Η ελληνική πτώχευση μπορεί να αποφευχθεί

Τρεις πανεπιστημιακοί καθηγητές οικονομικών εκτιμούν πως η πτώχευση της Ελλάδας μπορεί να αποφευχθεί, με ένα εκτενές πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων που θα ενισχύσει το ΑΕΠ της χώρας κατά 15%.

  • Κώστας Μεγήρ, Δημήτρης Βαγιανός, Νίκος Βέττας*
Η ελληνική πτώχευση μπορεί να αποφευχθεί
Η πτώχευση της Ελλάδας κατά πολλούς είναι κάτι δεδομένο. Οι αγορές δίνουν πιθανότητα μεγαλύτερη του 50% απόλυτης απαξίωσης των ελληνικών τίτλων μέσα σε μία πενταετία.

Εμείς όμως εκτιμούμε ότι η πτώχευση μπορεί να αποφευχθεί με την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων, που θα έπρεπε να έχουν ήδη εφαρμοστεί. Η προσοχή πρέπει να εστιαστεί στην απελευθέρωση των αγορών και στη μακροπρόθεσμη επένδυση στην εκπαίδευση, ώστε να ανακτηθεί η ανταγωνιστικότητα, με ριζικές μεταρρυθμίσεις στο ασφαλιστικό, στο σύστημα υγείας και στο φορολογικό σύστημα, για να μειωθούν οι πιέσεις στο δημόσιο χρέος και να δοθούν αναπτυξιακά κίνητρα.

Οι μεταρρυθμίσεις αυτές είναι δύσκολες, αλλά εφικτές - η απεργία των οδηγών φορτηγών δημοσίας χρήσης τερματίστηκε επειδή η κυβέρνηση έμεινε αμετακίνητη στις θέσεις της.

Το επιχείρημα των πεσιμιστών είναι απλό: Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας προβλέπεται ότι θα ενισχυθεί στο 150% του ΑΕΠ στην τριετία. Για να μετατραπεί το μεγάλο πρωτογενές έλλειμμα σε μεγάλο πρωτογενές πλεόνασμα, όπως απαιτείται για να εξυπηρετείται το δημόσιο χρέος, θα πρέπει να γίνουν τόσο μεγάλες περικοπές των δημοσίων δαπανών που είναι μάλλον απίθανες από πλευράς πολιτικής υλοποίησης.

Τα πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι η Ελλάδα βυθίζεται στην ύφεση με απότομη αύξηση του ποσοστού ανεργίας. Η χαμηλή ανταγωνιστικότητα της χώρας, παράλληλα, αποκλείει την πιθανότητα ισχυρής ανάπτυξης του ΑΕΠ στο μέλλον.

Ένα από τα βασικά επιχειρήματα των πεσιμιστών είναι το ότι η ελληνική οικονομία είναι ιδιαίτερα αναποτελεσματική. Το επιχείρημα αυτό όμως μπορεί εν τέλει να λειτουργήσει προς όφελός της. Κι αυτό γιατί συνεπάγεται πως οι μεταρρυθμίσεις -οι οποίες υπό τις παρούσες συνθήκες είναι εφικτές- θα έχουν σημαντική απόδοση. Η ισχυρή πλειονότητα των Ελλήνων αναγνωρίζει την ανάγκη για αλλαγή, όπως φάνηκε και από τη μεγάλη αποδοκιμασία της κοινής γνώμης στην απεργία των οδηγών φορτηγών δημοσίας χρήσης.

Η ελληνική οικονομία είναι από τις πλέον κεντρικά ελεγχόμενες: η αγορά προϊόντων είναι η πλέον ελεγχόμενη από τις 30 χώρες που μετέχουν στον ΟΟΣΑ. Οι περισσότεροι ελεγκτικοί κανόνες είναι αναποτελεσματικοί και ευθύνονται για τη χαμηλή ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Αυτή η αναποτελεσματικότητα, όμως, μπορεί εν τέλει να αναδειχθεί σε πηγή μεγάλων κερδών: ο ΟΟΣΑ εκτιμά πως με ένα εκτενές πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων θα υπάρξει ενίσχυση του ΑΕΠ μεγαλύτερη του 15%, αν όχι περισσότερο.

Η απελευθέρωση στον κλάδο των μεταφορών προϊόντων, που ήδη νομοθετήθηκε, υπολογίζεται ότι θα αυξήσει το ΑΕΠ της Ελλάδας κατά 0,5%. Παρόμοιες μεταρρυθμίσεις έχουν σχεδιαστεί για άλλους κλάδους μεταφορών, στην ενέργεια και για πολλά κλειστά επαγγέλματα. Η θεσμική μεταρρύθμιση θα αυξήσει την ανάπτυξη μεσοπρόθεσμα και θα προσελκύσει περισσότερες επενδύσεις. Η Ελλάδα κατέγραψε μία από τις χειρότερες πορείες από τα μέλη του ΟΟΣΑ ως προς την προσέλκυση επενδύσεων.

Μία από τις αιτίες είναι το πολύπλοκο και αδιαφανές θεσμικό πλαίσιο, το οποίο αποτελεί παράλληλα πηγή διαφθοράς. Μία άλλη αιτία είναι η ανελαστική αγορά εργασίας, με περιορισμούς στις απολύσεις και ελάχιστο περιθώριο διαπραγμάτευσης στους μισθούς.

Δραστικές μεταρρυθμίσεις σε αυτά τα δύο επίπεδα θα αποφέρουν επενδύσεις και θέσεις εργασίας. Η Ελλάδα, άλλωστε, είναι μία ιδανική τοποθεσία για όσους δραστηριοποιούνται στη Μέση Ανατολή και στα Βαλκάνια. Η ανάπτυξη που μπορεί να προκύψει από τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις θα βελτιώσει σημαντικά και την εικόνα του δημοσίου χρέους.

Μεγάλα δημοσιονομικά οφέλη μπορούν να επιτευχθούν με μεταρρυθμίσεις στο ασφαλιστικό, στο σύστημα υγείας και στο φορολογικό σύστημα. Αν και οι φορολογικοί συντελεστές στην Ελλάδα είναι ελάχιστα υψηλότεροι από τον μέσο όρο της Ε.Ε., οι φόροι που τελικά συγκεντρώνονται από το κράτος είναι κατά 7% του ΑΕΠ χαμηλότεροι. Εάν το κράτος καταφέρει να καλύψει αυτό το κενό, αλλάζοντας τη δομή του φορολογικού συστήματος, τότε ενδέχεται να εκμηδενιστεί και το πρωτογενές έλλειμμα του προϋπολογισμού.

Το σύστημα δημόσιας υγείας είναι επίσης ένας από τους πιο δυσλειτουργικούς αλλά και διεφθαρμένους κλάδους. Δραστική μεταρρύθμιση βασισμένη στην υποχρεωτική ιδιωτική ασφάλιση με επιδοτήσεις για τους φτωχότερους και με διαχείριση των δημοσίων νοσοκομείων από τον ιδιωτικό χώρο θα άρει μεγάλο μέρος της φοροδιαφυγής και της διαφθοράς. Το κράτος μπορεί να πετύχει σημαντικά κέρδη και με μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος προς ένα σύστημα βασισμένο στις ατομικές αποταμιεύσεις. Οι εκπαιδευτικοί οργανισμοί πρέπει να γίνουν πιο αυτόνομοι και υπόλογοι, ενώ στον δημόσιο τομέα χρειάζεται να επιβληθούν δείκτες αποδοτικότητας.

Είναι εφικτά όλα αυτά; Τα αυστηρά μέτρα λιτότητας είναι αντιλαϊκά. Υπάρχουν όμως παράγοντες αισιοδοξίας. Η δανειακή έκθεση των νοικοκυριών δεν είναι τόσο υψηλή, ενώ παράλληλα είναι μεγάλο το ποσοστό ιδιοκατοίκησης. Παράλληλα, η κοινή γνώμη αναγνωρίζει ότι η εναντίωση στις μεταρρυθμίσεις θα οδηγήσει στη διατήρηση των προνομίων των λίγων. Η αντίδραση της κυβέρνησης στους οδηγούς φορτηγών δημοσίας χρήσεως δείχνει την αυξημένη αποφασιστικότητα. Δεν υπάρχει άλλος χρόνος για χάσιμο.

* Οι συγγραφείς του άρθρου είναι καθηγητές οικονομικών στο University College London, IFS, London School of Economics και στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
© The Financial Times Limited 2010. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v