Η παγκόσμια οικονομία μπορεί να βρίσκεται στα πρώτα στάδια μιας νέας κρίσης, κι η Fed είναι για άλλη μια φορά στο μάτι του κυκλώνα, υποστηρίζει ο Stephen Roach, επικεφαλής οικονομολόγος της Morgan Stanley στην Ασία και καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Γέιλ.
Καθώς η Fed προσπαθεί να βγει από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE), τη χωρίς προηγούμενο πολιτική μαζικής αγοράς μακροπρόθεσμων ομολόγων, πολλές αναπτυσσόμενες χώρες ξαφνικά βρίσκονται παγιδευμένες σε μέγκενη. Το νόμισμα και οι χρηματαγορές στην Ινδία βυθίζονται κι οι παράπλευρες ζημίες είναι εμφανείς στη Βραζιλία, στη Νότια Αφρική και στην Τουρκία.
Η Fed επιμένει ότι δεν έχει ευθύνη, όπως έκανε και μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008-2009. Παραμένει σε άρνηση, σημειώνει ο καθηγητής. Αν δεν ήταν η συμπίεση των επιτοκίων των ομολόγων στις ανεπτυγμένες χώρες, που επέφερε το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης από το 2009, δεν θα είχαν πλημμυρίσει με βραχυπρόθεσμο ζεστό χρήμα.
Η Fed είναι σχεδόν η μόνη κεντρική τράπεζα που ακολουθεί μη συμβατική πολιτική νομισματικής χαλάρωσης. Επιπρόσθετα, οι προαναφερθείσες αναπτυσσόμενες οικονομίες έχουν ένα κοινό σημείο: υψηλά ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Ένα μεγάλο έλλειμμα στο ισοζύγιο είναι κλασικό σύμπτωμα μιας οικονομίας που σε προ κρίσης περίοδο ζούσε πέρα από τις δυνάμεις της, με αποτέλεσμα να επενδύει περισσότερα από όσα αποταμιεύει. Ο μόνος τρόπος να διατηρηθεί η οικονομική ανάπτυξη εν μέσω μιας τέτοιας ανισορροπίας στο ισοζύγιο είναι να δανειστούν από πλεονασματικές χώρες, υπογραμμίζει ο καθηγητής.
Εδώ είναι που έπαιξε τον ρόλο του το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Παρείχε πλεόνασμα κεφαλαίων, από τις ανεπτυγμένες χώρες, που αναζητούσαν υψηλές αποδόσεις, επιτρέποντας στις αναπτυσσόμενες να παραμένουν σε τροχιά ανάπτυξης. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, οι εισροές κεφαλαίων στις αναπτυσσόμενες οικονομίες από το 2009, φτάνουν τα 4 τρισ. δολάρια. Αυτές οι εισροές τις ξεγέλασαν ότι οι ανισορροπίες τους είναι διατηρήσιμες, κάνοντάς τες να νομίζουν ότι μπορούν να αποφύγουν την πειθαρχία που απαιτείται για να βάλουν τις οικονομίες του σε βιώσιμη τροχιά.
Οι κεντρικοί τραπεζίτες έκαναν ό,τι μπορούσαν για να κρύψουν το πρόβλημα. Υπό την ηγεσία του Μπερνάνκε, για παράδειγμα, η Fed παρέβλεψε την πιστωτική και τη χρηματιστηριακή φούσκα, αντιμετωπίζοντάς τες ως νέες πηγές οικονομικής ανάπτυξης.
Η στρατηγική εξόδου από το QE, υποστηρίζει ο καθηγητής, απλώς θα στρέψει τη ρευστότητα, από τις αναπτυσσόμενες αγορές στις αναπτυγμένες. Προς το παρόν -με τη Fed να υπαινίσσεται την πρώτη φάση της εξόδου- οι χρηματαγορές ήδη αντιδρούν στις προσδοκίες για μειωμένη παραγωγή χρήματος και για αύξηση των επιτοκίων στον ανεπτυγμένο κόσμο.
Τα προσαρμοσμένα στο ρίσκο επιτόκια έχουν απλώς αρχίσει να στρέφονται εναντίον των αναπτυσσόμενων χωρών. Οι οικονομίες με τα μεγαλύτερα ελλείμματα είναι οι πρώτες που αντιμετωπίζουν προβλήματα. Ως αποτέλεσμα αυτές έχουν εγκλωβιστεί σε παγίδα πολιτικής: Ο ορθόδοξος μηχανισμός άμυνας για νομίσματα υπό πίεση συνήθως απαιτεί μεγαλύτερα επιτόκια. Όμως αυτό είναι μια μη αποδεκτή επιλογή για τις οικονομίες που βιώνουν πίεση στον ρυθμό ανάπτυξης.
Πού θα σταματήσει αυτό κανείς δεν ξέρει, σημειώνει ο Stephen Roach. Αλλά με περισσότερα από δέκα μεγάλες κρίσεις να χτυπούν την παγκόσμια οικονομία από το 1980, δεν υπάρχει αμφισβήτηση: οι ανισορροπίες είναι μη βιώσιμες, ανεξάρτητα από το πόσο σκληρά προσπαθούν οι κεντρικές τράπεζες να μειώσουν τις συνέπειες.
Οι αναπτυσσόμενες οικονομίες αισθάνονται την πίεση της ώρας του απολογισμού της Fed. Είναι ένοχες που απέτυχαν να αντιμετωπίσουν τις ανισορροπίες τους στις χρυσές εποχές. Όμως και η Fed είναι το ίδιο ένοχη, αν όχι περισσότερο, για τη σχεδίαση αυτού του αποτυχημένου πειράματος.
* O Stephen S. Roach είναι πρώην επικεφαλής της Morgan Stanley Ασίας και ο επικεφαλής οικονομολόγος της εταιρείας, senior fellow και senior lecturer του πανεπιστημίου του Yale.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.