Ως μια προσβολή για κάθε χρήση, ο «νεοφιλελευθερισμός» έχει χάσει το νόημα που κάποτε μπορεί να είχε.
Είτε είναι ένα υποτιθέμενο αμάρτημα που προκύπτει από μια ενέργεια όπως οι ιδιωτικοποιήσεις, είτε πρόκειται για ένα αμάρτημα που είναι το αποτέλεσμα παράληψης όπως το να επιτραπεί σε μια χρεοκοπημένη εταιρεία να κλείσει, είτε είναι απλά μια αρνητική έκβαση για μια συγκεκριμένη ομάδα, ο νεοφιλελευθερισμός έχει γίνει η εύκολη κριτική για ακραίους δογματικούς που δεν έχουν εμπειρικά επιχειρήματα ή οι ικανότητες.
Ωστόσο, η μεγαλύτερη προσβολή είναι αυτή της νοημοσύνης μας, όταν βλέπουμε πανίσχυρους θεσμούς να μπαίνουν στον χορό αυτών των εύκολων επικρίσεων.
Το θλιβερό αυτό θέαμα εμφάνισε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο την περασμένη εβδομάδα, όταν δημοσίευσε ένα άρθρο στο πιο προβεβλημένο περιοδικό του, αμφισβητώντας τις ίδιες τις νεοφιλελεύθερες τάσεις και καταλήγοντας ότι «αντί να προσφέρουν ανάπτυξη, ορισμένες νεοφιλελεύθερες πολιτικές έχουν αυξήσει την ανισότητα, βάζοντας σε κίνδυνο τη βιώσιμη μεγέθυνση».
Η λέξη «ορισμένες» είναι εξαιρετικά σημαντική στην πρόταση αυτή. Όσον αφορά στις αγαπημένες πολιτικές του ΔΝΤ, οι αρθρογράφοι από το τμήμα ερευνών του Ταμείου καταλήγουν ότι ο ανταγωνισμός, το ελεύθερο παγκόσμιο εμπόριο, οι ιδιωτικοποιήσεις, οι άμεσες ξένες επενδύσεις και τα ισχυρά δημόσια οικονομικά είναι ενδεδειγμένα για τις περισσότερες χώρες. Αυτό απαλλάσσει σχεδόν ό,τι γίνεται αντιληπτό ως νεοφιλελευθερισμός.
Αντί για αυτό το μεγάλο εύρος των αποδεδειγμένα καλών πρακτικών, το άρθρο αμφισβητεί δύο πολιτικές: τις απρόσκοπτες ροές ζεστού χρήματος και τις υπερβολικά απότομες κινήσεις μείωσης των δημόσιων ελλειμμάτων.
Κανένα στοιχείο της ομφαλοσκόπησης αυτής δεν προσφέρει κάτι καινούργιο ή καινοτόμο. Το ΔΝΤ έχει αμφισβητήσει την αξία των επενδύσεων διεθνούς χαρτοφυλακίου από την ασιατική κρίση πριν από περίπου δύο δεκαετίες, ενώ μια κατά περίπτωση αντίδραση στα δημοσιονομικά ελλείμματα αποτελεί κοινό τόπο εδώ και πάνω από μια δεκαετία.
Μπορεί να μπει κανείς στον πειρασμό να συγχωρήσει και να ξεχάσει την κριτική αυτή ως μια παιδιάστικη ρητορική από εκείνα τα τμήματα του Ταμείου που δεν είναι κοντά στο κέντρο των επιχειρήσεων για τη στήριξη χωρών που βρίσκονται σε άθλια κατάσταση.
Αλλά η επίθεση στον νοεφιλελευθερισμό είναι πολύ πιο επικίνδυνη από αυτό. Προσφέρει στήριγμα σε καταπιεστικά καθεστώτα σε όλο τον κόσμο, τα οποία εμφανίζονται ως σταυροφόροι κατά του νεοφιλελευθερισμού, υποδουλώνοντας τους λαούς με αναποτελεσματικές οικονομικές πολιτικές και ακραία ανισότητα, χρησιμοποιώντας την ισχύ του κράτους.
Τι πέτυχε το ΔΝΤ ενάντια στον κίνδυνο αυτό; Την έκπληξη όσων δεν γνωρίζουν τη δουλειά του Ταμείου, τον εκνευρισμό όσων είναι καλύτερα πληροφορημένοι και ούτε καν μια επιβράβευση από τη Ναόμι Κλάιν στο Twitter.
Στην προσπάθειά του να ακολουθήσει τη μόδα των καιρών, το ΔΝΤ μοιάζει αντίθετα εκτός εποχής, όπως ένας μεσήλικας που φοράει ένα καπέλο του μπέιζμπολ ανάποδα.
Το χειρότερο είναι πως στην προσπάθειά του να κερδίσει το παιχνίδι των δημοσίων σχέσεων με την αλλαγή ταμπέλας στις υφιστάμενες πολιτικές, το Ταμείο κοιτάει το δέντρο και όχι το δάσος.
Αυτό που είναι με διαφορά το πιο σημαντικό παγκόσμιο οικονομικό ζήτημα είναι η επίμονη πτώση της ανάπτυξης της παραγωγικότητας, που απειλεί να υπονομεύσει την πρόοδο για όλους. Για το ζήτημα αυτό δεν γίνεται ούτε μία αναφορά.
© The Financial Times Limited 2016. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation