To "Eθνικό"... πρόβλημα του Γενικού Δείκτη

Σοβαρά ερωτήματα εγείρονται για την αντιπροσωπευτικότητα του Γ.Δ. αλλά και τη χρησιμότητά του ως δείκτη για αποτελεσματικά χαρτοφυλάκια, λόγω των στρεβλώσεων που προκύπτουν. Τι δείχνει σχετική έρευνα.

  • των Ν. Φίλιππα, Α. Βαγενά
To Eθνικό... πρόβλημα του Γενικού Δείκτη
Η πρόσφατη υπερβολική πτώση του Χρηματιστηρίου των Αθηνών -εκτός από το γεγονός ότι αντανακλά εγχώρια προβλήματα και αδυναμίες όπως η υψηλή επικινδυνότητα και η χαμηλή εμπορευσιμότητα- ανέδειξε και τα προβλήματα κατασκευής και αντιπροσώπευσης του Γενικού Δείκτη του Χρηματιστηρίου των Αθηνών.

Παρά το γεγονός, λοιπόν, ότι η πρόσφατη κρίση αφορούσε κυρίως στον χρηματοπιστωτικό κλάδο των Ηνωμένων Πολιτειών, ο δείκτης Dow Jones των 30 blue chip επιχειρήσεων έχει απολέσει από την αρχή του έτους έως τις 20/3/2008 μόλις 7,48%, ο δείκτης των 500 μεγαλύτερων επιχειρήσεων των ΗΠΑ Standard and Poor’s 10,08% και ο Γενικός Δείκτης 27,38%.

Το αποτέλεσμα αυτό ερμηνεύεται τόσο από τον τρόπο υπολογισμού των σχετικών δεικτών όσο και από τη σχετική συμμετοχή του τραπεζικού κλάδου αλλά και συγκεκριμένων μετοχών στο σύνολο του δείκτη. Ενώ λοιπόν ο χρηματοπιστωτικός κλάδος στο τέλος του 2007 στον δείκτη Dow Jones αποτελούσε μόλις το 7,67%, στον δείκτη Standard and Poor’s το 17,6%, στον Γενικό δείκτη του Χ.Α. πάνω από 47%, στον δε FTSE 20 πάνω από 68%!!

Τα προηγούμενα χαρακτηριστικά εγείρουν σοβαρές αμφιβολίες τόσο για την ορθότητα κατασκευής και αντιπροσώπευσης του Γενικού Δείκτη όσο και για το κατά πόσον ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου είναι ένα αποτελεσματικό χαρτοφυλάκιο (efficient portfolio).

Σκοπός του άρθρου αυτού είναι ο έλεγχος της σχετικής αποτελεσματικότητας έξι (6) διεθνών χρηματιστηριακών δεικτών σε σχέση με τις έξι αντίστοιχες περισσότερο εμπορεύσιμες μετοχές που περιλαμβάνονται σε αυτούς. Πιο συγκεκριμένα, επιλέχθηκαν τρεις κεφαλαιαγορές ώριμων κρατών (Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία και Γερμανία) και τρεις κεφαλαιαγορές που χαρακτηρίζονται λιγότερο ανεπτυγμένες (Ελλάδα, Ιρλανδία και Πορτογαλία).

Ο έλεγχος της σχετικής αποτελεσματικότητας των δεικτών έγινε με σύγχρονες οικονομετρικές τεχνικές της συμπεριφοράς των ημερήσιων αποδόσεων των δεικτών σε σχέση με τις πιο εμπορεύσιμες μετοχές που περιλαμβάνονται σε αυτούς. Ο σχετικός έλεγχος πραγματοποιήθηκε για την περίοδο 1/1/1999 έως 21/5/2007, ένα σύνολο 1.928 παρατηρήσεων.

Ο έλεγχος αφορούσε:

- στον δείκτη FTSE 100 του Λονδίνου, ως προς την εταιρία Vodafone,
- στον δείκτη CAC 40 του Παρισιού, ως προς την εταιρία Alcatel,
- στον δείκτη DAX 30 της Φρανκφούρτης, ως προς την εταιρία Deutsche Telekom,
- στον Γενικό Δείκτη του Χ.Α., ως προς την Εθνική Τράπεζα,
- στον δείκτη PSI 20 της Λισαβόνας, ως προς την Energias De Portugal και, τέλος,
- στον δείκτη ISEQ Overall του Δουβλίνου, ως προς τη Ryanair Holdings.

Τα εμπειρικά αποτελέσματα ήταν ιδιαίτερου ενδιαφέροντος και αποκάλυψαν ότι οι τρεις χρηματιστηριακοί δείκτες των ώριμων κεφαλαιαγορών είναι πιο αποτελεσματικοί σε σχέση με τις αντίστοιχες περισσότερο εμπορεύσιμες εξετασθείσες μετοχές που περιλαμβάνονται σε αυτούς.

Αντίθετα, οι χρηματιστηριακοί δείκτες της Ελλάδας και της Ιρλανδίας φαίνεται ότι είναι λιγότερο αποτελεσματικοί από τις εξετασθείσες μετοχές. Τέλος, τα αποτελέσματα για τον δείκτη της Πορτογαλίας είναι ασαφή.

---Συμπεράσματα

Τα εμπειρικά αποτελέσματα της ανάλυσής μας δημιουργούν σοβαρές αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα του Γενικού Δείκτη του Χρηματιστηρίου των Αθηνών. Σύμφωνα με αυτά, μία μόνο μετοχή, της Εθνικής Τράπεζας, επηρεάζει στατιστικά σημαντικά και διαμορφώνει τον Γενικό Δείκτη του Χ.Α. Το γεγονός αυτό εγείρει σοβαρά ερωτήματα για την ορθότητα κατασκευής και αντιπροσώπευσης του Γενικού Δείκτη.

Πέρα από τις αυτονόητες άμεσες στρεβλώσεις που αυτό το χαρακτηριστικό προκαλεί, οι έμμεσες επιπτώσεις είναι και αυτές ιδιαίτερα σημαντικές αφού οι υπάρχοντες χρηματιστηριακοί δείκτες χρησιμοποιούνται ως χαρτοφυλάκια αναφοράς (benchmark), δημιουργούνται Δεικτοπoιημένα Αμοιβαία Κεφάλαια πάνω σε αυτούς (index funds) και μόλις πρόσφατα δημιουργήθηκε ένα Α/Κ διαπραγματεύσιμο στο χρηματιστήριο με βάση τη δομή του FTSE 20.

Απαιτείται λοιπόν η κατασκευή αξιόπιστων χρηματιστηριακών δεικτών οι οποίοι θα αντανακλούν την πορεία της ελληνικής οικονομίας και θα είναι αντιπροσωπευτικοί για την πλειονότητα των μετοχών που είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο της Αθήνας και όχι μόνον για ένα μικρό τμήμα τους.

* Ο κ. Ν. Φίλιππας είναι Αναπληρωτής Καθηγητής του Πανεπιστημίου Πειραιώς
 
** Η κ. Α. Βαγενά είναι Μ.Sc. του Πανεπιστημίου Πειραιώς

Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v