Αυτό που λείπει στον oυκρανικό πόλεμο είναι η διπλωματία!

Οι μάχες και οι διαπραγματεύσεις πρέπει να συμβαίνουν ταυτόχρονα, εξηγεί ο Γκ. Ράχμαν. Οι απειλές ενός πυρηνικού Αρμαγεδδώνα, το παράδειγμα της κρίσης της Κούβας και οι δύσκολες επιλογές.

Αυτό που λείπει στον oυκρανικό πόλεμο είναι η διπλωματία!
  • του Gideon Rachman

Ο Τζο Μπάιντεν είναι ένας από τους λίγους παγκόσμιους ηγέτες που θα θυμάται έντονα την πυραυλική κρίση της Κούβας. Ήταν φοιτητής, σχεδόν 20 ετών, όταν οι ΗΠΑ και η Σοβιετική Ένωση έφτασαν στο χείλος του πυρηνικού πολέμου. Τώρα, ως πρόεδρος των ΗΠΑ, έχει μισοσκεφτεί και μισοπροειδοποιήσει πως ο κόσμος αυτή τη στιγμή βρίσκεται πιο κοντά στον πυρηνικό Αρμαγεδδώνα απ’ ό,τι οποιαδήποτε άλλη στιγμή από την κρίση που εκτυλίχθηκε τον Οκτώβριο του 1962 -ακριβώς πριν από 60 χρόνια.

Υπήρξε κάποια δυσφορία με το γεγονός ότι ο Μπάιντεν ξεστόμισε τέτοια πράγματα. Η επιχειρηματολογία είναι πως με το να συζητά δημοσίως τον πυρηνικό πόλεμο, ο πρόεδρος των ΗΠΑ παίζει το παιχνίδι του Πούτιν. Ο πρόεδρος της Ρωσίας και ο στρατός του βρίσκονται σε μια αυξανόμενα απελπιστική κατάσταση. Οι δυτικές υπηρεσίες πληροφοριών πιστεύουν πως οι Ρώσοι ξεμένουν από πυρομαχικά και αυτό έγινε μόλις πρόσφατα εμφανές στον Πούτιν. Απειλώντας με τα πυρηνικά όπλα, χρησιμοποιεί ένα από τα εναπομείναντα εργαλεία του -προσπαθεί να τρομοκρατήσει την Ουκρανία και τους δυτικούς υποστηρικτές της ώστε να εξασφαλίσει παραχωρήσεις.

Ο Μπάιντεν, ωστόσο, δεν είναι ο μόνος που μιλά δημοσίως για την πυρηνική απειλή. Ο Β. Ζελένσκι έχει επίσης πει πως ο Πούτιν προετοιμάζει ψυχολογικά τον ρωσικό λαό για τη χρήση πυρηνικών όπλων. Όπως το έθεσε ο ηγέτης της Ουκρανίας, αυτό είναι «πολύ επικίνδυνο».

Με τους κινδύνους της κλιμάκωσης να αυξάνονται -μαζί με τον απολογισμό των θανάτων-, η απουσία σοβαρών διπλωματικών προσπαθειών για να τερματιστεί η σύρραξη είναι και εντυπωσιακή και ανησυχητική. 

Για κάποιους από τους πιο θερμούς υποστηρικτές της Ουκρανίας, ακόμα και η συζήτηση περί διπλωματίας αναλογεί σε κατευνασμό. Το επιχείρημά τους είναι πως ο μόνος αποδεκτός και ρεαλιστικός τρόπος για να τερματιστεί ο πόλεμος είναι να ηττηθεί ο Πούτιν. Αυτό είναι εντάξει ως δήλωση αρχής, αλλά πρακτικά δεν βοηθά και πολύ.

Φυσικά, θα ήταν καλύτερα αν η Ρωσία ηττηθεί ολοκληρωτικά και έρθει στην εξουσία μια νέα, μεταμελημένη, κυβέρνηση στη Μόσχα -που θα είναι δεσμευμένη να πληρώσει πολεμικές επανορθώσεις και να φέρει τον Πούτιν ενώπιον της δικαιοσύνης για εγκλήματα πολέμου. Αλλά αυτό το αποτέλεσμα, αν και εντός του εύρους των δυνατοτήτων, ωστόσο παραμένει ένα πολύ μακρινό στοίχημα. Για το προβλέψιμο μέλλον είναι πολύ πιθανότερο πως καθώς συρρικνώνονται οι επιλογές του, ο Ρώσος ηγέτης και η κουστωδία του θα κλιμακώσουν περαιτέρω.

Οι επιλογές της Ρωσίας συμπεριλαμβάνουν οικονομική πίεση, αδιάκριτους βομβαρδισμούς στην Ουκρανία και σαμποτάζ δυτικών υποδομών. Αλλά οι όλο και πιο ανοικτές πυρηνικές απειλές είναι επίσης πιθανές. Η χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων δεν μπορεί να αποκλειστεί. Η συχνότητα με την οποία οι δυτικοί ηγέτες αναφέρονται σε αυτό και συζητούν για τις πιθανές αντιδράσεις -ο τελευταίος που το έκανε ήταν ο Εμανουέλ Μακρόν της Γαλλίας- είναι ένδειξη των ενημερώσεων που λαμβάνουν κατ’ ιδίαν.

Το 1962, η πυρηνική ακροσφαλής πολιτική έλαβε χώρα εν μέσω μυστικής διπλωματίας που τελικά αποκλιμάκωσε την πυραυλική κρίση της Κούβας. Αυτού του είδους η διπλωματική δραστηριότητα είναι το συστατικό που λείπει από τον πόλεμο της Ουκρανίας.

Το μεγάλο λάθος είναι να πιστεύουμε πως η διπλωματία αποτελεί εναλλακτική της ισχυρής στρατιωτικής υποστήριξης της Ουκρανίας. Αντιθέτως, οι δύο προσεγγίσεις θα πρέπει να πηγαίνουν χέρι χέρι και να αλληλοσυμπληρώνονται.

Η χορήγηση στους Ουκρανούς της στρατιωτικής βοήθειας που χρειάζονται για να σημειώσουν πρόοδο στα πεδία μάχης τούς βάζει στην καλύτερη δυνατή θέση για να εξασφαλίσουν τους στόχους τους σε έναν μελλοντικό ειρηνευτικό διακανονισμό. Αλλά η διπλωματία δεν θα πρέπει απλά να μετατεθεί για κάποια στιγμή στο μέλλον. Πρέπει να συμβαίνει την ίδια ώρα με τις μάχες. Και οι Ουκρανοί πρέπει να συμμετέχουν και να τους συμβουλεύονται σε κάθε βήμα.

Ορισμένοι δυτικοί στρατιωτικοί ηγέτες έχουν ενοχληθεί επειδή οι προσπάθειές τους στην Ουκρανία δεν υποστηρίζονται από ταυτόχρονη διπλωματία. Όπως το θέτει μια ανώτερη στρατιωτική πηγή, «η στρατιωτική δράση είναι αναποτελεσματική από μόνη της. Είναι πραγματικά αποτελεσματική μόνο όταν συνδυάζεται με οικονομικές και διπλωματικές προσπάθειες. Και δεν βλέπουμε αρκετή διπλωματία».

Αν και κάποιοι μπορεί να υποθέσουν ότι υπάρχει περισσότερη μυστική διπλωματία από ό,τι φαίνεται, εκείνοι που θα έπρεπε να γνωρίζουν αφήνουν να εννοηθεί ότι υπάρχουν λίγοι δίαυλοι ανοιχτοί με το Κρεμλίνο. Ανώτερα μέλη της ομάδας του Μπάιντεν πιστεύεται ότι έχουν μιλήσει με τους ομολόγους τους στη Μόσχα. Αλλά τα αποτελέσματα δεν ήταν και τόσο ενθαρρυντικά, με τη ρωσική πλευρά να εμμένει στα εγκεκριμένα από το Κρεμλίνο σημεία συζήτησης.

Η διπλωματία τρίτων μπορεί να είναι ένας πιο γόνιμος δρόμος. Το μοντέλο εδώ θα μπορούσε να είναι η συμφωνία που επιτεύχθηκε για να επιτραπεί στα ουκρανικά σιτηρά να φύγουν από τα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας, ανακουφίζοντας την παγκόσμια επισιτιστική κρίση. Η Τουρκία έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη μεσολάβηση για τις συνομιλίες αυτές. Ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν δεν αποτελεί για όλους το ιδανικό ενός σταθερού διαμεσολαβητή. Όμως έχει μακροχρόνιους δεσμούς στην Ουάσιγκτον, τις Βρυξέλλες και τη Μόσχα.

Οι Ινδοί είναι επίσης πιθανοί συνομιλητές. Το ότι δεν υποστήριξαν ψηφίσματα καταδίκης της Ρωσίας στον ΟΗΕ έχει προκαλέσει πολλά δυσμενή σχόλια στη Δύση. Αλλά μπορεί να τους καταστήσει αξιόπιστους αγγελιαφόρους στη Μόσχα. Ο Ινδός υπουργός Εξωτερικών Σ. Τζαϊχνακάρ είναι επίσης ένας σεβαστός χειριστής θεμάτων.

Στη Δύση, ορισμένοι που σκέφτονται μια ενδεχόμενη ειρηνευτική συμφωνία θέτουν γενικές παραμέτρους. Η Ρωσία πρέπει να αποσυρθεί τουλάχιστον στο σημείο όπου βρίσκονταν οι δυνάμεις της πριν από την εισβολή της 24ης Φεβρουαρίου. Το μέλλον της Ουκρανίας ως βιώσιμου κράτους πρέπει να είναι εξασφαλισμένο -με πρόσβαση στη θάλασσα, έλεγχο του δικού της εναέριου χώρου και αξιόπιστες εγγυήσεις ασφαλείας που δεν εξαρτώνται από τη ρωσική καλή πίστη. Το καθεστώς της Κριμαίας θα είναι το πιο δύσκολο ζήτημα σε οποιαδήποτε διαπραγμάτευση. Αλλά η εξεύρεση δημιουργικών λύσεων σε δυσεπίλυτα προβλήματα είναι το ζητούμενο της διπλωματίας υψηλού επιπέδου. Πρέπει να δούμε περισσότερη τέτοια διπλωματία.

© The Financial Times Limited 2022. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v