Tο ερώτημα που βασανίζει συχνότερα τον σημερινό αναγνώστη, είναι το εξής: Είμαστε βέβαιοι ότι τα χρόνια που προηγήθηκαν του 2008, ήταν φούσκα; Σε εκείνες τις χαρούμενες εποχές, τα ΑΕΠ και οι υπόλοιποι οικονομικοί δείκτες πετούσαν στα ύψη. Γιατί, λοιπόν, να προσπαθούμε να επιστρέψουμε στις τάσεις που επικρατούσαν πριν την κρίση; Οι εποχές της ανάπτυξης μέσω δανεισμού, έχουν τελειώσει. Οι πιο μετριοπαθείς ρυθμοί ανάπτυξης, αποτελούν τον νέο κανόνα, το new normal. Πάρτε το απόφαση και προχωρήστε.
Όταν διαβάζω τέτοια σχόλια, θυμάμαι πάντα τον Andrew Mellon. Στις πρώτες φάσεις της μεγάλης ύφεσης, ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ συνέστησε να ρευστοποιηθεί όλη η οικονομία. Ευτυχώς, κυριάρχησαν τα σοφότερα μυαλά και τον απέτρεψαν. Δυστυχώς, αυτές τις ημέρες οι Ευρωπαίοι επιτρέπουν στην ρυθμιστική ελίτ τους να κάνει αυτό ακριβώς το πράγμα.
Να υπογραμμίσω, ευθύς εξαρχής, ότι υπάρχει κάποια αλήθεια στο επιχείρημα της φούσκας για ορισμένες μεμονωμένες χώρες της ευρωζώνης –αλλά όχι αν δούμε την ευρωζώνη ως σύνολο.
Παράδειγμα η Λετονία- μια χώρα που είναι πολύ μικρή, πολύ φοβισμένη με τον μεγαλύτερο γείτονά της και πολύ θερμή με την ένταξη στον πυρήνα της Ευρώπης. Μετά την πτώση του κομμουνισμού το 1991, η οικονομία της συρρικνώθηκε κατά το ήμισυ και πλέον. Η μέση ανάπτυξη μετά το σοκ, στο διάστημα 1994-99, ήταν περίπου 4%.
Μετά από εκείνη την περίοδο, η ανάπτυξη άρχισε να ανακάμπτει το 2000, εν αναμονή της συμμετοχής στην ΕΕ. Ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης στην περίοδο από 2000 ως 2007 ήταν 8,5%. Μετά χτύπησε η κρίση. Στην συνέχεια η οικονομία συρρικνώθηκε 25% από το ζενίθ στο ναδίρ, αλλά έχει έκτοτε ανακάμψει.
Ο Olivier Blanchard, ο διευθύνων οικονομολόγος του ΔΝΤ και δύο συνάδελφοί του, πρόσφατα προσπάθησαν να ξεκαθαρίσουν την λετονική εμπειρία της άνθισης και ανάπτυξης, και βρήκαν ότι η άνθιση ήταν υγιής μέχρι περίπου το 2006 και στην συνέχεια έγινε "τοξική" εξαιτίας των μαζικών εκροών ξένων κεφαλαίων. Ένα από τα πολλά συμπεράσματά τους, είναι ότι η πτώση της οικονομικής παραγωγής ήταν αποτέλεσμα κυρίως της πιστωτικής αποστράγγισης που ακολούθησε το σκάσιμο της φούσκας, όχι της λιτότητας. Ορθώς όμως συνιστούν μεγάλη επιφύλαξη στο να συνταχθούν ευρύτερα συμπεράσματα, πέρα από την ίδια την Λετονία.
Και η Ισπανία; Η περίοδος ακμής και παρακμής εκεί δεν είναι τόσο ακραία όσο στην Λετονία. Με τους υπολογισμούς μου, βάση των στοιχείων της Eurostat, ο μέσος ρυθμός πραγματικής ανάπτυξης στην περίοδο πριν την δεκαετία του 1990 ήταν 2,6%. Ανήλθε στο 3,7% στην περίοδο 1999 έως 2007. Αυτό συνδέθηκε ξεκάθαρα με τις τεράστιες εισροές κεφαλαίου που συνόδευσαν το ευρώ και πυροδότησαν μια τρελή ανάπτυξη της αγοράς ακινήτων. Σε κάποιο σημείο, οι οικονομικοί κλάδοι που σχετίζονταν με τα ακίνητα, καταλάμβαναν σχεδόν 20% του ΑΕΠ.
Οπότε είναι λογικό να υποθέσουμε ότι, όπως με την Λετονία, ένα τμήμα της προ-κρίσης ανάπτυξης της Ισπανίας, επεδείκνυε ανθυγιεινά συμπτώματα φούσκας. Αν δούμε την τάση ανάπτυξης του ΑΕΠ πριν την κρίση, μπορούμε να συμπεράνουμε με ασφάλεια ότι η Ισπανία δεν μπορεί να επιστρέψει απολύτως σε εκείνα τα επίπεδα και τους ρυθμούς ανάπτυξης, και ούτε πρέπει να προσπαθήσει κάτι τέτοιο.
Όμως σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να ισχυριστούμε το ίδιο για την ευρωζώνη ως σύνολο και σε αυτό πραγματικά το επίπεδο θα πρέπει να κοιτάζουμε, γιατί οι χώρες δεν μπορεί να είναι συγκρίσιμες μακροοικονομικές μονάδες, αν δεν έχουν την δική τους νομισματική και δημοσιονομική πολιτική. Στην ευρωζώνη δεν υπήρξε προ-κρίσης φούσκας λόγω της Γερμανίας, που είχε το αντίθετο από μια φούσκα, με τις πραγματικές τιμές ακινήτων να συρρικνώνονται από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 μέχρι τα τέλη της περασμένης δεκαετίας.
Η μέση αύξηση του ΑΕΠ της ευρωζώνης στην περίοδο 1999-2007 ήταν 2,3% -παρόμοια με μια δεκαετία πριν. Αν κοιτάξουμε την ευρωζώνη και όχι τις μεμονωμένες χώρες, η ομίχλη διαλύεται. Οι προ-κρίσης τάσεις είναι σταθερές. Με τους δικούς μου υπολογισμούς, υπάρχει σήμερα μια απόκλιση 12% στο πραγματικό ΑΕΠ ανάμεσα στο πού βρίσκεται σήμερα και πού θα βρισκόταν με την προ-κρίσης τάση. Και είναι δραματική απόκλιση.
Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποδοθεί αυτή η απόκλιση σε φούσκα, δεδομένου ότι σε επίπεδο ευρωζώνης δεν υπήρξε.
Μακροπρόθεσμα, οι οικονομίες τείνουν να επιστρέφουν στην μέση τάση τους, αν δεν γίνουν τρομερά λάθη στην οικονομική πολιτική. Η Ιαπωνία δεν τα έχει καταφέρει. Ακόμη κι αν θεωρήσουμε τα χρόνια της ακμής της φούσκα και αμβλύνουμε τις αποκλίσεις, και πάλι ούτε καν πλησιάζει. Η εμπειρία που έχει η Ιαπωνία από το 1990 είναι ότι τα λάθη στρατηγικής μπορούν να σε βγάλουν μονίμως εκτός τροχιάς. Αυτό συμβαίνει τώρα στην Ευρώπη.
Αν η ευρωζώνη είχε διορθώσει το τραπεζικό σύστημα το 2008, όπως έκαναν οι ΗΠΑ, και αν δεν είχε επιλέξει την εμπροσθοβαρή δημοσιονομική προσαρμογή και πάλι θα υπήρχε βαθιά ύφεση. Μέχρι τώρα όμως, θα είχε μπει στον δρόμο της επιστροφής στην προ-κρίσης μέση τάση. Αντ' αυτού, η ευρωζώνη επέβαλε την λιτότητα, μειώνοντας το δημοσιονομικό της έλλειμμα κατά 1,5% το 2012 και επιπλέον 0,75% φέτος.
Ο συνδυασμός της μόνιμης λιτότητας και της πιστωτικής αποστράγγισης έκαναν τεράστια διαρθρωτική ζημιά, από την οποία η ευρωζώνη δεν θα συνέλθει ποτέ πλήρως –τουλάχιστον όχι με την έννοια να ανακτήσει την προ της κρίσης τάση ανάπτυξης. Και η πιστωτική αποστράγγιση, που συνεχίζει να μας συνοδεύει, δεν θα λήξει αν δεν διορθώσει η ευρωζώνη τον τραπεζικό της κλάδο.
Ακόμη και αν ανήκετε στους αισιόδοξους, αντιλαμβάνεστε προφανώς ότι κάτι τέτοιο αποκλείεται να συμβεί πριν το 2015.
Απέφυγα να παίξω το παιχνίδι της απόδοσης ευθυνών όταν ξέσπασε η κρίση, πριν πέντε χρόνια. Αλλά είναι η ρυθμιστική ελίτ και μόνο, που ευθύνεται για αυτή την μόνιμη και περιττή απώλεια οικονομικής παραγωγής και απασχόλησης.
*To Εuro2day.gr ενθαρρύνει τον διάλογο και την έκφραση απόψεων από τους αναγνώστες. Σχολιάστε το άρθρο και πείτε την άποψή σας δημόσια για όσα συμβαίνουν και μας αφορούν όλους. Αν θεωρείτε το άρθρο σημαντικό, διαδώστε το με τα εργαλεία κοινωνικής δικτύωσης.
© The Financial Times Limited 2013. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation