Feldstein:Γιατί το αδύναμο ευρώ είναι η μόνη λύση

Κατά τον Martin Feldstein η λιτότητα είναι συνταγή της καταστροφής. Θεωρεί πως υπάρχει λύση για την αντιμετώπιση της κρίσης: η αποδυνάμωση του ευρωπαϊκού νομίσματος ίσως και κατά 20%.

  • Martin Feldstein
Feldstein:Γιατί το αδύναμο ευρώ είναι η μόνη λύση
Τα μεγάλα ελλείμματα στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών στην Ιταλία, στην Ισπανία και στη Γαλλία μπορούν να μειωθούν χωρίς να χρειαστεί να αποδυναμωθούν τα εισοδήματα στις εν λόγω χώρες και χωρίς να απαιτηθεί από τη Γερμανία να αποδεχθεί πληθωριστική αύξηση στην εγχώρια ζήτησή της. Το κλειδί για την επέκταση είναι οι καθαρές εξαγωγές στις χώρες εκτός ευρωζώνης.

Οι ανισορροπίες στα ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών είναι το αποτέλεσμα της επιβολής ενός ενιαίου νομίσματος στις 17 χώρες της ευρωζώνης. Εάν υπήρχε ελεύθερη διακύμανση των συναλλαγματικών ισοτιμιών, τότε οι φυσικές πιέσεις των αγορών θα οδηγούσαν σε αποδυνάμωση των νομισμάτων της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Γαλλίας, συγκριτικά με το νόμισμα της Γερμανίας, ωθώντας τις εξαγωγές και μειώνοντας τις εισαγωγές, ενώ παράλληλα θα οδηγούσαν και σε συρρίκνωση του εμπορικού πλεονάσματος της Γερμανίας.

Οι πολιτικοί που σχεδίασαν το ευρώ, σε γενικές γραμμές, δεν σκέφτηκαν τις μελλοντικές ανισορροπίες στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών ή άλλα οικονομικά προβλήματα. Ήθελαν το ευρώ ως μέσο για την επιτάχυνση της πολιτικής ενοποίησης.

Οι συναλλαγματικές ισοτιμίες με τις οποίες οι χώρες έγιναν μέλη της ευρωζώνης διαμορφώθηκαν ώστε να αποφευχθούν οι αρχικές εμπορικές ανισορροπίες. Οι διαφορετικές μισθολογικές αυξήσεις που ακολούθησαν, όμως, οδήγησαν τελικά σε εμπορικές ανισορροπίες.

Οι πολιτικοί και οι τεχνοκράτες που αναγνώρισαν αυτό το πρόβλημα πίστεψαν ότι το ενιαίο νόμισμα με κάποιον τρόπο θα το εκμηδένιζε οδηγώντας σε σύγκλιση την παραγωγικότητα των μελών της ευρωζώνης. Είναι, όμως, σαφές ότι σύγκλιση δεν υπήρξε. Η παραγωγικότητα στη Γερμανία αυξήθηκε πολύ ταχύτερα από ό,τι στην Ιταλία, στην Ισπανία και στη Γαλλία. Η Γερμανία, παράλληλα, επέβαλε περιορισμούς στις αυξήσεις των μισθών. Κατά συνέπεια, οι μισθοί στη Γερμανία αυξήθηκαν κατά 30% λιγότερο από την εισαγωγή του ευρώ σε σύγκριση με το κόστος εργασίας και τις τιμές στις χώρες με χαμηλότερη ανάπτυξη παραγωγικότητας.

Το αποτέλεσμα είναι πως η Γερμανία έχει πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της τάξεως του 5% του ΑΕΠ, ενώ η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία έχουν έλλειμμα της τάξεως του 3,5% του ΑΕΠ εκάστη.

Ορισμένοι οικονομολόγοι και αξιωματούχοι στις χώρες με εμπορικά ελλείμματα υποστηρίζουν ότι η Γερμανία θα πρέπει να επεκτείνει τη ζήτηση για τα προϊόντα τους και να επιτρέψει ταχύτερη αύξηση των μισθών ώστε να μειωθεί το εμπορικό της πλεονέκτημα. Δεν προκαλεί εντύπωση ότι η Γερμανία απορρίπτει αυτές τις προτάσεις.

Οι αξιωματούχοι τόσο αυτής όσο και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας υποστηρίζουν ότι οι χώρες με ελλείμματα πρέπει να προχωρήσουν σε εσωτερική υποτίμηση, μειώνοντας τους μισθούς και τις τιμές ώστε να καταστήσουν πιο ανταγωνιστικά τα προϊόντα τους. Οι εκτιμήσεις διαφέρουν, αλλά ορισμένοι υπολογίζουν ότι απαιτείται μείωση 30% στους μισθούς και στη συνέχεια σταθερά μικρότερη αύξησή τους από ό,τι στη Γερμανία. Αυτό συνεπάγεται μία δεκαετία υψηλότερης ανεργίας και μείωσης του ΑΕΠ - στρατηγική οικονομικά μάταιη και πολιτικά επικίνδυνη.

Μία εναλλακτική πρόταση θα ήταν να μειωθούν οι καταναλωτικές δαπάνες στις χώρες με εμπορικά ελλείμματα, δεδομένου ότι το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών πρακτικά είναι η διαφορά ανάμεσα στην εθνική αποταμίευση και στις επενδύσεις. Η μείωση των καταναλωτικών δαπανών, όμως, απλώς θα οδηγήσει σε μείωση του ΑΕΠ, δεδομένου ότι δεν θα υπάρχει αποδυνάμωση της συναλλαγματικής ισοτιμίας για να υπάρξει ώθηση στις εξαγωγές - κάτι που αποκλείεται στο πλαίσιο της ευρωζώνης.

Έτσι, έρχομαι στη λύση που θα μειώσει τα ελλείμματα στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Γαλλίας χωρίς λιτότητα, χωρίς εσωτερική υποτίμηση και χωρίς γερμανική επεκτατική πολιτική. Η λύση είναι η χαμηλότερη αξία του ευρώ, που θα οδηγήσει σε βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου με τις χώρες εκτός ευρωζώνης.

Η συνολική εμπορικά σταθμισμένη αξία του ευρώ έχει υποχωρήσει κατά 12% από τις αρχές του 2010. Αν και τα θεμελιώδη στοιχεία δείχνουν ότι το ευρώ θα πρέπει σταδιακά να ενισχυθεί έναντι του δολαρίου, οι ανησυχίες για την ευρωζώνη και την ευρωπαϊκή οικονομία έχουν οδηγήσει σε υποχώρησή του έναντι του δολαρίου κατά 10% τους τελευταίους 6 μήνες.

Μεγαλύτερη υποχώρηση της εμπορικά σταθμισμένης αξίας του θα οδηγήσει σε αύξηση των εξαγωγών όλων των χωρών της ευρωζώνης και σε μείωση των εισαγωγών από τις χώρες εκτός ευρωζώνης. Ειδικότερα, η αποδυνάμωση του ευρώ θα βοηθήσει την Ιταλία, την Ισπανία και τη Γαλλία, γιατί το 50% των εισαγωγών και των εξαγωγών τους αφορά χώρες εκτός ευρωζώνης.

Το πλεόνασμα εξαγωγών της Γερμανίας θα αυξηθεί, δίνοντας στο Βερολίνο την ευκαιρία να αυξήσει τις χρηματοοικονομικές και τις ξένες επενδύσεις ή την εγχώρια κατανάλωση.

Δεν είναι σαφές πόσο περισσότερο θα πρέπει να υποχωρήσει το ευρώ για να εκμηδενιστούν τα τρέχοντα ελλείμματα στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών. Μπορεί, όμως, να απαιτηθεί υποχώρηση της εμπορικά σταθμισμένης αξίας του νομίσματος κατά 20% ή και περισσότερο. Αυτό συνεπάγεται συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ κάτω από την αρχική του στο 1,18 δολ.

Τι μπορεί να οδηγήσει σε τόσο σημαντική υποχώρηση; Η τρέχουσα δυναμική από μόνη της ίσως προκαλούσε μία τέτοια εξέλιξη. Στο ίδιο αποτέλεσμα θα μπορούσε να οδηγήσει και η αυξημένη προσφορά ευρώ από την ΕΚΤ για τη διαχείριση των προβλημάτων του τραπεζικού κλάδου. Ακόμη και οι δηλώσεις του Mario Draghi, του προέδρου της ΕΚΤ, που εκφράζουν έλλειψη ανησυχίας για την αποδυνάμωση του ευρώ, θα μπορούσαν οδηγήσουν σε πτωτικές κινήσεις το ενιαίο νόμισμα.

Η υποχώρηση του ευρώ δεν θα μπορούσε να είναι μόνιμη λύση στο χάσμα της παραγωγικότητας που υπάρχει εντός της ευρωζώνης. Θα έδινε, όμως, στις συγκεκριμένες χώρες τον απαραίτητο χρόνο για να βελτιώσουν την ανάπτυξη της παραγωγικότητάς τους προτού επιστρέψει το ενιαίο νόμισμα στην ανοδική πορεία που ορίζουν τα θεμελιώδη στοιχεία. Εάν δεν υπάρξει αυτή η βελτίωση της παραγωγικότητας, τότε δεν υπάρχει άλλη λύση από τον τερματισμό της ευρωζώνης με τη μορφή που τη γνωρίζουμε μέχρι σήμερα.


*Ο Martin Feldstein είναι καθηγητής οικονομικών στο πανεπιστήμιο του Harvard και πρώην επικεφαλής των οικονομικών συμβούλων των ΗΠΑ, ενώ ήταν και ο οικονομικός σύμβουλος του Προέδρου Ronald Reagan.
© The Financial Times Limited 2011. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v