Το ελληνικό κοινοβούλιο ενέκρινε αυτή την εβδομάδα μεταρρυθμίσεις στο ετοιμόρροπο ασφαλιστικό και φορολογικό σύστημα της χώρας και μάλιστα περισσότερες από αυτές που αναμένονταν.
Αλλά παραμένουν σημαντικές διαφορές, κυρίως πόσο μεγάλος πρέπει να είναι ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα τα επόμενα πέντε χρόνια και πάνω από όλα, για το ερώτημα της ελάφρυνσης του χρέους. Η διαφωνία ανάμεσα στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για το τελευταίο σημείο έχει έρθει στο προσκήνιο. Το ΔΝΤ έχει δίκιο στο ζήτημα αυτό και κάνουν λάθος οι Ευρωπαίοι που αντιτίθενται στην ελάφρυνση: δεν μπορεί να υπάρξει λύση στην ελληνική κρίση χωρίς αυτήν.
Η Γερμανία, με οδηγό τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, τον υπουργό Οικονομικών της, παραμένει σθεναρά αντίθετη, αλλά ακόμα και εντός της γερμανικής κυβέρνησης εκφράστηκε πρόσφατα δημόσια διαφωνία με τη σκληρή γραμμή του κ. Σόιμπλε από τον υπουργό Οικονομίας Ζίγκμαρ Γκάμπριελ. Η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ μπορεί να μπαίνει στον πειρασμό να αγνοήσει τον κ. Γκάμπριελ, το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα του οποίου καταγράφει απογοητευτικά ποσοστά στις δημοσκοπήσεις και που το ίδιο του το μέλλον ως ηγέτη του κόμματος είναι αμφίβολο.
Η γερμανική κοινή γνώμη βλέπει την ελάφρυνση σαν μια χάρη για την οποία οι Έλληνες δεν έχουν κάνει τίποτα ή ελάχιστα για να την κερδίσουν και αναρωτιέται αν θα σταματήσει αυτό με την Ελλάδα. Το ζήτημα δεν είναι ευνοϊκό για μια καγκελάριο που δέχεται ήδη επιθέσεις. Ωστόσο, θα έπρεπε να επιδείξει διορατικότητα και να αναγνωρίσει ποιο είναι το διακύβευμα για το σύνολο της Ευρώπης.
Η ανυποχώρητη επιβολή της λιτότητας από το Βερολίνο σε όλη την ευρωζώνη συγχέει το σύμπτωμα -τις διαχρονικές δυσκολίες σε χώρες όπως η Ελλάδα- με μια ασθένεια, η βασική αιτία της οποίας είναι τώρα το ίδιο το πλεόνασμα της Γερμανίας στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Οι Γερμανοί είναι σε θέση να επιμείνουν σε αυτήν την ψευδαίσθηση, γιατί χωρίς τα χαμηλά επιτόκια για τα οποία διαμαρτύρονται τώρα οι εύποροι Γερμανοί ψηφοφόροι, είναι αμφίβολο αν η ευρωζώνη θα είχε μείνει όρθια τα τελευταία έξι χρόνια. Ο κ. Σόιμπλε μπορεί να πιστεύει ότι η ευρωζώνη είναι ασφαλής ό,τι και αν συμβεί, ακόμα και αν η σκληρή του στάση οδηγεί στο Grexit, αλλά η διάσωση του ευρώ δεν θα έχει μεγάλη σημασία, αν το κόστος είναι μια ανυπολόγιστη ζημία για την ίδια την Ε.Ε.
Είναι υπερβολική αυτή η διαπίστωση; Ίσως να ήταν δύο ή τρία χρόνια πριν, αλλά τα πράγματα έχουν προχωρήσει από τότε. Η προσφυγική κρίση έχει λάβει εκρηκτικές διαστάσεις και έχουν επωφεληθεί ευρωσκεπτικιστικά αυταρχικά κόμματα που απειλούν ορισμένες από τις θεμελιώδεις αρχές και αξίες της Ε.Ε.
Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών, προειδοποίησε τους Ευρωπαίους εταίρους του πρόσφατα για μετατροπή της χώρας σε «αποτυχημένο κράτος». Αν και ορισμένοι από τους εκνευρισμένους εταίρους του μπορεί να σκέφτονται ότι ήδη είναι, έχει δίκιο: τα πράγματα μπορεί να πάνε πολύ χειρότερα. Δεν είναι μόνο η προσφυγική κρίση, αν και είναι ένας από τους παράγοντες.
Το ζήτημα αντιμετωπίζεται με ευσεβείς πόθους σε μεγάλο μέρος της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης. Οι Έλληνες, που παρά τις μεγάλες δυσκολίες τους κάνουν σπουδαία δουλειά για να βοηθήσουν τους πρόσφυγες, ξέρουν καλύτερα: τα νέα σύνορα που χαράσσονται στα πρότυπα της αυτοκρατορίας των Αψβούργων με στόχο να μείνουν έξω οι πρόσφυγες δεν θα έχουν αποτέλεσμα. Δεν υπάρχει καλή εναλλακτική εκτός από την προσφορά βοήθειας στους Έλληνες στην τεράστια πρόκληση που αντιμετωπίζουν.
Στη συνέχεια υπάρχει και το ερώτημα για τα Βαλκάνια συνολικά. Στη Βοσνία η ειρηνευτική συμφωνία του Dayton πέτυχε ένα πράγμα: σταμάτησε τις συγκρούσεις. Αλλά δύο δεκαετίες μετά, η Βοσνία παραμένει ένα πραγματικά «αποτυχημένο κράτος» και το Κόσοβο και η ΠΓΔΜ παραμένουν εξίσου εύθραυστα κράτη. Η Ε.Ε. χρειάζεται η Ελλάδα να αποτελέσει μια δύναμη ανάπτυξης σε όλα τα Βαλκάνια και όχι κάποιου είδους επιβεβαίωση ότι η Ε.Ε. έχει αποφασίσει να εγκαταλείψει την περιοχή.
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να κέρδισε την ψήφο για τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού αλλά δεν θα είναι σε θέση να κερδίσει πολλές ακόμα, παρά μόνο αν η Γερμανία και οι άλλοι Ευρωπαίοι του Βορρά προχωρήσουν σε ελάφρυνση χρέους. Οπότε γιατί δεν την κάνουν αποδεκτή και δεν καλωσορίζουν έναν πιο κατευνασμένο εταίρο; Το κεντροδεξιό κόμμα της Νέας Δημοκρατίας έχει έναν νέο ηγέτη, τον Κυριάκο Μητσοτάκη, που πολλοί Ευρωπαίοι πολιτικοί θα προτιμούσαν ως πρωθυπουργό από τον Αλέξη Τσίπρα.
Η πραγματικότητα ωστόσο είναι πως οι Έλληνες φτάνουν στο όριό τους και όχι επειδή, όπως θα ήθελαν οι χώρες του Ευρωπαϊκού Βορρά, καλούνται επιτέλους να πληρώσουν φόρους. Ό,τι και αν συμβεί, μια ολόκληρη γενιά είναι αντιμέτωπη με μια ζωή χωρίς εργασία. Είναι μια χώρα που ο κοινωνικός της ιστός έχει καταστραφεί.
Στο σημείο αυτό το παιχνίδι των αλληλοκατηγοριών είναι ανούσιο: αυτό που έχει σημασία είναι το τι θα γίνει μετά.
Μια ψήφος κατά της λιτότητας θα σημαίνει πολλά περισσότερα από μια έξοδο από το ευρώ. Θα σηματοδοτήσει ότι ένας λαός που μέχρι πρότινος ήταν από τους πιο φιλοευρωπαϊκούς στην Ε.Ε. έφτασε σε σημείο απόγνωσης με την ηγεσία της.
Κανείς δεν μπορεί να ξέρει τι θα επακολουθήσει, αλλά είναι ακριβώς όταν οι πολιτικοί θεσμοί δημιουργούν αυτή την αντιπάθεια που είναι πιο ευάλωτοι. Αισθήματα αυτού του είδους είναι το τελευταίο πράγμα που μπορούν να αγνοήσουν αυτήν τη στιγμή οι ηγέτες της Ε.Ε.
Η Ε.Ε. αποτέλεσε ένα τεράστιο πολιτικό επίτευγμα, ένα εγχείρημα δεκαετιών, αλλά δεν μπορούμε να παίρνουμε πλέον ως δεδομένη την ύπαρξή της.
© The Financial Times Limited 2016. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation