«Ένας θάνατος είναι τραγωδία, ένα εκατομμύριο θάνατοι είναι στατιστική». Η διάσημη ρήση του Στάλιν θεωρείται συχνά η επιτομή της βαρβαρότητας, το ακριβώς αντίθετο των ανθρωπιστικών και φιλελεύθερων αξιών που ενστερνίζεται η δημοκρατική Δύση.
Αλλά όσον αφορά στον πόλεμο στη Συρία, η Δύση ακολουθεί τη ρήση του Στάλιν. Το ίδιο έχει κάνει και ο υπόλοιπος κόσμος.
Τα τελευταία τέσσερα χρόνια, έχω γράψει πολλά άρθρα για τη Συρία, που περιλαμβάνουν φριχτά στατιστικά στοιχεία. Μια χρονιά σημείωσα ότι 50.000 έχουν πεθάνει. Την επόμενη ήταν 100.000, τη μεθεπόμενη 200.000. Τώρα το νούμερο μπορεί να είναι πάνω από 400.000.
Ένα στοιχείο που παραμένει σταθερό είναι ότι τα άρθρα για τη Συρία προσελκύουν πολύ λίγους αναγνώστες.
Ωστόσο, μια στο τόσο, μια ιστορία ή μια εικόνα από μια προσωπική τραγωδία θα προκαλέσει ένα πρόσκαιρο κύμα συμπόνιας στη Δύση. Πέρυσι τέτοια εποχή, ήταν η εικόνα του νεκρού σώματος του Αϊλάν Κουρντί που προκάλεσε έκρηξη οδύνης. Υπήρχε κάτι το αβάσταχτα συγκινητικό στη φωτογραφία του τρίχρονου παιδιού που είχε ξεβραστεί σε μια παραλία στην Τουρκία με τα παπούτσια του, την μπλούζα του και το σορτσάκι του.
Αλλά υπάρχει και κάτι το ακατανόητο και σπασμωδικό σε αυτές τις επιδείξεις συμπόνιας. Την εποχή εκείνη, ένας φίλος που καλύπτει τον πόλεμο της Συρίας, είχε παρατηρήσει το εξής: «Δημοσιεύω φωτογραφίες νεκρών παιδιών από τη Συρία για χρόνια. Συνήθως κανείς δεν δίνει σημασία».
Υπάρχει ένα ανάλογο μοτίβο σπασμωδικότητας στις αντιδράσεις της Δύσης στους μαζικούς πνιγμούς στη θάλασσα. Τον Οκτώβριο του 2013, ο θάνατος πάνω από 300 προσφύγων στη Μεσόγειο, κοντά στο νησί της Λαμπεντούζα, προκάλεσε διεθνή κατακραυγή και παρακίνησε την Ιταλία και την υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση να εντείνουν τις επιχειρήσεις διάσωσης.
Μόλις την περασμένη εβδομάδα, πάνω από 100 άνθρωποι πνίγηκαν έξω από την ακτή της Αιγύπτου ενώ προσπαθούσαν να περάσουν στην Ευρώπη. Η τραγωδία τους ίσα που αναφέρθηκε από τα δυτικά μέσα. Ο αριθμός των νεκρών στη Μεσόγειο αναμένεται να φτάσει σε νέο υψηλό φέτος, αλλά το μεγαλύτερο μέρος της κοινής γνώμης δείχνει πως έχει πάψει να ενδιαφέρεται.
Οι πολιτικοί στη Δύση πρέπει με κάποιο τρόπο να συγκροτήσουν μια στρατηγική για το συριακό, που θα λαμβάνει υπόψη αυτές τις απρόβλεπτες μεταπτώσεις στο λαϊκό αίσθημα, που κινούνται ανάμεσα στην αδιαφορία και στις περιστασιακές εκρήξεις οδύνης. Οι ηγέτες που βάσισαν την πολιτική τους στην υπόθεση ότι τα αισθήματα συμπόνιας των ψηφοφόρων τους θα διατηρηθούν για μεγάλο διάστημα, έχουν σε γενικές γραμμές τιμωρηθεί.
Το περασμένο καλοκαίρι, με πολλούς Γερμανούς να κρατούν πανό που έγραφαν «πρόσφυγες καλωσήρθατε», η Άγκελα Μέρκελ αποφάσισε να πάρει κατά γράμμα τα λόγια αυτά και άνοιξε τα σύνορα της Γερμανίας σε πάνω από ένα εκατομμύριο πρόσφυγες. Αλλά μετά τη μεγάλη άνοδο των ακροδεξιών και ξενοφοβικών κομμάτων στις τοπικές εκλογές τον περασμένο μήνα, η κα Μέρκελ απολογήθηκε δημόσια για την πολιτική της στο προσφυγικό. Η συμπόνια της περασμένης χρονιάς έδωσε τη θέση της στη φετινή μεταμέλεια.
Όσον αφορά στον Μπαράκ Ομπάμα, στο ζήτημα της Συρίας ο πρόεδρος των ΗΠΑ έχει κατηγορηθεί και γιατί ήταν υπερβολικά σκληρός και γιατί επέδειξε περισσότερη συμπόνια από ό,τι θα έπρεπε.
Πολλοί φιλελεύθεροι Αμερικανοί πιστεύουν ότι η αποτυχία του να παρέμβει για να σταματήσει η αιματοχυσία θα είναι μια μόνιμη κηλίδα στη φήμη του. Αλλά ο πρόεδρος δέχεται σφοδρή επίθεση από τα δεξιά, γιατί θέλει να αφήσει περισσότερους Σύρους πρόσφυγες να έλθουν στις ΗΠΑ.
Η πρόσφατη κατακραυγή για τον βομβαρδισμό μιας πομπής φορτηγών με ανθρωπιστική βοήθεια στη Συρία μοιάζει σαν ένα δυνητικό σημείο καμπής στον διάλογο που γίνεται στη Δύση. Αλλά η εμπειρία του παρελθόντος δείχνει πως το ενδιαφέρον για τη Συρία θα δώσει γρήγορα τη θέση του στη σύγχυση και την αδιαφορία.
Ο κ. Ομπάμα γνωρίζει πως το ξαφνικό ενδιαφέρον της κοινής γνώμης δεν αποτελεί καλό οδηγό για τη λήψη αποφάσεων.
Ο ίδιος ο πρόεδρος είναι φανερά διχασμένος. Την περασμένη εβδομάδα σε ομιλία του στο Ηνωμένο Βασίλειο έπλεξε το εγκώμιο του Άλεξ, ενός 6χρονου Αμερικανού που έγραψε στον Λευκό Οίκο για να προσφέρει ένα σπίτι στον Ομράν Ντανκίς, έναν 5χρονο που ήταν το αντικείμενο της φετινής «φωτογραφίας-σοκ» από τη Συρία. Ο Ομράν φωτογραφήθηκε ζαλισμένος και μέσα στα αίματα, αφότου είχε ανασυρθεί από ένα βομβαρδισμένο κτίριο στο Χαλέπι. «Μπορούμε όλοι να μάθουμε από τον Άλεξ», ανέφερε ο κ. Ομπάμα.
Σε άλλες στιγμές ωστόσο, ο πρόεδρος των ΗΠΑ έχει δείξει ένα πιο μοιρολατρικό πρόσωπο. Όπως είπε στον δημοσιογράφο Τζέφρι Γκόλντμπεργκ, «ο κόσμος είναι ένα σκληρό, πολύπλοκο, μοχθηρό μέρος, γεμάτο κακουχίες και τραγωδίες».
Ο μόνος αξιόπιστος τρόπος για να σταματήσουν οι ΗΠΑ την αιματοχυσία στη Συρία είναι με μια μεγάλης κλίμακας στρατιωτική επέμβαση, που θα περιλαμβάνει και χερσαίες δυνάμεις. Μετά τους πολέμους στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, δεν υπάρχει κανένας λόγος να πιστέψει κανείς ότι η κοινή γνώμη στις ΗΠΑ θα στήριζε κάτι τέτοιο. Υπάρχει σίγουρα μια υποστήριξη στις ΗΠΑ για μια «light επέμβαση», ενδεχομένως για μια ζώνη απαγόρευσης πτήσεων ή για επιθέσεις σε μαχητικά αεροσκάφη της Συρίας.
Αλλά μια τέτοιου είδους περιορισμένη επέμβαση, ενώ θα ικανοποιούσε το απολύτως κατανοητό αίτημα να γίνει κάτι, μπορεί να μη βοηθούσε πολύ στη βελτίωση της ανθρωπιστικής κατάστασης. Η Συρία έχει δεχθεί ήδη πάρα πολλές βόμβες.
Το πρόβλημα είναι ακόμα πιο οξύ όσον αφορά στην παροχή στέγης στους πρόσφυγες. Σε χώρες τόσο διαφορετικές όσο η Γερμανία, οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ουγγαρία και η Πολωνία, ο φόβος απέναντι στους μετανάστες και τους πρόσφυγες -ειδικά από τις μουσουλμανικές χώρες- έχει γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης από λαϊκιστές και ακροδεξιούς πολιτικούς.
Με τη Βρετανία να έχει πάρει τον δρόμο της εξόδου από την Ε.Ε., τον Ντόναλντ Τραμπ να βρίσκεται πολύ κοντά στον Λευκό Οίκο και το πολιτικό μέλλον της κας Μέρκελ να είναι αμφίβολο, θα ήταν τρέλα να αγνοήσει κανείς το ρίσκο, μια πιο ανοιχτή πολιτική απέναντι στους πρόσφυγες να τροφοδοτήσει την άνοδο της ακροδεξιάς στη Δύση.
To συμπέρασμα είναι ζοφερό: για να διατηρήσουν τις φιλελεύθερες πολιτικές στις χώρες τους, οι δυτικοί πολιτικοί θα πρέπει να ανεχτούν τις παραβιάσεις των φιλελεύθερων αξιών στο εξωτερικό.
© The Financial Times Limited 2016. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation