Υπάρχει αυξανόμενος κίνδυνος ότι ο Αμερικανός πρόεδρος Τραμπ θα ακολουθήσει μια πολιτική αποδυνάμωσης του δολαρίου. Μια τέτοια κίνηση, εξάλλου, έχει νόημα στο πλαίσιο του «προγράμματός» του, ιδίως αν λάβουμε υπόψη τόσο ότι οι εξαγωγές είναι αναγκαίες για την ανάπτυξη όσο και ότι ένα πιο αδύναμο USD θα βοηθούσε τις υπερχρεωμένες αναδυόμενες αγορές να μειώσουν το βάρος του αυξανόμενου κόστους κεφαλαίου λόγω των επιτοκίων – ενός κεφαλαίου που στο μεγαλύτερο μέρος του είναι εκφρασμένο σε USD.
Μπορούν να γίνουν έντονοι παραλληλισμοί ανάμεσα σε όσα συμβαίνουν σήμερα και όσα ίσχυαν το 1985, όταν οι G5 υπέγραψαν τη «Συμφωνία του Πλάζα» (Plaza Accord) με στόχο να ενισχύσουν την ανάπτυξη μέσω της αποδυνάμωσης του δολαρίου.
Όπως εξηγεί η Investopedia:
«Μεταξύ 1983 και 1984, το ΑΕΠ των ΗΠΑ αναπτύχθηκε κατά 3%, με το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών να πλησιάζει κατ’ εκτίμηση το 3-3,5% του ΑΕΠ, ενώ τα ευρωπαϊκά κράτη κατέγραψαν αρνητική ανάπτυξη του ΑΕΠ σε επίπεδο -0,7%, με τεράστια εμπορικά πλεονάσματα. Το ίδιο συνέβη στην Ιαπωνία. Τα εμπορικά ελλείμματα σε γενικές γραμμές απαιτούν ξένη χρηματοδότηση.
Από τις αρχές έως τα μέσα της δεκαετίας του 1980, η Ιαπωνία και η Δυτική Γερμανία αγόραζαν αμερικανικά ομόλογα, γραμμάτια και συναλλαγματικές μέσω των πλεονασμάτων τους προκειμένου να χρηματοδοτήσουν τα ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών των ΗΠΑ, εις βάρος των δικών τους οικονομιών.
Η εμφάνιση πολιτικών προστατευτισμού, λοιπόν, ήταν απλώς ζήτημα χρόνου – πολιτικών οι οποίες δεν θα έβλαπταν μόνο την εγχώρια ανάπτυξη των ΗΠΑ αλλά θα πυροδοτούσαν και εμπορικούς πολέμους που θα ανέτρεπαν ολόκληρο το εμπορικό σύστημα σε διεθνές επίπεδο.»
Εξακολουθώ να πιστεύω ότι θα βρεθούμε αντιμέτωποι με μια πολιτική αποδυνάμωσης του δολαρίου η οποία θα εκφραστεί με έναν από τους ακόλουθους τρεις τρόπους:
Την έμμεση μέθοδο: Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι προωθούν ξένα νομίσματα. Το είδαμε πρόσφατα να συμβαίνει με την Κίνα και ξανά πριν από λίγες μέρες με τη Γερμανία.
Την άμεση μέθοδο, εκδοχή α’: Εφαρμογή μιας νέας «Συμφωνίας του Πλάζα» –ή μιας «Συμφωνίας του Πύργου Τραμπ», αν το προτιμάτε (ευχαριστώ τον @mikeharrisNY για την ιδέα)– στο πλαίσιο της οποίας οι G8 υποχρεώνονται να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με μια αμερικανική κυβέρνηση που τηρεί ξεκάθαρη ανήλεη πολιτική.
Την άμεση μέθοδο, εκδοχή β’ (εκδοχή που θεωρούμε πιο πιθανή): Εκτυλίσσεται μια νομισματική πολιτική de facto αποδυνάμωσης του δολαρίου με τρόπο παρόμοιο με αυτόν που ακολούθησε ο πρώην πρόεδρος Ρίτσαρντ. Μ. Νίξον – του οποίου ο υπουργός Οικονομικών, Τζον Κόναλι, είχε δηλώσει στους G7, στο πλαίσιο της συνάντησης του 1971 στη Ρώμη: «Το δολάριο είναι μεν δικό μας νόμισμα, αλλά και δικό σας πρόβλημα».
Είμαι πεπεισμένος ότι ο πρόεδρος Τραμπ έχει ως πρότυπο τον Νίξον. Αυτό μεταξύ άλλων συνεπάγεται σκληρό λόγο, εχθρική στάση απέναντι στα μέσα ενημέρωσης και εθνικιστικό πρόγραμμα. Επιπλέον, και οι δύο πρόεδροι θεώρησαν ότι έλαβαν μια εντολή αλλαγής: ο Νίξον να αποσύρει τις ΗΠΑ από το Βιετνάμ και ο Τραμπ να φροντίσει για τους «χαμένους Αμερικανούς».
Εκτός αυτού, ένας πιο μεσοπρόθεσμος δείκτης που παρακολουθώ –ο εβδομαδιαίος δείκτης του δολαρίου– καταγράφει επίσης κάμψη...
Θα κλείσω με μια επισήμανση, σημειώνοντας ότι ο συνάδελφός μου και επικεφαλής Στρατηγικής Συναλλάγματος, John J. Hardy, παραμένει ο κύριος εκπρόσωπος της Saxo Bank σε ό,τι αφορά τις αγορές συναλλάγματος.
Οι δικές μου τοποθετήσεις είναι περισσότερο μεσο- και μακροπρόθεσμες, αγνοούν τις γενικές προσδοκίες και τη βραχυπρόθεσμη τεχνική οπτική, ενώ είναι περισσότερο κατάλληλες για μοντέλα κατανομής κεφαλαίων.
*O Steen Jakobsen είναι επικεφαλής οικονομολόγος της Saxo Bank.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.