Η Βρετανία θα εξακολουθήσει να συνεισφέρει δισεκατομμύρια στερλίνες στον προϋπολογισμό της ΕΕ μετά το Brexit, για να διατηρήσει την πολύτιμη πρόσβαση του Λονδίνου στην Ενιαία Αγορά, σύμφωνα με τα σχέδια που εξετάζει η κυβέρνηση της Theresa May.
H απαίτηση της πρωθυπουργού, η Βρετανία να ελέγχει τα σύνορά της και να εξαιρεθεί από τη δικαιοδοσία των δικαστηρίων της ΕΕ έχει οδηγήσει πολλούς σε Λονδίνο και Βρυξέλλες στο να συμπεράνουν πως οι τράπεζες και οι ασφαλιστικές εταιρίες με έδρα στη Βρετανία θα χάσουν αναπόφευκτα τα δικαιώματα «ελεύθερης διακίνησης» (passporting), που τους επιτρέπουν να συναλλάσσονται ελεύθερα στην Ευρώπη.
Αλλά σε μια κίνηση που πιθανόν να «ταράξει» πολλούς Συντηρητικούς Ευρωσκεπτικιστές, η κα May δεν έχει αποκλείσει τις μελλοντικές πληρωμές στην ΕΕ, για να διασφαλίσει προνομιούχα πρόσβαση στην ενιαία αγορά. Ο χρηματοοικονομικός συγκαταλέγεται στους τομείς που είναι το πιθανότερο να επωφεληθούν από οποιαδήποτε συμφωνία θα αναγνώριζε την «ισότητα» των ρυθμιστικών συστημάτων.
Την Παρασκευή, η May διαβεβαίωσε την iαπωνική αυτοκινητοβιομηχία Nissan ότι οι όροι των εμπορικών συναλλαγών για το εργοστάσιο παραγωγής αυτοκινήτων της στο Sunderland δεν πρόκειται να αλλάξουν μετά το Brexit, σε μια πρώτη ένδειξη πως η κυβέρνηση θα μπορούσε να επιλέξει την προστασία «προνομιούχων» κλάδων από την επίπτωση της απόσχισης από την ΕΕ.
Αρκετοί υψηλόβαθμοι υπουργοί έχουν δηλώσει στους Financial Times πως το υπουργικό συμβούλιο εξετάζει το πώς η Βρετανία θα μπορούσε να συνεχίσει να συνεισφέρει δισεκατομμύρια λίρες στον προϋπολογισμό της ΕΕ. «Θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί στο πώς θα το εξηγήσουμε», σημείωσε ένας υπουργός. «Αλλά η Theresa έχει υπάρξει πολύ προσεκτική στο να μην το αποκλείσει εντελώς». Άλλος ανώτατος Συντηρητικός είπε: «Με την Theresa, πρέπει να ακούς προσεκτικά τις σιωπές».
Η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία ανέφερε πως κατά μέσο όρο η «καθαρή» βρετανική συνεισφορά της στον προϋπολογισμό της ΕΕ, το διάστημα μεταξύ 2010 και 2014, ήταν 7,1 δισεκατομμύρια στερλίνες ετησίως, αν η «επιστροφή» (rebate) η οποία ίσχυε για τη Βρετανία και οι ροές κεφαλαίου από τις Βρυξέλλες προς έργα και οργανισμούς στο Ηνωμένο Βασίλειο ληφθούν υπόψη.
Επιπλέον οποιωνδήποτε μελλοντικών πληρωμών προς την ΕΕ μετά το Brexit, το Ηνωμένο Βασίλειο θα αντιμετωπίσει και μια οικονομική επιβάρυνση λόγω του διαζυγίου με την Ενωση, ύψους 20 δισεκατομμυρίων ευρώ, σύμφωνα με ανάλυση των Financial Times.
Για να εξευμενίσουν τους Συντηρητικούς υποστηρικτές του Brexit, οι υπουργοί ψάχνουν τρόπους να παρουσιάσουν με επιδεξιότητα (τυχόν) μελλοντικές πληρωμές. Για παράδειγμα, η Βρετανία θα μπορούσε να καταβάλλει μεγαλύτερες από το αναμενόμενο συνεισφορές σε ευρωπαϊκά προγράμματα για την ασφάλεια, ή να χρησιμοποιήσει κονδύλια από τον «προϋπολογισμό βοήθειας» για να χρηματοδοτήσει ευρωπαϊκά projects.
Oι τραπεζίτες πιέζουν τη βρετανική κυβέρνηση να βρει έναν τρόπο ώστε ο χρηματοοικονομικός κλάδος να διατηρήσει όσο το δυνατόν περισσότερα από τα δικαιώματα ελεύθερης πρόσβασης στην εσωτερική αγορά της ΕΕ. Υποστηρίζουν πως το να υποχωρήσουν σε ζητήματα κανονιστικής ισοδυναμίας με την ΕΕ είναι υπερβολικά επικίνδυνο και δεν θα τους απέτρεπε από το να μεταφέρουν θέσεις εργασίας εκτός Βρετανίας.
Ο Oliver Letwin, ο πρώην υπεύθυνος επί David Cameron για ζητήματα πολιτικής, δήλωσε πως ήταν ζωτικής σημασίας για τη Βρετανία το να είναι σε θέση να πουλάει χρηματοοικονομικές υπηρεσίες σε όλη την ΕΕ. «Αν αναγκαστούμε να αγοράσουμε αυτή την πρόσβαση στην αγορά, με το να κάνουμε συνεχείς χορηγίες στους προϋπολογισμούς της ΕΕ, αυτό ίσως είναι ένα τίμημα που αξίζει να πληρωθεί, δεδομένου του αριθμού των θέσεων εργασίας στη Βρετανία που επηρεάζονται», δήλωσε.
Αλλά ο Conor Burns, ένας Ευρωσκεπτικιστής Συντηρητικός βουλευτής, δήλωσε: «Η έξοδος από την ΕΕ δεν σημαίνει να πληρώνουμε χρήματα στην ΕΕ». Είπε πως αυτό ακριβώς έχει απορριφθεί από τους Βρετανούς στο δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου.
Ο Donald Tusk, πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου, δήλωσε την προηγούμενη εβδομάδα πως «η ουσία του Brexit» φαίνεται να μην περιλαμβάνει επιπλέον συνεισφορές στoν ευρωπαϊκό προϋπολογισμό. Όπως είπε, το Ηνωμένο Βασίλειο οδεύει προς ένα «ριζικό» διαζύγιο, με πολύ πιο χαλαρές οικονομικές σχέσεις στο μέλλον.
Αλλά ένας ανώτερος Ευρωπαίος διπλωμάτης δήλωσε: «Ακόμα και πριν την ψήφο για Brexit, ο ρόλος του City του Λονδίνου ήταν ασταθής. Υπήρχε πρόβλημα με το να είναι το οικονομικό κέντρο της Ευρώπης έξω από την ευρωζώνη. Τώρα που είναι έξω από την ΕΕ, το παιχνίδι τελείωσε (για το passporting)».
Οι Βρετανοί υπουργοί συζητούν το ενδεχόμενο να καταβάλουν περεταίρω χορηγίες κατά τη διάρκεια της όποιας μεταβατικής περιόδου μεταξύ Brexit, το οποίο αναμένεται (να ολοκληρωθεί) το 2019, και της οριστικοποίησης οποιασδήποτε συμφωνίας για ελεύθερη διακίνηση, η οποία μπορεί να χρειαστεί πολλά περισσότερα χρόνια για να συμφωνηθεί. Οι πληρωμές θα μπορούσαν να συνεχιστούν πέραν αυτής της περιόδου.
Ένας άλλος ανώτερος διπλωμάτης της ΕΕ δήλωσε: «Θα πρέπει να συνεισφέρει στον προϋπολογισμό κατά τη μετάβαση». Ωστόσο, οι επιστροφές (rebate) που εξασφαλίστηκαν από Margaret Thatcher το 1980 θα πάψουν πιθανόν να ισχύουν.
Οι υπουργοί εξετάζουν επιλογές για το Brexit και η Downing Street αρνείται να αποκαλύψει τη διαπραγματευτική της γραμμή, χαρακτηρίζοντας οποιαδήποτε συζήτηση για πληρωμές (προς την ΕΕ) στο μέλλον ως «μικρολεπτομέρειες».
© The Financial Times Limited 2016. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation