Ράχμαν: Η πολιτική Τραμπ δίνει όπλα στην Κίνα

Βάζοντας στο στόχαστρο συμμάχους και γείτονες με δασμούς, οι ΗΠΑ δίνουν όπλα στην Κίνα. Η αναγκαστική αναζήτηση ενός «εναλλακτικού συνασπισμού» και οι στρατηγικές επιπτώσεις.

Ράχμαν: Η πολιτική Τραμπ δίνει όπλα στην Κίνα
Ο αρθρογράφος των Financial Times Gideon Rachman
  • του Gideon Rachman

«Η στρατηγική μας στους δασμούς θα είναι πρώτα πυροβολάς και μετά ρωτάς». Αυτό μου είπε στα τέλη του περασμένου έτους ένας από τους βασικούς υπεύθυνους χάραξης οικονομικής πολιτικής του Ντόναλντ Τραμπ.

Τέτοιου είδους «μαγκιές» είναι της μόδας τώρα στην Ουάσινγκτον. Αλλά είναι και βαθιά επικίνδυνες –για την ίδια την Αμερική αλλά και για τις χώρες που έχει στοχοποιήσει με δασμούς. Οι δυνητικοί οικονομικοί κίνδυνοι για τις ΗΠΑ –υψηλότερος πληθωρισμός και αναταραχή στη βιομηχανία- είναι γνωστοί.

Οι στρατηγικές επιπτώσεις για την Αμερική δεν είναι τόσο άμεσα εμφανείς –αλλά θα μπορούσαν να είναι εξίσου σοβαρές και να διαρκέσουν ακόμα περισσότερο. Οι δασμοί του Τραμπ απειλούν να καταστρέψουν την ενότητα της δυτικής συμμαχίας. Σπέρνει τους σπόρους ενός εναλλακτικού συνασπισμού που θα σχηματιστεί από τις πολλές χώρες που νοιώθουν προσφάτως να απειλούνται από την Αμερική. Η συνεργασία θα είναι στην αρχή άτυπη, αλλά θα σκληραίνει περισσότερο όσο συνεχίζεται ο δασμολογικός πόλεμος.

Η κατάρρευση της δυτικής ενότητας θα ήταν ένα  όνειρο που έγινε πραγματικότητα για τη Ρωσία και την Κίνα. Ο ίδιος ο Τραμπ μπορεί να μην νοιάζεται· συχνά έχει εκφράσει τον θαυμασμό του για τον Βλαντίμιρ Πούτιν και τον Σι Τζινπίνγκ. Αλλά ο Μαρκ Ρούμπιο και ο Μάικ Γουόλτς –οι άνθρωποι που ο Τραμπ έχει διορίσει υπουργό Εξωτερικών και Σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας- ισχυρίζονται και οι δυο πως πιστεύουν ότι ο περιορισμός της κινεζικής ισχύος είναι η κεντρική πρόκληση στρατηγικής που αντιμετωπίζουν οι ΗΠΑ.

Αν ισχύει αυτό, είναι βαθιά ανόητο να επιβάλλει ο Τραμπ δασμούς στην Κίνα, στον Καναδά και στο Μεξικό (σ.τ.μ. Μεξικό και Καναδάς εξασφάλισαν αναβολή ενός μήνα για την εφαρμογή των δασμών). Με αυτόν τον τρόπο κινδυνεύει να δημιουργήσει μια σύγκλιση συμφερόντων μεταξύ αυτών των τριών χωρών –καθώς και της ΕΕ, η οποία έχει ενημερωθεί ότι είναι η επόμενη στη λίστα για την επιβολή δασμών.

Όταν η κυβέρνηση Μπάιντεν ανέλαβε το 2021, η ΕΕ ήταν έτοιμη να προωθήσει μια νέα επενδυτική συμφωνία με την Κίνα. Αλλά αυτό εγκαταλείφθηκε μετά τις πιέσεις από την Ουάσινγκτον και τις γκάφες του Πεκίνου. Μέχρι το τέλος της περιόδου Μπάιντεν, οι ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συνεργάζονταν στενά σε προσπάθειες για «μείωση του κινδύνου» του εμπορίου με την Κίνα και για περιορισμό των εξαγωγών σε τεχνολογίες-κλειδιά.

Η βασική θεώρηση της κυβέρνησης Μπάιντεν ήταν πως, αν οι ΗΠΑ εμπλακούν σε παγκόσμια αναμέτρηση με την Κίνα, είναι πολύ πιθανότερο να επικρατήσουν αν μπορέσουν να πείσουν τις άλλες προηγμένες δημοκρατίες να συνεργαστούν μαζί τους. Ο Τραμπ, αντιθέτως, έχει αποφασίσει να κυνηγήσει τους συμμάχους της Αμερικής πολύ πιο σθεναρά απ’ ό,τι τους αντιπάλους της. Η πιθανή επίπτωση είναι πως θα οδηγήσει εκείνους τους συμμάχους και πάλι προς την Κίνα.

Οι Ευρωπαίοι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής ήδη γνωρίζουν πως οι φιλόδοξοι στόχοι που έχουν θέσει για την πράσινη μετάβαση θα είναι αδύνατοι χωρίς τα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα, τις μπαταρίες και τα ηλιακά πάνελ. Η απειλή της απώλειας των αμερικανικών αγορών θα κάνει την κινεζική αγορά να μοιάζει ακόμα πιο απαραίτητη. Όταν σχολίασα σε ανώτατο Ευρωπαίο υπεύθυνο χάραξης πολιτικής την περασμένη εβδομάδα πως η ΕΕ μπορεί τώρα να εξετάσει το ενδεχόμενο να αναθερμάνει τις σχέσεις με την Κίνα, απάντησε: «πιστέψτε με, αυτή η συζήτηση έχει ήδη ξεκινήσει».

Ορισμένοι Ευρωπαίοι με επιρροή ρωτούν μάλιστα αν οι ΗΠΑ ή η Κίνα είναι τώρα η πιο άμεση απειλή. Αυτό θα ήταν ένα παράλογο ερώτημα πριν από μόλις δυο μήνες. Αλλά ο Τραμπ -και όχι ο Σι- είναι αυτός που μιλάει για τερματισμό της ανεξαρτησίας του Καναδά, ενός κράτους μέλους του ΝΑΤΟ. Και η κυβέρνηση Τραμπ και ο Έλον Μασκ -όχι η κινεζική κυβέρνηση- είναι αυτοί που προωθούν την ακροδεξιά στην Ευρώπη.

Ο κινεζικός μερκαντιλισμός (σημ. μτφ. εμπορικός κι οικονομικος επεκτατισμός) και η υποστήριξη του Πεκίνου στον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία παραμένουν βασικά εμπόδια σε οποιαδήποτε επαναπροσέγγιση μεταξύ της Κίνας και των Βρυξελλών. Αλλά αν η κυβέρνηση Τραμπ εγκαταλείψει την Ουκρανία -και το Πεκίνο ακολουθήσει σκληρότερη γραμμή έναντι της Ρωσίας- θα μπορούσε να ανοίξει ο δρόμος για μια ευρωπαϊκή στροφή προς την Κίνα.

Η Kίνα θα εντοπίσει επίσης νέες ευκαιρίες στη Λατινική Αμερική, καθώς η ήπειρος αγανακτεί με τις αμερικανικές απειλές κατά του Παναμά και του Μεξικό. Η επιθετική δράση των ΗΠΑ κατά των χωρών αυτών -συμπεριλαμβανομένης απειλής χρήσης στρατιωτικής ισχύος- είναι ξεκάθαρα πιθανή, δεδομένης της αποφασιστικότητας του Τραμπ να ανακτήσει τον έλεγχο της Διώρυγας του Παναμά και να τα βάλει με τα μεξικανικά καρτέλ ναρκωτικών.

Ακολουθήστε το Euro2day.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του Euro2day.grFOLLOW USΑκολουθήστε τη σελίδα του Euro2day.gr στο Linkedin

Αλλά η επιθετικότητα του Τραμπ προς το Μεξικό πιθανόν θα φέρει αντίθετα αποτελέσματα. Αν οι δασμοί σπρώξουν το Μεξικό σε βαθιά ύφεση, η ροή απελπισμένων ανθρώπων που οδεύουν προς τις ΗΠΑ πιθανό θα αυξηθεί -όπως και η δύναμη των καρτέλ ναρκωτικών, των οποίων οι εξαγωγές δεν υπόκεινται σε δασμούς.

Ο Καναδάς και το Μεξικό γνωρίζουν πολύ καλά πως οι πιθανότητες είναι εναντίον τους σε έναν εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ. Αλλά είναι αναγκασμένοι να προβούν σε αντίποινα. Κανέναν εθνικό ηγέτη δεν συμφέρει να φανεί αδύναμος μπροστά στο αμερικανικό μπούλινγκ. Και η ανταπόδοση στον Τραμπ είναι πιθανόν η σωστή στρατηγική κίνηση. Όπως μου το έθεσε πρόσφατα ένας Ευρωπαίος υπουργός Εξωτερικών, «αν ο Τραμπ σου ρίξει μπουνιά στο πρόσωπο και δεν του ρίξεις κι εσύ μπουνιά, απλά θα σε ξαναχτυπήσει».

Χώρες όπως η Βρετανία και η Ιαπωνία που δεν έχουν ακόμα επιλεγεί για δασμούς μπορεί να αναστενάζουν με ανακούφιση. Αλλά κοροϊδεύουν τον εαυτόν τους αν νομίζουν πως το να τηρούν «χαμηλό προφίλ» θα τους εξασφαλίσει ότι θα μείνουν στο απυρόβλητο. Αν ο Τραμπ αποφασίσει πως ο πρώτος δασμολογικός του πόλεμος ήταν αποτελεσματικός, οπωσδήποτε θα ψάξει για νέους στόχους.

Η αμερικανική επιχειρηματική κοινότητα πρέπει επίσης να ξυπνήσει και να σταματήσει τη συκοφαντική φλυαρία για την επιστροφή των «ζωωδών πνευμάτων» (σημ. μτφ. έκφραση που είχε χρησιμοποιήσει ο John Maynard Keynes για να χαρακτηρίσει την επιχειρηματική δυναμική και τη διάθεση ανάληψης ρίσκου) στην αμερικανική οικονομία. Αυτό που ουσιαστικά προσφέρει ο Τραμπ στην Αμερική είναι η οικονομική αυτάρκεια και η καταστροφή της δυτικής συμμαχίας.

Αυτό θα ήταν οικονομική και στρατηγική καταστροφή για τις αμερικανικές επιχειρήσεις –και για τις ΗΠΑ συνολικά.

© The Financial Times Limited 2025. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

v