Οι εταιρίες πετρελαίου αντιμετωπίζουν μια «απόλυτα αρνητική» απειλή από μια απότομη ανάπτυξη στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, για την οποία έχουν προειδοποιήσει οι κορυφαίοι οίκοι αξιολόγησης.
«Η ευρεία εξάπλωση των οχημάτων που τροφοδοτούνται από μπαταρίες αποτελούν σοβαρή απειλή για τη βιομηχανία πετρελαίου», επισημαίνει η έκθεση του Fitch Ratings, που ενθαρρύνει τις εταιρίες ενέργειας να καταστρώσουν σχέδια για «ριζικές αλλαγές» λόγω των νέων τεχνολογιών που θα μπορούσαν να έρθουν πιο γρήγορα από το αναμενόμενο.
«Αν αγνοήσουν τις ενδείξεις και παραμείνουν άπραγοι προσπαθώντας να προσποιηθούν ότι αυτό το πράγμα θα φύγει από μόνο του, πιστεύουμε πως εντέλει θα έχουν προβλήματα», επεσήμανε μιλώντας στους Financial Times ο επικεφαλής συντάκτης της έκθεσης Alex Griffiths. «Χρειάζονται σχέδιο», διευκρίνισε.
Αν και το κείμενο παραδέχεται ότι μπορεί να πάρει πολύ καιρό μέχρι να γίνουν τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα αποδιοργανωτική δύναμη μέσω της μαζικής παραγωγής, ο Fitch σκιαγραφεί ένα ζοφερό σενάριο για τις πετρελαϊκές εταιρίες του κόσμου, όπως η Chevron, η ExxonMobil και η Royal Dutch Shell.
Ο οίκος αναφέρει ότι η απειλή των ηλεκτρικών αυτοκινήτων θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα «σπιράλ θανάτου από τους επενδυτές», καθώς οι νευρικοί κάτοχοι περιουσιακών στοιχείων θα ξεπουλήσουν ό,τι έχουν από τις εταιρίες πετρελαίου, καθιστώντας το χρέος και τα ίδια κεφάλαια πιο ακριβά.
Στην πρώτη από μια σειρά μελετών επάνω στις πιθανές συνέπειες μιας απότομης επιτάχυνσης των «διασπαστικών τεχνολογιών» (επαναστατικές τεχνολογίες - disruptive technologies), ο οίκος αξιολόγησης ανακάλυψε πως οι μπαταρίες θα μπορούσαν να αναταράξουν τις βιομηχανίες που αντιστοιχούν σε λίγο λιγότερο από το ένα τέταρτο των εταιρικών ομολόγων, αξίας 14,7 τρισ. δολαρίων που εκκρεμούν παγκοσμίως.
Ο τομέας του πετρελαίου δεν θα είναι η μόνη βιομηχανία που θα επηρεαστεί. Οι μεγάλες εταιρίες κοινής ωφέλειας που καίνε ορυκτά καύσιμα όπως το αέριο ή ο άνθρακας, αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο των μπαταριών που λύνουν το πρόβλημα των μη διαρκών ενεργειών όπως η αιολική και η ηλιακή, καθώς αυτές οι εργοστασιακές μονάδες δεν μπορούν να παράγουν τις ημέρες που δεν έχει αέρα ή τις νύχτες.
Οι εταιρίες κοινής ωφέλειας με πολλά «συμπληρωματικά» εργοστάσια που λειτουργούν μόνο όταν η ζήτηση είναι πολύ υψηλή και συνήθως τροφοδοτούνται από φυσικό αέριο (peaker plants) θα μπορούσαν να κινδυνεύουν περισσότερο. Αν οι μπαταρίες αρχίσουν να τροφοδοτούν αυτή την επιπρόσθετη ενέργεια, οι τιμές θα μπορούσαν τελικά να υποχωρήσουν σε τέτοιο σημείο, που «αυτές οι παραδοσιακές εταιρίες να μην είναι πια ανταγωνιστικές», τονίζει ο Fitch.
Αλλά ο αντίκτυπος από τις μπαταρίες στη βιομηχανία πετρελαίου μπορεί να είναι πολύ σημαντικός, προσθέτει ο οίκος αξιολόγησης, σημειώνοντας πως οι μεταφορές αντιστοιχούσαν στο 55% της συνολικής χρήσης πετρελαίου το 2014.
«Μια επιτάχυνση του εξηλεκτρισμού της υποδομής μεταφορών θα ήταν απόλυτα αρνητική για την πιστοληπτική ικανότητα του τομέα πετρελαίου», αναφέρει η έκθεση του Fitch.
«Σε ένα ακραίο σενάριο, όπου τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα θα κέρδιζαν ένα 50% του μεριδίου αγοράς μέσα στα επόμενα 10 χρόνια, περίπου το ένα τέταρτο της ζήτησης για βενζίνη στην Ευρώπη θα εξαφανιστεί».
Αυτή η απειλή φαίνεται μακρινή αυτή τη στιγμή, κυρίως διότι το υψηλό κόστος των μπαταριών έχει κάνει τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα πιο ακριβά από τα συμβατικά οχήματα που καίνε βενζίνη ή ντίζελ.
Υπάρχουν μόνο περίπου 1,2 εκατ. ηλεκτρικά αυτοκίνητα στον δρόμο σήμερα, σε έναν παγκόσμιο στόλο περίπου ενός δισεκατομμυρίου, και οι ετήσιες πωλήσεις ηλεκτρικών αυτοκινήτων αντιστοιχούν ακόμη σε λιγότερο από το 1% των συνολικών.
Αλλά τα κόστη των μπαταριών έχουν υποχωρήσει κατά 73% από το 2008 και μετά σε 268 δολάρια ανά κιλοβατώρα, υπογραμμίζει ο Fitch, και το ένα δολάριο ανά κιλοβατώρα θεωρείται γενικά το σημείο στο οποίο τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα γίνονται οικονομικά ανταγωνιστικά: ένα ποσό που κάποιοι κατασκευαστές αυτοκινήτων πιστεύουν ότι θα είναι εφικτό μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2020. Μερικοί αναλυτές επισημαίνουν πως το σκάνδαλο της Volkswagen με τις εκπομπές ρύπων των ντίζελ έχει επίσης προσφέρει ώθηση στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα.
Οι πετρελαϊκές εταιρίες επιχειρηματολογούν κάποιες φορές πως ακόμη κι αν τα ηλεκτρικά οχήματα παρουσιάσουν άνοδο, η αύξηση του πληθυσμού και η ανάπτυξη στις αναδυόμενες αγορές σημαίνουν πως μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2030 ο παγκόσμιος στόλος αυτοκινήτων θα μεγαλώσει και θα υπάρχουν περισσότερα αυτοκίνητα με κινητήρα καύσης στον δρόμο απ' ό,τι υπάρχουν σήμερα.
Η έκθεση του Fitch συμφωνεί πως υπάρχει ένα «πειστικό» επιχείρημα πως οποιαδήποτε ανατάραξη από τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα θα αποτελέσει «μακρά διαδικασία», ιδιαίτερα εφόσον τα αυτοκίνητα, αντίθετα με τα έξυπνα τηλέφωνα, δεν ανανεώνονται κάθε χρόνο.
Αλλά ο κ. Griffiths σημείωσε πως θα μπορούσαν να υπάρξουν «εκπλήξεις» που θα αναταράξουν αυτές τις προσδοκίες, ιδιαίτερα στις αναδυόμενες αγορές.
«Μία από τις μεγαλύτερες δυσκολίες για τις εταιρίες πετρελαίου θα ήταν αν η Κίνα αποφάσιζε ότι ''στην πραγματικότητα, δεν θέλουμε αυτοκίνητα πετρελαίου σε πέντε χρόνια''».
«Αν είστε η κινεζική ηγεσία και κάθε πρωί βγαίνετε από την πόρτα σας στο Πεκίνο και το πρώτο πράγμα που κάνετε είναι να κοιτάτε τον ουρανό και να σκέφτεστε πόσο νέφος έχει, ίσως αυτό αρχίσει να μοιάζει με καλύτερη πρόταση».
«Οπότε αυτού του τύπου οι σημαντικές αποφάσεις που κανείς δεν περιμένει, θα μπορούσαν ίσως να αλλάξουν το τοπίο».
Κάποιες εταιρίες πετρελαίου φαίνεται να κάνουν κινήσεις για να ανταποκριθούν στην πιθανότητα αναταράξεων. Η γαλλική Total αγόρασε τον όμιλο μπαταριών Saft νωρίτερα φέτος και η BP σκέφτεται να κάνει την πρώτη μεγάλη της επένδυση σε ανανεώσιμη ενέργεια εδώ και πέντε χρόνια, καθώς εξετάζει μια κίνηση για επέκταση στον αμερικανικό τομέα αιολικής ενέργειας.
Ωστόσο οι μεγάλοι πετρελαϊκοί όμιλοι επιχειρηματολογούν πως η αγορά αργού δεν είναι πιθανό να επηρεαστεί από τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα ή άλλες τεχνολογίες για δεκαετίες.
© The Financial Times Limited 2016. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation