Η Morgan Stanley τοποθετεί την Alpha Bank στην έγκριτη λίστα της με τις κορυφαίες επιλογές παγκοσμίως από τον τραπεζικό κλάδο.
H μετοχή της Alpha Βank είναι στη λίστα Financials' Finest Global Banks στα top picks μαζί με τις: Banco Bradesco, Bank of Ningbo, CaixaBank, China Minsheng, CTBC Financial, ICICI Bank, ING Groep, JPMorgan Chase, Lloyds Banking, Μ&Τ Bank, Nu Holdings, Region Financial Corp, Sumitomo Mitui και Wells Fargo.
«Η τιμή-στόχος για την Alpha Βank είναι το 1,99 ευρώ με περιθώριο ανόδου 38%, με τη μερισματική απόδοσή της να προβλέπεται στο 3% και τον πολλαπλασιαστή κερδοφορίας στις 5 φορές για το 2024. Η μετοχή είναι διαπραγματεύσιμη με πολλαπλασιαστή εσωτερικής αξίας (P/TBV) στις 0,5 φορές το 2025, τόσο βάσει consensus όσο και βάσει των εκτιμήσεών μας. Ο δείκτης αποδοτικότητας ενσώματων ιδίων κεφαλαίων προβλέπεται σε 10,4%. Οι διαρθρωτικές αλλαγές στο χαρτοφυλάκιο της τράπεζας θα πρέπει να ‘απαλύνουν’ τα χτυπήματα στα καθαρά έσοδα από τόκους στο μέλλον. Πιστεύουμε ότι η τράπεζα είναι σε θέση να υπερασπιστεί τα περιθώρια κερδοφορίας σε ένα περιβάλλον μειώσεων των επιτοκίων και είναι η κορυφαία επιλογή μας στην περιοχή Ευρώπης, Μέσης Ανατολής και Αφρικής (ΕΜΕΑ). Παραμένουμε επίσης υπερεπενδεδυμένοι (overweight) στην Τράπεζα Πειραιώς και την Εθνική Τράπεζα, δεδομένης της αμυντικής καταθετικής τους βάσης, ενώ για τη μετοχή της Eurobank είμαστε ουδέτεροι», επισημαίνει η τράπεζα.
Tι βλέπει για τον εγχώριο τραπεζικό κλάδο το 2024
Οι ελληνικές τράπεζες αποτέλεσαν τις προτιμώμενες επιλογές το 2023 για τη Morgan Stanley εντός των τραπεζών της περιοχής Κεντρικής, Ανατολικής Ευρώπης, Μέσης Ανατολής και Αφρικής (CEEMEA). Μετά την πρόσφατη υποχώρηση βλέπει τα επίπεδα εισόδου ως ελκυστικά. Οι αξιολογήσεις για τις ελληνικές τράπεζες είναι overweight, δεδομένων των ελκυστικών θεμελιωδών στοιχείων και της αξίας τους. Η τιμή-στόχος είναι το 1,99 ευρώ για την Alpha Βank, τα 7,50 ευρώ για την Εθνική Τράπεζα, τα 4,16 ευρώ για την Τράπεζα Πειραιώς και το 1,95 ευρώ για τη μετοχή της Eurobank.
Η επενδυτική τράπεζα επισημαίνει τα ακόλουθα ως καταλύτες για τη μακροπρόθεσμη πορεία των ελληνικών τραπεζών:
- Τις δυναμικές μακροοικονομικές προβλέψεις και προοπτικές, καθώς αναμένεται αύξηση του ΑΕΠ στην Ελλάδα κατά 2,3% - 2,4% το 2024 και το 2025, ξεπερνώντας την ανάπτυξη της Ευρωζώνης.
- Ανάκαμψη των χορηγήσεων, καθώς η δυναμική θα συνεχιστεί υποστηριζόμενη από τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης, την αύξηση των επενδύσεων και τα ισχυρά μακροοικονομικά μεγέθη που οδηγούν σε αύξηση των καθαρών δανείων κατά 6%, κατά μέσο όρο, την περίοδο 2023-2025.
- Αν και η αύξηση των καθαρών εσόδων από τόκους αναμένεται να είναι αργή το 2024, καθώς αρχίζει ο κύκλος μείωσης των επιτοκίων, η βάση είναι υψηλότερη, δεδομένου του σταθερού περιθωρίου κέρδους και την επέκταση λόγω των χαμηλών beta των καταθέσεων.
- Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια είναι πλέον σε μονοψήφια ποσοστά και η ποιότητα του ενεργητικού παραμένει ανθεκτική.
Η αύξηση των χορηγήσεων θα παραμείνει ανθεκτική και προβλέπει ότι τα δάνεια θα εμφανίσουν αύξηση 4% με 5% την περίοδο 2024-2025 σε όλες τις τράπεζες. Η μεταβολή των καθαρών εσόδων από τόκους θα είναι χαμηλότερη κατά -6% κατά μέσο όρο το 2024, καθώς η επίδραση των υψηλότερων δανείων εξισορροπείται από τα χαμηλότερα περιθώρια κέρδους λόγω του κύκλου μείωσης των επιτοκίων.
Όλες οι ελληνικές τράπεζες έχουν πλέον μονοψήφιο δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων και η ποιότητα του ενεργητικού θα συνεχίσει να δείχνει ανθεκτικότητα το 2024-2025, με μια οριακή μόνο αύξηση στις προβλέψεις το 2024. «Οι προσπάθειες ‘καθαρισμού’ του κόστους αναμένεται να διατηρήσουν τα λειτουργικά κόστη υπό έλεγχο, με τον δείκτη αποδοτικότητας ενσώματων ιδίων κεφαλαίων να βλέπει κάποια μικρή πρώτη το 2024, καθώς τα επιτόκια μειώνονται από την ΕΚΤ», συμπεραίνει η επενδυτική τράπεζα Morgan Stanley.