Το δολάριο και η θεωρία της βελγικής σοκολάτας

Πριν από ένα χρόνο, οι περισσότεροι αναλυτές συμφωνούσαν πως το δολάριο θα υποχωρούσε έναντι του ευρώ και των άλλων νομισμάτων. Ωστόσο, από τότε το δολάριο μετράει κέρδη 15% έναντι του ευρώ. Ο αρθρογράφος συσχετίζει την εξέλιξη με τη θεωρία της βελγικής σοκολάτας. Απολαύστε τη σύγκριση.

του Paul de Grauwe (*)

Πριν από ένα χρόνο, οι περισσότεροι αναλυτές συμφωνούσαν: το δολάριο δεν είχε άλλη επιλογή από το να υποχωρήσει έναντι του ευρώ και των υπόλοιπων βασικών νομισμάτων των αγορών συναλλάγματος. Όπως έλεγαν, τα τεράστια ελλείμματα των ΗΠΑ δεν γίνεται να παραμείνουν σε αυτά τα επίπεδα και χρειάζεται μια σημαντική υποτίμηση του δολαρίου.

Ένα χρόνο μετά, όλες αυτές οι εκτιμήσεις των αναλυτών αποδείχθηκαν λανθασμένες. Το δολάριο ενισχύθηκε κατά 15% περίπου έναντι του ευρώ. Τι πήγε στραβά; Αφήστε με να απαντήσω στην ερώτηση με μια ιστορία για βελγικές σοκολάτες.

Πριν από μερικές εβδομάδες, πραγματοποιήθηκε ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον πείραμα σε ένα πανηγύρι στις Βρυξέλλες. Στήθηκε ένας πάγκος που πουλούσε κουτιά με βελγικές σοκολάτες. Την πρώτη ημέρα, η τιμή ορίσθηκε στα 9 ευρώ το κουτί. Οι πωλήσεις ήταν καλές.

Την επόμενη ημέρα, η τιμή ενισχύθηκε στα 15 ευρώ το κουτί. Βασιζόμενος στην οικονομική θεωρία, θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι η ζήτηση υποχώρησε. Λάθος. Η ζήτηση διπλασιάστηκε.

Την Τρίτη ημέρα, η τιμή μειώθηκε στα 2 ευρώ το κουτί. Η ζήτηση κατέρρευσε. Τι πήγε στραβά με το νόμο προσφοράς και ζήτησης;

Η εξήγηση δίνεται μόνο από ψυχολόγους. Είναι πολύ δύσκολο, εάν όχι απίθανο, για τον καταναλωτή να διαπιστώσει την ποιότητα της σοκολάτας μόνο από την εμφάνισή τους. Όταν έρχονται αντιμέτωποι με τέτοια αβεβαιότητα για την ”εσωτερική” αξία των πραγμάτων, οι καταναλωτές χρησιμοποιούν απλούς κανόνες που μπορούν να αντιληφθούν. Σε αυτή την περίπτωση, ο απλός κανόνας δεν είναι άλλος από την τιμή της σοκολάτας.

Οι περισσότεροι καταναλωτές έχουν κάποια εμπειρία που τους επιτρέπει να συνδέουν την υψηλότερη τιμή με την καλή ποιότητα. Ως εκ τούτου, κοιτώντας την τιμή των 15 ευρώ, οι καταναλωτές θεωρούν ότι η υψηλή τιμή αντανακλά την καλή ποιότητα και αγοράζουν τις σοκολάτες. Στα 2 ευρώ όμως, οι καταναλωτές θεωρούν ότι οι σοκολάτες δεν είναι αξιόπιστες και δεν τις αγοράζουν. Ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης αντιστρέφεται.

Ας επιστρέψουμε τώρα στο δολάριο. Οι περισσότεροι που ασχολούνται με την αγορά συναλλάγματος δεν έχουν κάποια στοιχείο για τη θεμελιώδη αξία του δολαρίου (την ”ποιότητα” του δολαρίου). Οι ειδικοί και οι καθηγητές επίσης δεν την γνωρίζουν, τουλάχιστον εντός ενός εύρους ισοτιμιών μεταξύ 1-1,3 δολ. έναντι του ευρώ. Για κάθε έναν ειδικό που μας λέει ότι η θεμελιώδης αξία του δολαρίου είναι κοντά στο 1,3 δολ. έναντι του ευρώ, υπάρχει ένας ακόμη που μας διαβεβαιώνει ότι βρίσκεται πιο κοντά στο 1 δολ. Οποιαδήποτε τιμή ενδιάμεσα δείχνει ”δίκαιη”.

Έχοντας να αντιμετωπίσουν τέτοια αβεβαιότητα, οι traders του δολαρίου και του ευρώ δεν έχουν κάποιο τρόπο να γνωρίζουν. Οπότε, θα χρησιμοποιήσουν έναν εύκολο κανόνα που μπορούν να αντιληφθούν. Η τιμή του δολαρίου στην αγορά είναι ένας τέτοιος κανόνας.

Ως εκ τούτου, όταν το δολάριο ενισχύεται για κάποιους τεχνικούς λόγους, ή κατά τύχη, η αύξηση της τιμής του αποτελεί σημάδι για τους επενδυτές ότι πρέπει να υπάρχει κάποια κρυμμένη οικονομική δύναμη που σπρώχνει το νόμισμα σε υψηλότερα επίπεδα. Έτσι, αγοράζουν δολάρια, όπως ακριβώς οι Βέλγοι αγοράζουν σοκολάτες όταν έχουν υψηλή τιμή.

Στον αντίποδα, όταν το δολάριο υποχωρεί για οποιονδήποτε λόγο, οι επενδυτές θεωρούν ότι η υποχώρηση αντανακλά μια θεμελιώδη αδυναμία του νομίσματος, και πουλάνε δολάρια.

Ως αποτέλεσμα αυτού του μηχανισμού, το δολάριο ενισχύεται και υποχωρεί εντός ορίων που καθορίζονται από την έλλειψη γνώσης για τη θεμελιώδη αξία του νομίσματος.

Ωστόσο, υπάρχει κάποια διαφορά μεταξύ της σοκολάτας και του δολαρίου. Ο Βέλγος που αγοράζει ακριβές σοκολάτες μπορεί αμέσως να ελέγξει την ποιότητα, δοκιμάζοντάς τις. Ο αγοραστής των δολαρίων, δεν μπορεί. Όμως, χρειάζεται μια επιβεβαίωση ότι η αγορά που έκανε ήταν καλή. Και σε αυτό το σημείο έρχεται ο αναλυτής.

Ο αναλυτής, ο οποίος δεν γνωρίζει περισσότερα για τη θεμελιώδη αξία του δολαρίου από τον επενδυτή, σκαρφίζεται σενάρια. Έτσι, όταν το δολάριο ενισχύεται, ο αναλυτής ψάχνει τις μεταβλητές στο σύστημα που μπορούν να συνδεθούν με την άνοδο του νομίσματος, αγνοώντας προσεκτικά αυτές που κινούνται σε αντίθετη κατεύθυνση. Έτσι, μαθαίνουμε ότι η ισχύς του δολαρίου πέρυσι οφείλεται σε διαφορές επιτοκίων που ευνοούν το νόμισμα. Η περαιτέρω διεύρυνση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών, η οποία στις προηγούμενες αναλύσεις είχε τεθεί στο προσκήνιο, δεν συμπεριλαμβάνεται στις νέες αναλύσεις.

Η πιο ειλικρινής θέση στο γιατί ενισχύθηκε το δολάριο πέρυσι είναι απλώς ότι δεν ξέρουμε. Όμως δεν μας αρέσει να παραδεχόμαστε ότι δεν ξέρουμε. Η ψυχή μας απεχθάνεται το σκοτάδι της άγνοιας. Γι’ αυτό υπάρχει έντονη ζήτηση για τις υπηρεσίες των αναλυτών. Μας καλύπτουν την ψυχολογική ανάγκη να γνωρίζουμε.

Τι μας λένε όλα αυτά για το 2006; Θα μπορούσατε να συμπεράνετε εύκολα ότι η σκεπτικιστική μορφή του άρθρου δεν θα μου αφήσει περιθώρια να πω κάτι χρήσιμο. Ωστόσο, θεωρώ ότι η συσσωρευμένη ισχύς των αμερικανικών ελλειμμάτων και χρεών θα οδηγήσει το δολάριο σε χαμηλότερα επίπεδα. Όμως, μη με ρωτήσετε πότε ακριβώς θα συμβεί αυτό.

(*) Ο αρθρογράφος είναι καθηγητής οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Leuven.

© The Financial Times Limited 2006. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v