Το σκάνδαλο της Volkswagen στις ΗΠΑ δεν θα μπορούσε να είχε έρθει σε χειρότερη στιγμή για τους κατασκευαστές πετρελαιοκίνητων αυτοκινήτων, καθώς στην Ευρώπη, την μεγαλύτερη αγορά τους, μεγαλώνουν οι αντιδράσεις για τη ρύπανση που προκαλούν.
Από τη γαλλική πρωτεύουσα έως το Μπέρμιγχαμ της Βρετανίας, οι φωνές για λήψη μέτρων κατά των πετρελαιοκινητήρων -ακόμα και απαγόρευσής τους- έχουν πληθύνει τον τελευταίο χρόνο, καθώς όλο και περισσότερες έρευνες συνδέουν τη ρύπανση από τους κινητήρες με πρόωρους θανάτους.
Πολλοί αναλυτές περιμένουν ότι το σκάνδαλο θα οδηγήσει σε πιο σκληρές, υψηλότερου κόστους ρυθμίσεις και ορισμένοι φτάνουν ακόμα να θέσουν ένα ερώτημα που θα ήταν αδιανόητο ακόμα και πριν από ένα χρόνο: είναι το πετρελαιοκίνητο αυτοκίνητο στο νεκροκρέβατό του;
«Η κίνηση κατά της VW θα λειτουργήσει καταλυτικά στην επιτάχυνση της πτώσης του μεριδίου αγοράς των πετρελαιοκινητήρων στην Ευρώπη και στο πάγωμά του στις ΗΠΑ», υποστηρίζει ο Max Warburton, αναλυτής στην Bernstein Research. «Οι ρυθμιστικές αρχές θα είναι πολύ πιο συντηρητικές για το τι θα επιτρέπουν και τα πολύ πιο αυστηρά τεστ μπορεί να αποδειχθούν είτε πολύ δύσκολα, είτε πολύ ακριβά για τους πετρελαιοκινητήρες».
Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να αποβεί καταστροφικό για τους Ευρωπαίους κατασκευαστές αυτοκινήτων που έχουν επενδύσει δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ στην τεχνολογία diesel τα τελευταία 15 χρόνια. Οι κυβερνήσεις σε όλη την ήπειρο αγκάλιασαν τα αυτοκίνητα diesel, για να βοηθήσουν στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής.
Οι πετρελαιοκινητήρες καταναλώνουν λιγότερα καύσιμα ανά χιλιόμετρο σε σχέση με τους βενζινοκινητήρες που κάποτε κυριαρχούσαν στους δρόμους της Ευρώπης και για τον λόγο αυτό παράγουν λιγότερο διοξείδιο του άνθρακα, το πιο διαδεδομένο αέριο του θερμοκηπίου.
Ήταν γνωστό ότι τα πετρελαιοκίνητα αυτοκίνητα παρήγαγαν πιο επιβλαβείς ρύπους, που μπορούν να κάνουν κακό στα πνευμόνια αν τα εισπνεύσει κανείς. Αλλά υποτίθεται ότι τα πιο αυστηρά κριτήρια για τους ελέγχους στις εκπομπές ρύπων που άρχισαν να επιβάλλονται σταδιακά από το 1992 θα διασφάλιζαν ότι οι κατασκευαστές αυτοκινήτων θα έφτιαχναν καθαρούς κινητήρες που θα εγκλώβιζαν τα αέρια αυτά.
Καθώς οι κυβερνήσεις εισήγαγαν περικοπές φόρων και άλλα κίνητρα για να ενθαρρύνουν την αγορά πετρελαιοκίνητων αυτοκινήτων, όπως οι χαμηλότερες χρεώσεις για parking, η βιομηχανία απάντησε με την παραγωγή περισσότερων μοντέλων. Με το diesel να κοστίζει λιγότερο από τη βενζίνη σε πολλές χώρες, ο τομέας γνώρισε τρελή ανάπτυξη.
Από τα 10 εκατομμύρια πετρελαιοκίνητα αυτοκίνητα που πωλήθηκαν σε όλο τον κόσμο το 2014, τα τρία τέταρτα από αυτά αγοράστηκαν στην Ευρώπη. Το diesel αντιπροσωπεύει επίσης ένα δυσανάλογα μεγάλο μέρος των εγχώριων πωλήσεων των ευρωπαϊκών αυτοκινητοβιομηχανιών.
Σύμφωνα με αναλυτές της Exane BNP Paribas, περισσότερο εκτεθειμένες είναι οι BMW και Daimler, οι Γερμανοί κατασκευαστές που το ποσοστό των πετρελαιοκίνητων οχημάτων στις συνολικές τους πωλήσεις στην Ευρώπη είναι 81% και 71% αντίστοιχα. To ποσοστό της σουηδικής Volvo είναι ακόμα ψηλότερο, στο 90%. Για τις γαλλικές Renault και Peugeot, το νούμερο είναι πάνω από 50%.
Τα πετρελαιοκίνητα αυτοκίνητα είναι ακόμα ένα προϊόν πολυτέλειας στις ΗΠΑ και αντιστοιχούν σε λιγότερο από 4% των πωλήσεων.
Το σκάνδαλο της VW φανέρωσε την πρόθεση των ρυθμιστικών αρχών στις ΗΠΑ να διερευνήσουν πιθανές παραβιάσεις των ελέγχων, μια πρόθεση που δεν υπάρχει και στην Ευρώπη. Η πιο χαλαρή προσέγγιση της Ε.Ε. μπορεί αρχικά να βοήθησε τη βιομηχανία diesel να ανθήσει στην Ευρώπη, αλλά φαίνεται πως περιελάμβανε και τον σπόρο των σημερινών προβλημάτων.
Η Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος (EPA) με έδρα την Ουάσιγκτον ανέλαβε δράση κατά της VW όταν το Διεθνές Συμβούλιο για την Καθαρή Μετακίνηση (ICCT), μια περιβαλλοντική ερευνητική ομάδα, έδειξε ότι οι πραγματικές εκπομπές οξειδίου του αζώτου από ένα VW Jetta ξεπέρασε τα επιτρεπτά όρια στις ΗΠΑ κατά 35 φορές, ενώ ένα Passat ήταν «μόλις» 20 φορές πάνω από τα όρια.
«Η ανακολουθία ανάμεσα στην πραγματική επίδοση των αυτοκινήτων με πετρελαιοκινητήρα και των αποτελεσμάτων των εργαστηριακών ελέγχων θεωρούνταν εδώ και καιρό σαν μια ωρολογιακή βόμβα έτοιμη να εκραγεί και οι αποκαλύψεις για τη χειραγώγηση από την VW έφεραν το ζήτημα στο επίκεντρο», σημειώνει ο Richard Gane, ειδικός στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας και διευθυντής στη Vendigital. Σύμφωνα με τον ίδιο, ένα μεγάλο μέρος της αγοράς diesel στην Ευρώπη μπορεί να γυρίσει στη βενζίνη «ουσιαστικά εν μία νυκτί».
Οι αρχές της Ε.Ε. αναμένεται να αρχίσουν τους πραγματικούς ελέγχους στην εκπομπή ρύπων των αυτοκινήτων το 2017, αλλά είναι πολύ αργά, υποστηρίζει ο Nick Molden, CEO της Emissions Analytics, μιας ιδιωτικής εταιρείας που ελέγχει την οικονομία καυσίμων και την παραγωγή ρύπων των αυτοκινήτων σε πραγματικές συνθήκες στις ΗΠΑ και στην Ε.Ε. «Έχουμε ελέγξει 250 ευρωπαϊκά αυτοκίνητα τα τελευταία τέσσερα χρόνια και μόνο πέντε πληρούσαν τα κριτήρια», προσθέτει.
Ένα από τα πέντε ήταν VW, που σύμφωνα με τον κ. Molden παράγει «ορισμένα από τα πιο καθαρά αυτοκίνητα στην Ευρώπη».
Οι έλεγχοί του δείχνουν ότι οι αυτοκινητοβιομηχανίες έχουν τεχνικά τη δυνατότητα να κατασκευάσουν καθαρά πετρελαιοκίνητα οχήματα. Η έρευνα της ICCT που βοήθησε να ξεκινήσει η EPA τους ελέγχους στη VW έδειξε επίσης ότι ένα πετρελαιοκίνητο αυτοκίνητο της BMW πληρούσε τα κριτήρια.
Αλλά ο Philippe Houchois, αναλυτής της UBS, λέει πως αυτό δείχνει μια αγορά δύο ταχυτήτων για τα πετρελαιοκίνητα οχήματα. Πιστεύει ότι ως επιλογή καυσίμου είναι πιθανό να εξαφανιστεί για τα μικρότερα οχήματα -από το GW Golf έως τα μικρά οχήματα των πόλεων-, γιατί το κόστος της τεχνολογίας για τον καθαρισμό των ρύπων τους σημαίνει ότι τα περιθώρια κέρδους θα μπορούσε να είναι πολύ ισχνά. Αυτό εξηγεί γιατί οι BMW και Daimler επιτυγχάνουν γενικά καλύτερα αποτελέσματα στους ελέγχους για την εκπομπή οξειδίων του αζώτου, από τη στιγμή που τα αυτοκίνητά τους έχουν υψηλότερη τιμή πώλησης.
Η ευρωπαϊκή βιομηχανία πετρελαιοκίνητων αυτοκινήτων πρέπει τώρα να αποδείξει ότι μπορεί να κατασκευάσει οχήματα που δεν προκαλούν ατμοσφαιρική ρύπανση, λέει ο Frank Kelly, καθηγητής περιβαλλοντικής υγείας στο King's College, London, η έρευνα του οποίου βοήθησε να υποδειχθούν οι κίνδυνοι.
«Αν η βιομηχανία καταφέρει να δείξει ότι μπορεί πραγματικά να μας δώσει ένα πετρελαιοκίνητο όχημα με πολύ χαμηλή εκπομπή ρύπων, τότε πιστεύω ότι υπάρχει η πιθανότητα όταν κοπάσει όλο αυτό να σταματήσουμε να ανησυχούμε», προσθέτει. «Αλλά αν δεν μπορούν να το κάνουν αυτό, πιστεύω ότι θα χάσουν την εμπιστοσύνη των κυβερνήσεων και των καταναλωτών, και πιστεύω ότι θα δούμε τον αργό θάνατο των οχημάτων αυτών».
© The Financial Times Limited 2015. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation