Το Σαββατοκύριακο της αλήθειας πλησιάζει για τους Γερμανούς Σοσιαλδημοκράτες. Μετά από μήνες αναταραχής, αγωνίας και δολοπλοκιών, οι ηγέτες του κεντροαριστερού κόμματος θα ανακοινώσουν την Κυριακή το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας των μελών του για το αν θα συμπορευτεί για άλλη μια φορά με το συντηρητικό μπλοκ της Άνγκελα Μέρκελ. Δεν υπάρχουν δημοσκοπήσεις και προβλέψεις, μόνο διάχυτη ανησυχία.
Το ερώτημα στο οποίο πρέπει να απαντήσουν οι 460.000 μέλη του SPD είναι με ποιον τρόπο θα διασφαλιστεί καλύτερα το μέλλον του κόμματος που στις δημοσκοπήσεις βρίσκεται κοντά στο 16%, περίπου τέσσερις μονάδες χαμηλότερα από τις καταστροφικές γενικές εκλογές του Σεπτεμβρίου. Σε περίπτωση που δεν εγκριθεί η συμφωνία για κυβέρνηση συνασπισμού, η Γερμανία θα οδηγηθεί σχεδόν βέβαια σε νέες εκλογές, στις οποίες το SPD θα υποστεί περαιτέρω απώλειες.
Ωστόσο, οι αντίπαλοι του μεγάλου συνασπισμού θεωρούν μια νέα συμμαχία με την κα Μέρκελ μια ακόμα πιο δηλητηριώδη επιλογή. Επισημαίνουν πως το SPD έχει από το 2005 συμμετάσχει δύο φορές σε κυβερνήσεις ως ο μικρότερος εταίρος της καγκελαρίου και έχει τιμωρηθεί βαριά από τους ψηφοφόρους στις επόμενες εκλογές. Μια τρίτη συνεργασία, επιμένουν, θα θόλωνε ακόμα περισσότερο τις ήδη ασαφείς προτεραιότητες του κόμματος και θα ενίσχυε την εντύπωση πως το SPD δεν μπορεί πλέον να διαχωριστεί από τους Χριστιανοδημοκράτες της κας Μέρκελ.
Ας δεχθούμε το χτύπημα στις εκλογές, τονίζουν, και μετά ας επιστρέψουμε σε λίγα χρόνια ως ένα αυθεντικό, αξιόπιστο αριστερό κόμμα. Είναι, παρατηρεί ένα υψηλόβαθμο στέλεχος του SPD, η θεωρία της «μεγάλης έκρηξης» στην πολιτική: «Πρέπει να υπάρξει μια τεράστια έκρηξη και στη συνέχεια κάτι καινούργιο και αυθεντικό μπορεί να αναδυθεί».
H απόφαση με την οποία είναι αντιμέτωπα τα μέλη του SPD είναι δύσκολη και το ευρύτερο δημοσκοπικό υπόβαθρο δεν είναι ενθαρρυντικό. Αλλά η καταστροφή που βλέπουν ορισμένοι πίσω από έναν ακόμα μεγάλο συνασπισμό είναι υπερβολική. Είναι αλήθεια πως στο παρελθόν οι συνασπισμοί αυτοί δεν λειτούργησαν προς όφελος του SPD. Αλλά υπάρχουν λόγοι για να υποστηρίξει κανείς ότι αυτή η κυβέρνηση μπορεί να εξελιχθεί με διαφορετικό τρόπο.
Πρώτον, είναι βέβαιο πως αυτή θα είναι η τελευταία θητεία της κας Μέρκελ. Αυτή είναι μια καλή είδηση για το SPD, τουλάχιστον με δύο τρόπους. Σημαίνει πως οι Χριστιανοδημοκράτες ενδέχεται να βρεθούν αντιμέτωποι με μια δυνητικά διχαστική μάχη διαδοχής, πιθανότατα στρέφοντας τον ακροδεξιό Γενς Σπαν εναντίον μιας μετριοπαθούς συντηρητικού Ανεγκρέτ Κραμπ-Καρενμπάουερ. Το ενδεχόμενο εσωτερικής μάχης είναι μεγάλο και οι Γερμανοί ψηφοφόροι τείνουν να επιβραβεύουν τα κόμματα που είναι ενωμένα και πειθαρχημένα. Ούτε είναι εγγυημένο ότι ο διάδοχος της κας Μέρκελ θα αποδειχθεί τόσο αξιόπιστος στην προσέλκυση ψήφων όσο η γυναίκα που εξασφάλισε τέσσερις εκλογικές νίκες.
Δεύτερον, όποιος και αν αντικαταστήσει την κα Μέρκελ θα βρεθεί υπό πίεση να κερδίσει τους απογοητευμένους ψηφοφόρους που εγκατέλειψαν το CDU για το ακροδεξιό κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD). Aυτό θα σήμαινε ότι το CDU τείνει περισσότερο προς τα δεξιά. Μια τέτοια στροφή θα μπορούσε εύκολα να προκαλέσει εντάσεις στον μεγάλο συνασπισμό. Μακροπρόθεσμα ωστόσο, οποιαδήποτε κίνηση του CDU που θα καταλήγει στην απομάκρυνση από ένα μέρος του πολιτικού κέντρου που είχε καταλάβει η κα Μέρκελ τα τελευταία δώδεκα χρόνια θα ήταν ευχάριστη είδηση για το SPD.
Υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι οι Σοσιαλδημοκράτες έχουν διδαχθεί από τις αποτυχίες του παρελθόντος. Το κυριότερο, η αρχηγός του SPD Αντρέα Νάλες έχει υποσχεθεί να μην αναλάβει υπουργική θέση, εστιάζοντας στο ρόλο της ως αρχηγού του κόμματος και της κοινοβουλευτικής ομάδας του SPD στην Bundestag. H απόφαση λήφθηκε έχοντας κατά νου έναν στόχο που είχε αγνοηθεί στο παρελθόν. Να διασφαλιστεί ότι οι Σοσιαλδημοκράτες θα διατηρήσουν μια διακριτή ταυτότητα από την κυβέρνηση της Μέρκελ.
Τέλος, το SPD έχει αναδυθεί από τις συνομιλίες για τον σχηματισμό συνασπισμού με αρκετές επιμέρους νίκες. Θα ελέγχει τρεις από τις πιο σημαντικές θέσεις του υπουργικού συμβουλίου -τα υπουργεία Οικονομικών, Εξωτερικών και Εργασίας-, δίνοντας στο κόμμα ορατότητα και μια ευκαιρία να δημιουργήσει και να δοκιμάσει υποψήφιους για τις επόμενες εκλογές.
Τίποτα από όλα αυτά δεν εγγυάται μια λαμπρή αναγέννηση του γηραιότερου κόμματος της Γερμανίας. Αλλά καταδεικνύει πως η υπόθεση ενός μεγάλου συνασπισμού δεν βασίζεται μόνο στον φόβο μιας άμεσης εκλογικής καταστροφής. Είναι μια υπόθεση που έχει πείσει τους περισσότερους βουλευτές του SPD και τους ηγέτες του. Το αν έχει κερδίσει και τη βάση του κόμματος θα γίνει ξεκάθαρο την Κυριακή.
© The Financial Times Limited 2018. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation