Η δημοσιονομική εμμονή της Ευρώπης

Την πλήρη επαναξέταση της ευρωπαϊκής δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής ζητεί ο αρθρογράφος των FT, Wolfgang Munchau, επισημαίνοντας τουλάχιστον τέσσερα σοβαρά προβλήματα στον τρόπο λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας: την ακαμψία, τη λανθασμένη αντίληψη της αξιοπιστίας, την υπερβολική ανεξαρτησία και μια παθολογική εμμονή με τη δημοσιονομική πολιτική.

του Wolfgang Munchau

O Ludwig Erhard, o θρυλικός μεταπολεμικός υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, κάποτε είχε προσπαθήσει να εξηγήσει τη μεγάλη ύφεση της δεκαετίας του ’30, αποδίδοντάς την καθαρά και μόνο στα καρτέλ. Τότε, δεν είχε σκεφτεί να αναρωτηθεί για τη δημοσιονομική και νομισματική πολιτική της Γερμανίας.

Υπάρχουν πολλές ομοιότητες με την τρέχουσα διαμάχη για την αδύναμη οικονομική απόδοση της ευρωζώνης. Δεν υπάρχει αντίρρηση ότι η ευρωζώνη χρειάζεται δομικές μεταρρυθμίσεις. Όμως οι Ευρωπαίοι θα πρέπει επίσης να εξετάσουν και την αποδοτικότητα της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής.

Μια καλή ευκαιρία θα υπάρξει την Πέμπτη, όταν ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Jean Claude Trichet, θα κληθεί να εξηγήσει γιατί δεν μείωσε τα ευρωπαϊκά επιτόκια για 25ο συνεχόμενο μήνα.

Συγκεκριμένα, οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να ρωτήσουν αν η ΕΚΤ θυσιάζει την οικονομική ανάπτυξη για ένα υπερβολικό επίπεδο σταθερότητας τιμών. Η ΕΚΤ έχει ως πρωταρχικό στόχο τη διασφάλιση της σταθερότητας στις τιμές. Ο πληθωρισμός σπάνια ξεφεύγει κατά πολύ από τον στόχο που έχει επιλέξει η ΕΚΤ, ”κοντά, αλλά χαμηλότερα από το 2%”. Εάν ο μοναδικός στόχος για την ευρωζώνη είναι κρατά τον πληθωρισμό κάτω από το 2% -οι τελευταίες εκτιμήσεις φέρνουν τον πληθωρισμό στο 2,1% τον Ιούνιο- δεν δικαιολογείται όντως μια μείωση των επιτοκίων.

Αυτό μπερδεύει αρκετά τους μη Ευρωπαίους. Γιατί δεν μπορεί η ΕΚΤ να λειτουργήσει περίπου όπως η αμερικανική Federal Reserve;

Η ΕΚΤ μπορεί να μην είναι μια κλασική μονεταριστική κεντρική τράπεζα, αλλά πολλές από τις χώρες που συνθέτουν την Ε.Ε. υπέφεραν από υπερβολικό πληθωρισμό σε κάποια χρονική στιγμή τον τελευταίο αιώνα. Επειδή ο πληθωρισμός αποτελεί, επίσης ιστορικά, τον πιο συχνό λόγο διάσπασης μιας νομισματικής ένωσης, δείχνει λογικό για την ΕΚΤ να είναι ανεξάρτητη και να ακολουθεί αυστηρή πολιτική στη σταθερότητα τιμών.

Ωστόσο, αυτό δεν απαντά πλήρως στην ερώτηση. Η Τράπεζα της Αγγλίας κυνηγά επίσης πληθωριστικούς στόχους, και όμως δείχνει να έχει περισσότερη επιτυχία στη σταθεροποίηση των τιμών και την παράλληλη διασφάλιση υψηλού δείκτη οικονομικής ανάπτυξης.

Υπάρχουν τουλάχιστον τέσσερα σοβαρά προβλήματα στην ΕΚΤ, τα οποία χρήζουν ιδιαίτερης μεταχείρισης: η ακαμψία, η λανθασμένη αντίληψη της αξιοπιστίας, η υπερβολική ανεξαρτησία και μια παθολογική εμμονή με τη δημοσιονομική πολιτική.

Ας εξετάσουμε αυτούς τους τέσσερις ισχυρισμούς. Πρώτον, η ΕΚΤ δεν αντέδρασε επαρκώς στην ευρωπαϊκή οικονομική επιβράδυνση και συνεχίζει να είναι υπερβολικά αισιόδοξη για τις οικονομικές προοπτικές της ευρωζώνης. Θα έπρεπε να είχε μειώσει τα επιτόκια στα τέλη του 2003 κατά μισή ποσοστιαία μονάδα, όταν η οικονομική ανάπτυξη στην ευρωζώνη υποχωρούσε έντονα.

Το δεύτερο πρόβλημα -η λανθασμένη επικέντρωση στην αξιοπιστία- είναι η ατολμία της να παραδεχτεί και να διορθώσει τα λάθη της. Το λάθος ήταν η επιλογή πληθωριστικού στόχου. Η ΕΚΤ υπερασπίστηκε τον απαράδεκτο στόχο του ”κοντά στο 2%” πολλές φορές, ακόμη και αν δεν υπάρχει κάποια στήριξη σε αυτό από την οικονομική λογοτεχνία. Η αλλαγή του και η προσθήκη του περιθωρίου απόκλισης θα βελτίωνε τη λειτουργική της ευελιξία.

Το τρίτο πρόβλημα συνδέεται στενά με το δεύτερο - ο υπερβολικός βαθμός ανεξαρτησίας της κεντρικής τράπεζας. Πολλά οικονομικά βιβλία υποστηρίζουν την ιδέα της ανεξάρτητης κεντρικής τράπεζας. Όμως ο βαθμός ανεξαρτησίας της ΕΚΤ ξεπερνά αυτή των υπόλοιπων κεντρικών τραπεζών κατά πολύ. Σε αντίθεση με την πρώην Bundesbank ή την Τράπεζα της Αγγλίας, η ανεξαρτησία των οποίων είχε θεσπιστεί με έναν απλό νόμο, η ανεξαρτησία της ΕΚΤ επικυρώνεται από διεθνή συνθήκη και είναι σχεδόν αδύνατο να αλλάξει.

Η Federal Reserve και η Τράπεζα της Αγγλίας είναι επίσης ανεξάρτητες, αλλά σε μια πιο περιορισμένη έννοια. Η Fed έχει την υποχρέωση να αναζητά στρατηγική που θα στηρίζει τη σταθερότητα τιμών και θα βελτιστοποιεί την ανάπτυξη και την αγορά εργασίας. Σε αντίθεση με την ΕΚΤ, ποτέ δεν έχει ορίσει στόχο πληθωρισμού. Έχει την άποψη -ορθώς κατ’ εμέ- ότι ένας τέτοιος στόχος ορίζεται από πολιτικούς και όχι από κεντρικούς τραπεζίτες.

Τέταρτον, επιπλήττοντας δημόσια τις κυβερνήσεις για την έλλειψη δημοσιονομικής πειθαρχίας, η ΕΚΤ υπερβαίνει τις ήδη διευρυμένες αρμοδιότητές της. Δεν δρα ως μια κεντρική τράπεζα, αλλά σαν μια ανώτατη οικονομική αρχή στην ευρωζώνη. Η εμμονή με τη δημοσιονομική πολιτική την αποσπά από το δικό της φάσμα καθηκόντων.

© The Financial Times Limited 2005. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v