιουργούν κινδύνους ρευστότητας στις τράπεζες». Με την σκληρή αυτή φράση περιγράφει τις αρχικές διατάξεις του νομοσχεδίου για την ρευστότητα των επιχειρήσεων η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, στη γνωμοδότηση που έστειλε στο υπουργείο Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας.
Οι επισημάνσεις της ΕΚΤ έγιναν αμέσως αποδεκτές από την κ. Λούκα Κατσέλη και αφορούν στα εξής βασικά σημεία:
Πρώτον, σε ό,τι αφορά τις ενήμερες οφειλές των επιχειρήσεων η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα "συνιστά" υπαγωγή στις ρυθμίσεις των ενήμερων οφειλών, δάνεια - και όχι κεφάλαια κίνησης - με ανεξόφλητο κεφάλαιο μέχρι ένα ορισμένο ύψος (350.000 ευρώ ή 200.000 ευρώ ανά σύμβαση, ανάλογα με τις προϋποθέσεις που ορίζονται).
Δεύτερον, στις ληξιπρόθεσμες οφειλές τα δάνεια σε καθυστέρηση που μπορούν να ενταχθούν στην ρύθμιση περιορίζονται στο 1,5 εκατ ευρώ από 3 εκατ ευρώ (ανά σύμβαση).
Οπως τονίζει το Υπουργείο Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας, και Ναυτιλίας η νέα διατύπωση έχει όριο ανά σύμβαση αντί ανά τράπεζα. Μία ΜΜΕ επιχείρηση μπορεί να έχει περισσότερες από μια συμβάσεις σε μια Τράπεζα, οπότε μπορεί να ωφεληθεί περισσότερο τώρα, συγκριτικά με την παλιότερη διατύπωση, αλλά και οι Τράπεζες ωφελούνται διότι περιορίζεται το λειτουργικό και διαδικαστικό κόστος που θα είχαν, αν έπρεπε να τροποποιήσουν σε μία επιχείρηση πολλές συμβάσεις για να επιτευχθεί συγκεκριμένο ύψος ποσού ανά Τράπεζα.
Παράλληλα το ύψος ανά δανειακή σύμβαση που ορίζεται με τη νέα διατύπωση, είναι στα πλαίσια που συνήθως έχουν οι ΜΜΕ.
Η συζήτηση του νομοσχεδίου για τη ρύθμιση των επιχειρηματικών και επαγγελματικών οφειλών και τις αλλαγές στον ΤΕΙΡΕΣΙΑ άρχισε σήμερα στην Ολομέλεια της Βουλής.
Κατά τη συζήτησή του σήμερα στη Βουλή, κατατέθηκαν μια σειρά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, ως απόρροια του διαλόγου που είχε το Υπουργείο με όλους τους φορείς, οι οποίες λαμβάνουν υπόψη και παρατηρήσεις της ΕΚΤ, όπως αυτές διατυπώνονται στη γνωμοδότηση που δημοσιοποίησε σήμερα.
Σημειώνεται ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα παρείχε γνωμοδότηση επί του νομοσχεδίου του Υπουργείου Οικονομίας για την τόνωση της ρευστότητας και την ρύθμιση επιχειρηματικών οφειλών, μετά από σχετικό αίτημα του υπουργείου.
Σύμφωνα με πηγές του Υπουργείου και σε σχέση με τις παρατηρήσεις της ΕΚΤ σημειώνουν ότι συμπεριελήφθη διάταξη που προβλέπει ότι στο σ/ν υπάγονται χορηγήσεις που έχουν δοθεί μόνο από τα εν Ελλάδι ευρισκόμενα καταστήματα τραπεζών.
Σημειώνεται, δε, ότι το μερίδιο χορηγήσεων των Ευρωπαϊκών τραπεζών που λειτουργούν στην Ελλάδα είναι πάρα πολύ μικρό. Ως εκ τούτου, είναι αμελητέος ο κίνδυνος να υπάρξει αντίκτυπο στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα σε άλλα κράτη μέλη της ΕΕ.
Παράλληλα οι ίδιες πηγές "απαντούν" στις παρατηρήσεις της ΕΚΤ για την παρακώλυση των πιστώσεων πως τα σχέδια στήριξης τραπεζών ήταν επίσης παρεμβάσεις στους κανόνες ελεύθερης αγοράς, λόγω κρίσης. Ως εκ τούτου, τα οφέλη για τις επιχειρήσεις που θα προκύψουν από το σ/ν μπορεί να θεωρηθούν ως (μερικώς) αντισταθμιστικά για το κοινωνικό σύνολο της στήριξης που παρείχε στις τράπεζες το ΕΔ.
Το κείμενο της γνωμοδότησης, το οποίο έχει αναρτηθεί και στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ, δημοσιεύεται στη δεξιά στήλη "Συνοδευτικό Υλικό".
Ειδικότερα, όλες οι αλλαγές στο ν/σ τόνωσης της ρευστότητας έχουν ως εξής:
Νομοτεχνικές βελτιώσεις
1.Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 1 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Φυσικά ή νομικά πρόσωπα, τα οποία έχουν συνάψει με πιστωτικά ιδρύματα συμβάσεις δανείων ή πιστώσεων για επιχειρηματικούς, επαγγελματικούς ή αγροτικούς σκοπούς, δικαιούνται να ζητήσουν από τα ιδρύματα αυτά την υπαγωγή σε ρύθμιση των συνολικών οφειλών από την κάθε σύμβαση δανείου ή πίστωσης οι οποίες έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες μετά την 30.06.2007 και μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου».
2.Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 1 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Το σύνολο της ληξιπρόθεσμης οφειλής που υπάγεται σε ρύθμιση δεν μπορεί να υπερβαίνει το ένα εκατομμύριο πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ».
3.Η παράγραφος 3 του άρθρου 1 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Από τη ψήφιση του παρόντος και μέχρι την 15.3.2010 η καταγγελία σύμβασης της παραγράφου 1 εξαιτίας ληξιπρόθεσμων οφειλών παράγει τα αποτελέσματά της μόνο αν ο οφειλέτης δεν ζητήσει εντός ενός μηνός από την κοινοποίηση της καταγγελίας την υπαγωγή σε ρύθμιση της ληξιπρόθεσμης οφειλής σύμφωνα με την παράγραφο 2. Η προθεσμία του ενός μηνός δεν αρχίζει αν δεν ενημερωθεί ο οφειλέτης για το δικαίωμα αυτό».
4.Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 1 διαμορφώνεται ως ακολούθως:
«Οφειλέτες από συμβάσεις της παραγράφου 1, των οποίων οι οφειλές έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες μετά την 1.1.2005 και μέχρι την 30.06.2007, μπορούν να ζητήσουν να υπαχθούν σε ρύθμιση σύμφωνα με τα παραπάνω, υπό τον όρο ότι θα αποπληρωθεί μέχρι την 15.05.2010 ποσό ίσο με το δέκα τοις εκατό της οφειλής που προκύπτει, χωρίς να υπολογίζονται τόκοι υπερημερίας και ανατοκισμού, για τους οποίους τηρείται χωριστός λογαριασμός».
5.Στην παράγραφο 5 του άρθρου 1 η ημερομηνία «15.3.2010» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «15.4.2010» και η ημερομηνία «30.6.2010» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «31.7.2010».
6.Η παράγραφος 6 του άρθρου 1 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Στις διατάξεις του παρόντος άρθρου υπάγονται και ληξιπρόθεσμες οφειλές από συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης με χρηματοδοτικά και πιστωτικά ιδρύματα που δεν έχουν καταγγελθεί. Η διάρκεια της αποπληρωμής της οφειλής δεν μπορεί να υπερβαίνει τον εναπομένοντα μέχρι τη λήξη της μίσθωσης χρόνο. Στην περίπτωση της υπέρβασης δεν εφαρμόζεται το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 2. Καταγγελίες μετά την 15.12.2009 και μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου δεν παράγουν τα αποτελέσματά τους. Hπαράγραφος 3 εφαρμόζεται και για τις συμβάσεις αυτές». 7.Η παράγραφος 7 του άρθρου 1 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Δεν υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου ληξιπρόθεσμες οφειλές από συμβάσεις πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων, από ομολογιακά δάνεια, από δάνεια ή πιστώσεις εγγυημένα ή επιδοτούμενα από το Δημόσιο ή εγγυημένα από το Ταμείο Εγγυοδοσίας Μικρών και Πολύ Μικρών Επιχειρήσεων. Στις διατάξεις του παρόντος άρθρου υπάγονται και ληξιπρόθεσμες οφειλές Κοινωφελών Ιδρυμάτων».
8.Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 2 διαγράφεται η φράση «τράπεζες και λοιπά».
9.Η περίπτωση α της παραγράφου 1 του άρθρου 2 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«α) περίοδος χάριτος ενός έτους, χωρίς καταβολή τόκων και κεφαλαίου, με αντίστοιχη παράταση της συμβατικής διάρκειας του δανείου και κεφαλαιοποίηση των τόκων στη λήξη της περιόδου χάριτος, εφόσον η σύμβαση δανείου δεν έχει διανύσει μέχρι την 15.4.2010 το έν τρίτο της προβλεπόμενης συμβατικής διάρκειας», 10.Η παράγραφος 2 του άρθρου 2 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Την επιλογή κατά την προηγούμενη παράγραφο και εφόσον το ανεξόφλητο κεφάλαιο του δανείου δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ έχουν
α) φυσικά και νομικά πρόσωπα, τα οποία τηρούν βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, και εμφανίζουν κατά την τελευταία μέχρι και τον Ιούνιο του έτους 2009 χρήση ετήσιο κύκλο εργασιών μικρότερο των δύο εκατομμυρίων πεντακοσίων χιλιάδων ευρώ και έχουν κατά την ίδια χρήση ζημία. β) αγροτικοί συνεταιρισμοί, ενώσεις αυτών και ομάδες παραγωγών, ανεξάρτητα από την κατηγορία βιβλίων που τηρούν, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της προηγούμενης περίπτωσης».
11.Η παράγραφος 3 του άρθρου 2 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Την επιλογή κατά την παράγραφο 1 και εφόσον το ανεξόφλητο κεφάλαιο του δανείου δεν υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες ευρώ έχουν
α) φυσικά και νομικά πρόσωπα που ασκούν εμπορική δραστηριότητα και κατά τη χρήση του έτους 2008 εμφανίζουν ετήσια ακαθάριστα έσοδα μικρότερα των εκατό πενήντα χιλιάδων ευρώ,
β) φυσικά πρόσωπα που ασκούν κατά κύριο επάγγελμα αγροτική δραστηριότητα,
γ) επιχειρήσεις που έχουν υποστεί σημαντικές καταστροφές από πυρκαγιές ή φυσικά φαινόμενα από το έτος 2007 και μέχρι την δημοσίευση του παρόντος νόμου.
12.Στην παράγραφο 4 του άρθρου 2 η ημερομηνία «15.3.2010» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «14.4.2010».
13.Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 2 μετά τη φράση «Αν καταγγελθούν» προστίθεται η φράση «από το πιστωτικό ίδρυμα».
14.Η παράγραφος 7 του άρθρου 2 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Επιχειρήσεις και επαγγελματίες των πυρόπληκτων νομών κατά τις πυρκαγιές του 2007 στους οποίους χορηγήθηκαν δάνεια δυνάμει της με αριθμό 2/54310/0025/13-9-2007 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ Β 1858) δικαιούνται να ζητήσουν μέχρι την 15.4.2010 αναστολή επί διετία και αναδρομικά από 1.1.2010 της χρεολυτικής αποπληρωμής του άληκτου κεφαλαίου με αντίστοιχη παράταση της συμβατικής διάρκειας του δανείου και καταβολή των τόκων στη διάρκεια της αναστολής σύμφωνα με την περιοδικότητα του εκτοκισμού που προβλέπεται στη σύμβαση. Υπόχρεοι προς αποπληρωμή των τόκων είναι οι δανειολήπτες».
15.Στο τέλος της περίπτωσης α) του άρθρου 1 του άρθρου 40 ν. 3259/2004 (Α 149), όπως η παράγραφος αυτή έχει αντικατασταθεί με το άρθρο 70 του ν. 3746/2009 (α’ 27), και όπως αυτή αντικαθίσταται από την παράγραφο 1 του άρθρου 4, προστίθεται εδάφιο που έχει ως ακολούθως:
«Το προηγούμενο εδάφιο εφαρμόζεται αναλόγως και για συναλλαγματικές και γραμμάτια εις διαταγήν που εξοφλούνται μέσα σε τριάντα ημέρες από τη λήξη τους».
16.Στο τέλος του άρθρου 2 προστίθεται παράγραφος 9 που έχει ως ακολούθως:
«Οι διατάξεις των άρθρων 1 και 2 εφαρμόζονται για δάνεια ή πιστώσεις που χορηγήθηκαν μέσω υποκαταστημάτων που λειτουργούν στην Ελλάδα από πιστωτικά ιδρύματα που έχουν την έδρα τους ή έχουν νομίμως εγκατασταθεί στην Ελλάδα».
17.Στην παράγραφο 1 του άρθρου 6 τίθεται πριν τη λέξη «πιθανολογείται» η λέξη «σφόδρα».
18. Στο τέλος του άρθρου 7 προστίθενται το ακόλουθο εδάφιο:«Η πληρωτέα αξία της επιταγής δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσόν της εγγυήσεως»
19. Στο τέλος του άρθρου 8 προστίθενται τα ακόλουθα:
«Κατά την επιμέτρηση του προστίμου λαμβάνονται ιδίως υπόψη και συνεκτιμώνται: α) η βαρύτητα της παράβασης, β) η συχνότητα αυτής, γ) η διάρκειά της, δ) οι ειδικές συνθήκες τέλεσής της, ε) η ύπαρξη υπαιτιότητας, δ) ο κύκλος εργασιών του παραβάτη και στ) η υπότροπη συμπεριφορά. Οι καταγγελίες για παράβαση του παρόντος νόμου κατατίθενται στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας».
20. Στο άρθρο 10 όπου αναφέρεται η ημερομηνία «31η Δεκεμβρίου 2009», αυτή αντικαθίσταται από την ημερομηνία «29η Ιανουαρίου 2010».
Νέα διευκρινιστική προσθήκη
Με μια διευκρινιστική προσθήκη για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές που μπορούν να ρυθμιστούν, κατατίθεται στη Βουλή για ψήφιση το νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας για τη ρύθμιση οφειλών επαγγελματιών και επιχειρήσεων.
Ειδικότερα:
1. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 1 προστίθεται μετά τη φράση «από τα ιδρύματα αυτά» η φράση «και να επιτύχουν». Το εδάφιο διαμορφώνεται επομένως ως ακολούθως:
«Φυσικά ή νομικά πρόσωπα, τα οποία έχουν συνάψει με πιστωτικά ιδρύματα συμβάσεις δανείων ή πιστώσεων για επιχειρηματικούς, επαγγελματικούς ή αγροτικούς σκοπούς, δικαιούνται να ζητήσουν από τα ιδρύματα αυτά και να επιτύχουν την υπαγωγή σε ρύθμιση των συνολικών οφειλών από την κάθε σύμβαση δανείου ή πίστωσης οι οποίες έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες μετά την 30.06.2007 και μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου».
2. Στο τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 1 προστίθεται μετά τη λέξη «υπερβαίνει» φράση «για κάθε σύμβαση». Το εδάφιο διαμορφώνεται επομένως ως ακολούθως:
«Το σύνολο της ληξιπρόθεσμης οφειλής που υπάγεται σε ρύθμιση δεν μπορεί να υπερβαίνει για κάθε σύμβαση το ένα εκατομμύριο πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ».
3. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 1 αντικαθίσταται η φράση «μπορούν να ζητήσουν να υπαχθούν σε ρύθμιση» από τη φράση «δικαιούνται να ζητήσουν και να επιτύχουν να υπαχθούν στη ρύθμιση». Το εδάφιο διαμορφώνεται επομένως ως ακολούθως:
Οφειλέτες από συμβάσεις της παραγράφου 1, των οποίων οι οφειλές έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες μετά την 1.1.2005 και μέχρι την 30.06.2007, δικαιούνται να ζητήσουν και να επιτύχουν να υπαχθούν στη ρύθμιση σύμφωνα με τα παραπάνω, υπό τον όρο ότι θα αποπληρωθεί μέχρι την 15.05.2010 ποσό ίσο με το δέκα τοις εκατό της οφειλής που προκύπτει, χωρίς να υπολογίζονται τόκοι υπερημερίας και ανατοκισμού, για τους οποίους τηρείται χωριστός λογαριασμός».
4. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 2 προστίθεται μετά την πρόταση «δικαιούνται να ζητήσουν από αυτά» η πρόταση «και να επιτύχουν». Το εδάφιο διαμορφώνεται επομένως ως ακολούθως:
«Φυσικά ή νομικά πρόσωπα, τα οποία έχουν συνάψει με πιστωτικά ιδρύματα συμβάσεις δανείων για επιχειρηματικούς, επαγγελματικούς ή αγροτικούς σκοπούς, δικαιούνται να ζητήσουν από αυτά και να επιτύχουν για οφειλές που δεν έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες, εφόσον διαθέτουν φορολογική και ασφαλιστική ενημερότητα και συντρέχουν οι προϋποθέσεις των επόμενων παραγράφων, να εφαρμοστούν ένα από τα ακόλουθα μέτρα:…»
**Το αρχείο με τις βελτιώσεις στο νομοσχέδιο για τη ρευστότητα με ημερομηνία 13/01/2010 επισυνάπτεται στη δεξιά στήλη "Συνοδευτικό Υλικό".