Επαναφορά των μισθών στα επίπεδα που ήταν πριν από την οικονομική και τραπεζική κρίση του 2013 διεκδικεί η συντεχνία των 10 χιλ. τραπεζικών υπαλλήλων, προκαλώντας την αντίδραση των τραπεζών.
Οι πλείστες εκ των συλλογικών συμβάσεων έληξαν στις 31 Δεκεμβρίου, πλην της Τράπεζας Κύπρου που έχει λήξει από τις 31 Δεκεμβρίου του 2017 και της Εθνικής Τράπεζας που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου του 2016. Το ύψος των αποκοπών που έγινε κατά την κρίση είναι περίπου 15% στις δύο συστημικές τράπεζες και περίπου 10-12% στις υπόλοιπες.
Η Ενωση Τραπεζουπαλλήλων της Κύπρου (ΕΤΥΚ) διεκδικεί επίσης περαιτέρω αύξηση των απολαβών όλων των χαμηλόμισθών. Θεωρεί δεδομένη την καταβολή της ΑΤΑ και των ετήσιων προσαυξήσεων. Η συντεχνία των τραπεζικών υπαλλήλων επαναφέρει επίσης το αίτημα της για συμμετοχή των εργαζομένων στα διοικητικά συμβούλια των τραπεζών. Το αίτημα αυτό είχε γίνει για πρώτη φορά αποδεκτό στον τραπεζικό τομέα από την πρώην Λαϊκή Τράπεζα επί διοίκησης Ανδρέα Βγενόπουλου.
Η ΕΤΥΚ αξιώνει επίσης εκσυγχρονισμό του συστήματος αξιολόγησης σε συνδυασμό με τις απολαβές, με στόχο την καθιέρωση της αντικειμενικότητας, της διαφάνειας και της αξιοκρατίας. Η συντεχνία στο πλαίσιο του εν λόγω αιτήματος ζητά εκσυγχρονισμό και των κριτηρίων προαγωγών.
Σκληρή γραμμή από πλευράς τραπεζών
Την ίδια στιγμή που η ΕΤΥΚ αυξάνει τον πήχη των διεκδικήσεων της, οι τράπεζες φαίνονται διατεθειμένες να κρατήσουν σκληρή γραμμή στην προσπάθεια τους να συγκρατήσουν το εργασιακό κόστος. Ίσως θα είναι η πρώτη φορά που οι τράπεζες θα προσέλθουν στις διαπραγματεύσεις με την ΕΤΥΚ με πρωταρχικά αιτήματα την κατάργηση της ΑΤΑ και όλων των αυτόματων μισθολογικών αυξήσεων.
Ο γενικός διευθυντής της Ομοσπονδίας Εργοδοτών και Βιομηχάνων (ΟΕΒ) Μιχάλης Αντωνίου δήλωσε στο StockWatch ότι «όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, θα πρέπει να κατανοήσουμε τις αντοχές, τις δυνατότητες και τις προοπτικές του τραπεζικού τομέα πριν την υποβολή οποιωνδήποτε διεκδικήσεων».
«Αν θέλουμε», πρόσθεσε, «να είμαστε σοβαροί και δημιουργικοί και όχι συγκρουσιακοί θα πρέπει να βλέπουμε τις πραγματικότητες». Υπέδειξε ότι αν θέλει η ΕΤΥΚ να τιμήσει την ιστορία της θα πρέπει να προσαρμοστεί με τις πραγματικές αντοχές των τραπεζών.
Σημείωσε ότι οι επενδύσεις των μετόχων των τραπεζών έχουν απομειωθεί σημαντικά. Η παροχή μερίσματος προς τους μετόχους που αποτελούσε επί σειρά ετών παράδοση για τις περισσότερες τράπεζες, έχει παρέλθει και είναι άγνωστο πότε οι μέτοχοι θα λάβουν μέρισμα. «Δεν έχω αμφιβολία ότι η ΕΤΥΚ θα τιμήσει την ιστορία της και δεν θα ήθελε να στραγγαλίσει τον τραπεζικό τομέα στον οποίο εργοδοτούνται χιλιάδες μέλη της», παρατήρησε ο κ. Αντωνίου ο οποίος ωστόσο δεν δίστασε να ρίξει το γάντι στην ΕΤΥΚ. «Αν η ΕΤΥΚ τελικά επιλέξει τη σύγκρουση θα την έχει», είπε.
Από πλευρά της ΕΤΥΚ δεν υπάρχει στο παρόν στάδιο οποιαδήποτε αντίδραση στις αναφορές του ανώτατου στελέχους της ΟΕΒ. Η συντεχνία αφήνει να εννοηθεί ότι τα οποιαδήποτε επιχειρήματα της εργοδοτικής πλευράς θα πρέπει να τεθούν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Σημείωσε ότι η σύγκρουση απόψεων και θέσεων μεταξύ των δύο μερών δεν θα πρέπει να γίνεται μέσω των ΜΜΕ, αλλά μέσω των διαδικασιών που προβλέπει ο κώδικας βιομηχανικών σχέσεων.
Αξιωματούχος της ΕΤΥΚ περιορίστηκε να δηλώσει στο StockWatch ότι η συντεχνία δεν διεκδικεί επαναφορά όλου του ποσοστού των αποκοπών των μισθών στον τραπεζικό τομέα. Αυτό το οποίο η ΕΤΥΚ διεκδικεί, είπε, είναι αυτό το οποίο έχει συμφωνηθεί μεταξύ των συντεχνιών και του υπουργείου οικονομικών για το δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα. Η συμφωνία αυτή η οποία επιτεύχθηκε τον περασμένο Μάιο, προβλέπει τη σταδιακή αποκατάσταση των μισθών σε βάθος πενταετίας.
Ανώτατα στελέχη των τραπεζών επεσήμαναν στο StockWatch ότι το τραπεζικό σύστημα συνεχίζει να διέρχεται δύσκολες μέρες και ως εκ τούτου, το εργατικό κόστος, που επωμίζονται οι τράπεζες όχι μόνο δεν θα πρέπει να διογκωθεί αλλά επιβάλλεται η περαιτέρω μείωση του. Υποστήριξαν ότι με βάση τις νέες διεκδικήσεις της ΕΤΥΚ οι τράπεζες θα κληθούν να επωμιστούν ένα δυσβάστακτο οικονομικό βάρος. Παρατήρησαν ότι οι τράπεζες καταβάλλουν σήμερα επιπρόσθετα των μισθών προς το προσωπικό τους, 3% του συνόλου του μισθολογίου τους στο ταμείο υγείας της ΕΤΥΚ συν 1,5% που συνεισφέρει ο κάθε υπάλληλος. Από τον ερχόμενο Μάρτιο οι εργοδότες θα καταβάλλουν επιπρόσθετα και 1,8% στο ΓεΣΥ.
Εξέφρασαν την άποψη ότι αυτό το επιπρόσθετο κόστος δεν θα μπορεί να το αντέξουν οι τράπεζες σε συνάρτηση και με την καταβολή 9% στο ταμείο προνοίας των υπαλλήλων και τις εισφορές σε τρίτους όπως στα ταμεία κοινωνικής συνοχής και στο ΤΚΑ το ύψος των οποίων ανέρχεται στο 8,3%.
ΠΗΓΗ: Stockwatch.com.cy