Morgan Stanley: Επιτυχημένη η έξοδος της Ελλάδας

Η οικονομία πηγαίνει καλύτερα και πρέπει να αναμένονται αναβαθμίσεις, τονίζει ο οίκος. «Κλειδί» η δυνητική ανάπτυξη. Το παράθυρο ένταξης στο QE και η πρόκληση της αντιμετώπισης της «κληρονομιάς» που άφησε η κρίση. Αβεβαιότητα για τη μακροπρόθεσμη εικόνα του χρέους.

Morgan Stanley: Επιτυχημένη η έξοδος της Ελλάδας

H έξοδος της Ελλάδας από το πρόγραμμα θα είναι πιθανότατα επιτυχημένη, τονίζει η Morgan Stanley σε ανάλυσή της. Όπως υποστηρίζει, η οικονομία πηγαίνει καλύτερα και η βιωσιμότητα χρέους έχει βελτιωθεί. Εκτιμά ότι θα υπάρξουν περαιτέρω αναβαθμίσεις από τους οίκους, ενώ δημιουργείται παράθυρο ευκαιρίας για ένταξη της χώρας στο QE. Μακροπρόθεσμα, ωστόσο, τονίζει ότι το μονοπάτι του χρέους δείχνει περισσότερο αβέβαιο.

Το «κλειδί» της επιτυχίας

Η Ελλάδα ακολουθεί τα βήματα των άλλων περιφερειακών χωρών, τονίζει. «Καθαρή έξοδος» μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος προσαρμογής. Υπάρχουν, ωστόσο, πολλά στοιχεία για να κάνουν την έξοδο επιτυχημένη, κάποια εκ των οποίων δεν είναι στον έλεγχο της χώρας. Μεγαλύτερες διακυμάνσεις στις αγορές, για παράδειγμα, εξαιτίας της αβεβαιότητας στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή, είναι ένα ρίσκο. Η Morgan Stanley, ωστόσο, υποστηρίζει ότι εκτός εάν υπάρξει έκπληξη σε αυτό το μέτωπο, η κατάσταση στην Ελλάδα βελτιώνεται με τρόπο που το σενάριο της εξόδου θα γίνει πραγματικότητα.

Τα βασικά «μαξιλάρια» είναι το μεγάλο ποσό για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών, αλλά και το γεγονός ότι ο χρηματοοικονομικός τομέας δείχνει σε καλύτερη κατάσταση, με την εξάρτηση από τον ELA να έχει μειωθεί κατακόρυφα, αν και τα κόκκινα δάνεια παραμένουν υψηλά. Η χαλάρωση των capital controls είναι επίσης θετική εξέλιξη.

Σε κάθε περίπτωση, ο οίκος, στο ερώτημα αν το χρέος είναι βιώσιμο, σχολιάζει ότι «δεν υπάρχει ξεκάθαρη απάντηση», αλλά οι μεσοπρόθεσμες εκτιμήσεις είναι καλές.

Στους βραχυπρόθεσμους καταλύτες περιλαμβάνει την πιθανότητα αναβαθμίσεων από τους οίκους αξιολόγησης, κάτι που θα στηρίξει την επενδυτική εμπιστοσύνη. Ένα αλλό ερώτημα είναι αν θα ενταχθεί η χώρα στο QE. Εκτιμά ότι με δεδομένη την εκτίμηση της Κομισιόν ότι το χρέος θα ακολουθήσει καθοδική πορεία, υπάρχει παράθυρο ευκαιρίας ώστε η ΕΚΤ να κάνει αυτό το βήμα. Το παράθυρο ωστόσο μπορεί να είναι «μικρό», καθώς μετά το τέλος του προγράμματος στις 20 Αυγούστου, η επιλεξιμότητα δείχνει απίθανη, δεδομένης της αξιολόγησης της οικονομίας σε επίπεδο κατώτερο της επενδυτικής βαθμίδας.

Σε ό,τι αφορά τη μακροπρόθεσμη αβεβαιότητα, ο οίκος στέκεται στο θέμα του χρέους. Ωστόσο, σημειώνει ότι οι θεσμοί δηλώνουν έτοιμοι να βοηθήσουν, αν τα πράγματα εξελιχθούν χειρότερα απ’ όσο αναμένεται, κάτι που προσφέρει κάποια εξασφάλιση.

Μια αναδυόμενη ανάπτυξη

Η Morgan Stanley θυμίζει ότι η χώρα έχασε το 25% του ΑΕΠ στην κρίση αλλά τώρα ανακάμπτει και δείχνει ελαφρά ισχυρότερο μομέντουμ. Αυτό είναι ενθαρρυντικό, τονίζει, αλλά πρέπει να διατηρηθεί. Η εκτίμηση είναι ότι φέτος το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 2,3%, όσο και το 2019, και γύρω στο 2% την περίοδο μεταξύ 2020-22. Τα ποσοστά αυτά είναι υψηλότερα από τη μέση εκτίμηση.

Σημειώνει ότι με βάση τα τελευταία στοιχεία, η ανάπτυξη στηρίζεται στον εξαγωγικό τομέα και στις επενδύσεις και όχι στην κατανάλωση, κάτι που είναι σε αυτή τη φάση θετικό.

Η εγχώρια κατανάλωση παραμένει το «κλειδί», αναφέρει, θυμίζοντας ότι αυτό έχει φανεί σε άλλες χώρες που πέρασαν από πρόγραμμα προσαρμογής. Οι εξαγωγές θα βοηθήσουν, αλλά στην Ελλάδα η εξάρτηση από τις εισαγωγές παραμένει υψηλή. Ετσι, χρειάζεται προσοχή στα θεμελιώδη στοιχεία για την κατανάλωση και τις επενδύσεις.

Όπως σχολιάζει, καταγράφεται βελτίωση σε ό,τι αφορά την καταναλωτική εμπιστοσύνη, αλλά η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού εξακολουθεί να παλεύει για να βρει αισιοδοξία για την οικονομία. Αυτό δεν είναι πολύ θετικό καθώς επηρεάζει τις αποφάσεις των νοικοκυριών αναφορικά με τις δαπάνες τους.

Από την άλλη πλευρά, η εμπιστοσύνη μπορεί να βελτιωθεί επειδή η αγορά εργασίας ανακάμπτει και αυξάνονται οι προσλήψεις. Η μείωση της ανεργίας συνεχίζεται για αρκετό καιρό αλλά η αύξηση των μισθών δεν δείχνει ιδιαίτερη δυναμική, κάτι που αναμένεται να συνεχιστεί για αρκετό διάστημα, αν πρόκειται να διατηρηθεί η ανταγωνιστικότητα.

Σε ό,τι αφορά το διαθέσιμο εισόδημα, η Morgan Stanley εκτιμά ότι έχει σταματήσει να μειώνεται και οι προϋπολογισμοί των νοικοκυριών πιθανά θα αρχίσουν πάλι να αυξάνονται.

Ενώ πάντως στα νοικοκυριά η εικόνα είναι μικτή, οι επιχειρήσεις δείχνουν εν γένει αισιόδοξες για την οικονομική κατάσταση και αυτό δεν οφείλεται σε έναν κλάδο αλλά τόσο στη βιομηχανία όσο και στις υπηρεσίες και στο λιανεμπόριο. Στις κατασκευές, η βελτίωση είναι πολύ πιο μέτρια, αν και υπάρχει κάποια.
Αυτή η στροφή λειτουργεί ενισχυτικά στις επενδύσεις και οι εταιρείες δείχνουν έτοιμες να επεκτείνουν τις κινήσεις τους επενδύοντας αυξανόμενο ποσοστό από τα κέρδη τους. Ακόμα, όμως, οι επενδυτικές κινήσεις βρίσκονται κάτω από τις αποσβέσεις, κάτι που σημαίνει ότι ως σύνολο στην οικονομία δεν επενδύονται αρκετά για να διατηρηθεί το υφιστάμενο δυναμικό. Αυτό γίνεται μετά από χρόνια πολύ μειωμένων επενδύσεων και πιθανά επηρεάζει τη δυνητική ανάπτυξη.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα πράγματα βελτιώνονται, συνεχίζει η Morgan Stanley, αλλά το να πάμε σε υψηλότερη αναπτυξιακή τροχιά θα εξαρτηθεί από μια σειρά θετικών αποτελεσμάτων που θα βάλουν τον σπόρο ενός «ενάρετου κύκλου», κάνοντας την ανάπτυξη βιώσιμη. Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι τα εξωτερικά ρίσκα αυξάνονται.

Συνοψίζοντας, τονίζεται ότι η κυκλική ανάκαμψη θα αρχίσει να αποκτά σταδιακά κάποιο μομέντουμ. Όμως εκτός από τον οικονομικό κύκλο, η δυνητική ανάπτυξη είναι επίσης «κλειδί». Το υψηλό χρέος που υπάρχει σημαίνει ότι το στοιχείο αυτό θα είναι αντικείμενο προσοχής για δεκαετίες. Η ανάπτυξη θα είναι το «κλειδί» της λύσης.

Η δυνητική ανάπτυξη

Οι τρεις «οδηγοί»: Σύμφωνα με τη Morgan Stanley, τα δημογραφικά στοιχεία, το κεφάλαιο και η παραγωγικότητα είναι οι «συνήθεις ύποπτοι» που θα πρέπει να εξετάζονται στην προσπάθεια της εκτίμησης της ικανότητας μιας χώρας να συνεχίσει να αναπτύσσεται μεσοπρόθεσμα.

Πιθανή πρόκληση τα δημογραφικά: Αυτό δεν είναι μια ιδιοσυγκρασία της Ελλάδας, όμως τα δημογραφικά πιθανότατα θα αποδειχθούν πρόκληση για την ανάπτυξη τις επόμενες δεκαετίες. Με εξαίρεση τη Γαλλία, οι προβλέψεις δείχνουν συρρίκνωση του πληθυσμού εργάσιμης ηλικίας. Τα επόμενα περίπου 40 χρόνια, ο πληθυσμός θα μπορούσε να είναι γύρω στο 30% λιγότερος απ’ ό,τι είναι σήμερα. Τα επόμενα 80 χρόνια, θα μπορούσε να είναι περίπου 50% χαμηλότερος στις μικρότερες χώρες της ευρωπεριφέρειας, όπως η Ελλάδα και η Πορτογαλία.

Ισχυρότερη συγκέντρωση κεφαλαίων: Αν η εργασία δεν εξελιχθεί ως παράγοντας παραγωγής, τότε ίσως αυτό το κάνει το κεφάλαιο. Οι επενδύσεις φαίνεται να ανακάμπτουν. Όμως, την ίδια στιγμή υπολείπονται των αποσβέσεων. Αν και υπάρχει ξεκάθαρα μεγάλη αβεβαιότητα για το concept αυτό, ιδιαίτερα για ολόκληρο τον εταιρικό τομέα οποιασδήποτε χώρας, δεν αποτελεί έκπληξη που ίσως σημειώθηκε σημαντική επιδείνωση του κεφαλαιακού αποθέματος της Ελλάδας τα τελευταία χρόνια. Και πάλι, αναφέρει η Morgan Stanley, αυτό μπορεί να αλλάξει κάποια στιγμή και οι πρόσφατες τάσεις φαίνονται θετικές. Όμως, για την ώρα, η MS δεν έχει δει να αυξάνονται και πάλι τα αποθέματα κεφαλαίου.

Τι λένε οι διάφορες μετρικές παραγωγικότητας: Ένας άλλος τρόπος που μπορεί κανείς να παράγει περισσότερο είναι αν γίνει πιο παραγωγικός. Με μια περιορισμένη έως αρνητική ανάπτυξη παραγόντων παραγωγής, αυτός φαίνεται να είναι ο τρόπος που πρέπει να επιλεγεί.

Χαμηλή ανάπτυξη της παραγωγικότητας: Έγινε κάποια πρόοδος τα τελευταία χρόνια, όμως σε αυτή τη φάση δεν υπάρχει ισχυρή ανάπτυξη της παραγωγικότητας. Την ίδια στιγμή, αν αυτό ισχύει και σε άλλες περιοχές του κόσμου, που δεν υπέστησαν τέτοια σκληρή οικονομική προσαρμογή, τότε στην Ελλάδα, όπου η ανάκαμψη μόλις τώρα αρχίζει, δεν αποτελεί έκπληξη που και αυτό αποτελεί πρόκληση.

Τι λένε οι διάφορες μετρικές: Εξετάζοντας την αναλογία εργασίας/παραγωγικότητας, φαίνεται πως παραμένουμε σε αρνητικό έδαφος. Άλλα μέτρα δείχνουν μια ελαφρώς πιο αισιόδοξη εικόνα. Για παράδειγμα, η ανάπτυξη της συνολικής παραγωγικότητας φαίνεται να είναι ελαφρώς θετική για κάποια χρόνια και το ΑΕΠ ανά ώρα εργασίας αυξήθηκε και πάλι το 2017, για πρώτη φορά από το 2010.

Μήπως κάτι χάνουμε; Η δυναμική των μεταρρυθμίσεων υπήρξε πολύ ισχυρή το τελευταίο διάστημα. Ως εκ τούτου, φαίνεται πιθανό ο οικονομικός ιστός να εξακολουθεί να προσαρμόζεται σε μια νέα πραγματικότητα και η οικονομία να μην έχει ακόμα απολαύσει τα πλήρη οφέλη όλων των διαρθρωτικών αλλαγών.

Μια πιο ανταγωνιστική οικονομία: Φυσικά, το κόστος είναι ένας μόνο παράγοντας, όμως, για παράδειγμα, τα πρόσφατα κέρδη στο κόστος ανταγωνιστικότητας ήταν αξιοσημείωτα. Και θα μπορούσε, στη συνέχεια, αυτό το χάσμα να διευρυνθεί περαιτέρω, καθώς οι ισχυρότερες μισθολογικές πιέσεις θα αρχίσουν να εντείνονται σε οικονομίες που βρίσκονται σε πιο προχωρημένο στάδιο του κύκλου τους, κάτι που ίσως ωφελήσει την εξωτερική ζήτηση της Ελλάδας.

Ευκολότερο το επιχειρείν: Η ισχυρότερη ανταγωνιστικότητα είναι επίσης πιθανό να προέλθει από ένα περιβάλλον που θα είναι φιλικότερο προς τις επιχειρήσεις. Και πάλι, οι εκθέσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας για την ευκολία του επιχειρείν δείχνουν σημαντική πρόοδο τα τελευταία δέκα χρόνια. Η Ελλάδα παραμένει σε χειρότερη θέση απ’ ό,τι άλλες χώρες της περιφέρειας, όμως έχει καταφέρει να κάνει «άλμα» άνω των 30 θέσεων στις κατατάξεις αυτές.

Αβεβαιότητα για τις προοπτικές: Λόγω όλων αυτών των αλλαγών, η Morgan Stanley θεωρεί πως υπάρχει σημαντική αβεβαιότητα για το επίπεδο της δυνητικής ανάπτυξης της Ελλάδας. Όμως αυτό το επιχείρημα δεν αφορά μόνο την Ελλάδα. Αφορά και άλλες χώρες της ευρωπεριφέρειας, που τα τελευταία χρόνια άσκησαν ισχυρές πιέσεις για μεταρρύθμιση των οικονομιών τους.

Παραμένει δύσκολη η τρέχουσα αποτίμηση: Παρά την αβεβαιότητα, οι διάφορες τεχνικές εξακολουθούν να υποδηλώνουν πως η δυνητική ανάπτυξη, για την ώρα τουλάχιστον, είναι αρκετά αδύναμη.

Διεθνείς συγκρίσεις: Γενικά, φαίνεται πως οι χώρες με μεγαλύτερο σκορ στον βαθμό ευκολίας του επιχειρείν εκλαμβάνονται ως χώρες με καλύτερες προοπτικές. Αυτό επίσης δεν αποτελεί έκπληξη, δεδομένου ότι τα δημογραφικά στοιχεία αποτελούν πρόκληση για σχεδόν κάθε ευρωπαϊκή οικονομία. Το αξιοσημείωτο είναι πως σε χώρες που φαίνεται να τα πηγαίνουν πολύ καλύτερα από την Ελλάδα σε αυτές τις αξιολογήσεις, η δυνητική ανάπτυξη δεν είναι τόσο υψηλή.

Ανάγκη για περαιτέρω βελτιώσεις: Δεδομένων όλων των προαναφερθέντων, φαίνεται πιθανό η Ελλάδα να επωφεληθεί μιας συνεχιζόμενης μεταρρύθμισης της οικονομίας της. Αυτό ίσως βοηθήσει ώστε να βελτιωθεί ακόμα περισσότερο η προοπτική που, σε αυτή τη φάση, φαίνεται μέτρια στην καλύτερη περίπτωση. Η Morgan Stanley θεωρεί πως αυτό είναι «κλειδί» καθώς, εντέλει, η ανάπτυξη θα είναι ένα από τα βασικά στοιχεία για τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημόσιου χρέους.

Είναι βιώσιμο το δημόσιο χρέος;

Σημαντική δημοσιονομική προσαρμογή: Η κατάσταση των δημόσιων οικονομικών είναι τώρα πολύ διαφορετική απ’ ό,τι ήταν πριν από μερικά χρόνια. Στο αποκορύφωμα της κρίσης, η Ελλάδα είχε συνολικά έλλειμμα προϋπολογισμού άνω του 10% του ΑΕΠ, με πρωτογενές έλλειμμα σχεδόν 6% του ΑΕΠ. Σήμερα η Ελλάδα έχει ένα ευμέγεθες πρωτογενές πλεόνασμα και, δεδομένων των χαμηλών πληρωμών τόκων λόγω των σχετικά μεγάλων περιόδων χάριτος, έχει και πλεόνασμα προϋπολογισμού.

Κυκλικό ή διαρθρωτικό; Η αβεβαιότητα ως προς τη δυνητική οικονομική παραγωγή έχει σημασία. Όμως, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το πρωτογενές πλεόνασμα είναι κυρίως διαρθρωτικής φύσεως. Αν αυτό ισχύει, τότε αποτελεί ένα δυνατό σημείο των δημόσιων οικονομικών, καθώς μπορεί να «δείξει» μια μεγαλύτερη ανθεκτικότητα σε πιθανές μελλοντικές πτώσεις.

Μεγάλη προσαρμογή από την πλευρά των εσόδων…: Αν και αυτή τη στιγμή είναι ελάχιστα υψηλότερο από αυτό που παρατηρείται κατά μέσο όρο στην ευρωζώνη, ωστόσο το φορολογικό βάρος της Ελλάδας αυξήθηκε ορατά τα τελευταία χρόνια, κατά σχεδόν 10 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ την τελευταία δεκαετία. Μένει να φανεί αν αυτό θα διατηρηθεί ή, καθώς θνα προχωρά η ανάκαμψη, θα αντιστραφούν σταδιακά κάποια από τα μέτρα λιτότητας.

…αλλά και των δαπανών: Το ζήτημα είναι παρόμοιο σε ό,τι αφορά την ικανότητα να διατηρηθεί μια τόσο μεγάλη προσαρμογή των κρατικών δαπανών, που μειώθηκαν ακόμα περισσότερο από το ΑΕΠ τα τελευταία χρόνια. Σε αυτό το πλαίσιο, η Morgan Stanley εκτιμά πως μπορεί να είναι περιορισμένο το περιθώριο για βελτίωση της βιωσιμότητας του χρέους μέσω περαιτέρω δημοσιονομικών μέτρων. Τι άλλο μπορεί να εξεταστεί; Η δομή του χρέους.

Προφίλ χρέους και κεφαλαιακό «μαξιλάρι»

Χαμηλό μερίδιο συναλλάξιμου χρέους: Όπως επισημαίνει η Morgan Stanley, το μεγαλύτερο μέρος του δημόσιου χρέους της Ελλάδας αποτελείται τώρα από τα δάνεια διάσωσης. Με την τελευταία προβλεπόμενη εκταμίευση από τον ESM, θα μπορούσαν να ανέρχονται σε περίπου 70% του συνολικού χρέους της κεντρικής κυβέρνησης. Αυτό έχει σχέση διότι επηρεάζει και την μέση ωρίμανση του χρέους, μια βασική παράμετρο για την βιωσιμότητα του χρέους.

Μεγάλος μέσος όρος ωρίμανσης χρέους: Ακόμα και χωρίς την πρόσφατη επέκταση, η μέση ωρίμανση ήταν στα 18,1 χρόνια. Πρόκειται για μια αξιοσημείωτα μακρά περίοδο. Στην Πορτογαλία, μια χώρα που επίσης πέρασε από πρόγραμμα προσαρμογής και ως εκ τούτου επίσης έχει δημόσιο χρέος υπό τη μορφή δανείων, η μέση ωρίμανση είναι ελάχιστα μεγαλύτερη από τα οκτώ χρόνια, κάτι που ήδη αποτελεί μια καλή «ασπίδα» έναντι των αυξανόμενων επιτοκίων.

Ομαλό το προφίλ χρέους; Ως έχουν τα πράγματα, φαίνεται να υπάρχει περιθώριο βελτίωσης. Υπάρχουν πολλαπλές περίοδο που το ύψος των χρηματοδοτικών αναγκών δείχνει σημαντική μεταβλητότητα. Επιπλέον, επί του παρόντος το ύψος των χρηματοδοτικών αναγκών επίσης φαίνεται μεγαλύτερο αργότερα. Και, αν η οικονομία δεν ανακάμψει με βιώσιμο τρόπο, αυτό μπορεί να μετατραπεί σε βασικό κίνδυνο. Οι ενεργητικές στρατηγικές διαχείρισης χρέους, όμοιες με αυτές που εφάρμοσαν άλλες χώρες που βγήκαν επιτυχώς από τα προγράμματα διάσωσής τους, είναι πιθανό να αποδειχθούν σημαντικές για να μετριαστούν τα ρίσκα.

Ένα ευμέγεθες κεφαλαιακό «μαξιλάρι»: Ένα άλλο βασικό σημείο για τη βιωσιμότητα του χρέους, είναι το ποσό του κρατικού ρευστού και των καταθέσεων. Αυτά αναμένεται να αυξηθούν σε περίπου 24,1 δισ. ευρώ μέχρι τον Αύγουστο, ποσό που είναι υπέρ αρκετό για να καλυφθούν οι βραχυπρόθεσμες μικτές χρηματοδοτικές ανάγκες της κεντρικής κυβέρνησης (εξαιρουμένων των εντόκων γραμματίων και των διακυβερνητικών ρέπος). Ωστόσο, η ανάλυση αυτή εξακολουθεί να μην επαρκεί ώστε να υπάρξει μια πιο ξεκάθαρη εικόνα ως προς τη βιωσιμότητα του χρέους. Για να συμβεί αυτό, πρέπει να γίνει προσομοίωση ώστε να παρατηρηθεί το πώς εξελίσσεται η τροχιά του χρέους υπό διάφορα σενάρια.  

Η μακροπρόθεσμη δυναμική του χρέους

Μια αβέβαιη άσκηση: Οι προσομοιώσεις του μακροπρόθεσμου χρέους βασίζονται σε πολλές υποθέσεις: για την ανάπτυξη, τον πληθωρισμό, την δυνητική παραγωγή, την ελαστικότητα του προϋπολογισμού, τα επιτόκια και τη δημοσιονομική πολιτική. Υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα για ορισμένα από τα στοιχεία αυτά, ακόμα και βραχυπρόθεσμα. Αν κάποιος κάνει πρόβλεψη για τα επόμενα 40 χρόνια, είναι ευνόητο το πόσο πιο αβέβαια μπορεί να είναι αυτά τα στοιχεία και, ειδικότερα, το πόσο ευάλωτα γίνονται τα συμπεράσματα σε ότι αφορά τις υποθέσεις. Έτσι, η Morgan Stanley δηλώνει πως αυτή η άσκηση δεν πρέπει να υιοθετηθεί ανεπιφύλακτα.

Ποια είναι τα συμπεράσματα: Οι πιστωτές τυπικά θέτουν ένα κριτήριο βιωσιμότητας που συνδέεται με τις μικτές χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας. Σύμφωνα με το κριτήριο αυτό, οι μικτές χρηματοδοτικές ανάγκες δεν πρέπει να ξεπερνούν το 15-20% του ΑΕΠ κάθε έτος. Όταν συνυπολογιστούν οι βραχυπρόθεσμες χρηματοδοτικές ανάγκες της κεντρικής κυβέρνησης (π.χ., έντοκα), υπάρχει δυσκολία στην πρόβλεψη αξιών εντός του εύρους αυτού μακροπρόθεσμα.

Βραχυπρόθεσμα: Όπως επισημαίνει η Morgan Stanley, είναι σημαντικό να λαμβάνεται υπ’ όψιν πως στο πλαίσιο αυτό, μακροπρόθεσμα σημαίνει μια περίοδος που ξεκινά σε περίπου 10 χρόνια. Για τις αγορές, και ίσως ακόμα και για κάποιους εξωτερικούς παρατηρητές όπως οι οίκοι αξιολόγησης, αυτό μπορεί να μην εμπίπτει στον ορίζοντα των προβλέψεών τους. Και οι ίδιοι οι ευρωπαίοι εταίροι έχουν ήδη σημειώσει πως η περαιτέρω ανάλυση του ελληνικού δημόσιου χρέους μπορεί να πρέπει να γίνει στο μέλλον.

Το δημόσιο χρέος θα αρχίσει να μειώνεται: Οι προσομοιώσεις της Morgan Stanley δείχνουν πως, σε σχέση με το ΑΕΠ, το μέγεθος του δημόσιου χρέους πιθανότατα θα μειωθεί, τουλάχιστον μέχρι το 2028-30, αναλόγως των ακριβών υποθέσεων που θα γίνουν ως προς το κόστος που θα αντιμετωπίσει η Ελλάδα για τις επιπλέον εκδόσεις. Πιο μακροχρόνια, ωστόσο, η MS βλέπει πτωτικά ρίσκα. Επαναλαμβάνει πως δεν πρέπει να δίνεται πολύ μεγάλη προσοχή στις λεπτομέρειες των προβλέψεων, συν τοις άλλοις και διότι οι δυνάμεις της αγοράς θα επηρεάσουν τις πιθανότητες υλοποίησής τους. Όμως, με συντηρητικές οικονομικές υποθέσεις, δεν είναι απαραίτητα ξεκάθαρο πως το δημόσιο χρέος θα τείνει να μειωθεί μακροπρόθεσμα.

Μήπως παραβλέπουμε κάτι: Αυτού του είδους οι προσομοιώσεις τείνουν να υποθέτουν μέτρια αλλά σχετικά σταθερή ανάπτυξη. Η Morgan Stanley υποστηρίζει πως, στην πραγματική ζωή, αυτό είναι απίθανο να υλοποιηθεί. Τις δεκαετίες πριν την πρόσφατη κρίση, η ανάπτυξη ήταν συχνά σχετικά ευμετάβλητη, με περιστασιακές υφέσεις.

Ανθεκτικότητα σε μια ευμετάβλητη τροχιά ΑΕΠ: Οι υπολογισμοί της MS δείχνουν πως τα αποτελέσματα των προσομοιώσεών της είναι ανθεκτικά στην μεταβλητότητα της ανάπτυξης του ΑΕΠ. Ωστόσο, και πάλι, αυτό αφορά μόνο το βραχυπρόθεσμο διάστημα. Μακροπρόθεσμα, αν η οικονομία πληγεί από συχνές οικονομικές αναταράξεις, τότε ο δρόμος του χρέους θα μπορούσε να τεθεί σε κίνδυνο, ακόμα και αν κατά μέσο όρο η ανάπτυξη ήταν υψηλότερη.

Πού οφείλεται η ανθεκτικότητα; Σύμφωνα με την Morgan Stanley, συνδέεται με όλη την πρόοδο που έχει επιτευχθεί μέχρι τώρα. Εν μέρει έχει να κάνει με το γεγονός πως τα δημόσια οικονομικά βρίσκονται τώρα σε καλύτερη κατάσταση, διότι το πρωτογενές ισοζύγιο έχει κυρίως διαρθρωτική φύση. Και εν μέρει έχει να κάνει με όλη τη δουλειά που έχει γίνει για τη μείωση των μικτών χρηματοδοτικών αναγκών τα επόμενα χρόνια, μέσω των πολλαπλών γύρων ελάφρυνσης χρέους.

Προσοχή στους «μαύρους κύκνους»: Οι υπολογισμοί αυτοί μπορεί να δίνουν κάποια ανακούφιση, όμως, η επιτυχία της Ελλάδας δεν θα εξαρτηθεί μόνο από πράγματα που μπορεί να ελέγξει. Η απουσία σημαντικών παγκόσμιων σοκ, που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την ανοχή των επενδυτών στα ρίσκα, πιθανόν να αποτελέσει ένα ακόμα «κλειδί». Αυτοί είναι οι «μαύροι κύκνοι» που τείνουν να έχουν μεγαλύτερες επιπτώσεις στις πιο εύθραυστες οικονομίες της ευρωζώνης.

Εν κατακλείδι: Το αν το δημόσιο χρέος της Ελλάδας είναι βιώσιμο ή όχι θα εξαρτηθεί από πολλές συνθήκες. Για την ώρα, η Morgan Stanley θεωρεί πως τα ρίσκα έχουν υποχωρήσει. Οι ευρωπαίοι εταίροι είναι προσηλωμένοι στο να βοηθήσουν, ιδιαίτερα αν η Ελλάδα επίσης δείξει μια δέσμευση στις μεταρρυθμίσεις των διασώσεων. Άρα, η Morgan Stanley θεωρεί πως η έξοδος της Ελλάδας από το πρόγραμμα διάσωσης θα είναι επιτυχής, όμως τα ρίσκα μπορεί να αυξηθούν.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v