Στελέχη γερμανικών επιχειρήσεων προειδοποιούν πως τα υψηλά επίπεδα αναρρωτικών αδειών βλάπτουν την ανταγωνιστικότητα της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης και επιδεινώνουν τα οικονομικά της προβλήματα.
Οι εργαζόμενοι έχασαν κατά μέσο όρο 19,4 ημέρες λόγω ασθενειών το 2023, σύμφωνα με την Techniker Krankenkasse (ΤΚ), τον μεγαλύτερο δημόσιο φορέα ασφάλισης υγείας της χώρας.
Τα προκαταρκτικά στοιχεία δείχνουν πως η τάση οδεύει προς συνέχιση της ανοδικής της πορείας, δήλωσε εκπρόσωπος της ΤΚ στους Financial Times, επιδεινώνοντας τις προκλήσεις για μια οικονομία που πολλοί περιμένουν πως θα συρρικνωθεί για δεύτερο συνεχόμενο χρόνο το 2024.
Αν και είναι δύσκολο να συγκριθούν στοιχεία από χώρα σε χώρα, ο Κρίστοφερ Πρινς, ειδήμονας του ΟΟΣΑ σε θέματα απασχόλησης, είπε πως η Γερμανία είναι «οπωσδήποτε μεταξύ των πρώτων χωρών» στην κατάταξη σε ό,τι αφορά τις αναρρωτικές άδειες.
Το ζήτημα έχει ενταχθεί σε μια συζήτηση αναφορικά με το μέλλον του οικονομικού μοντέλου της χώρας, με τις υψηλές τιμές ενέργειας, τις ελλείψεις εργατικού δυναμικού και την ασφυκτική γραφειοκρατία να πλήττουν τη βιομηχανία που οδηγούσε για δεκαετίες την ανάπτυξη.
Στέλεχος σε βιομηχανική εταιρεία blue chip παραπονέθηκε για «παντελή απροθυμία» ιδιαίτερα μεταξύ των νεότερης ηλικίας «εργασιοφοβικών» εργαζόμενων, να κατανοήσουν τις θυσίες που απαιτούνται για να διατηρηθεί η ευημερία και η ανταγωνιστικότητα. «Και μετά όλοι αναρωτιούνται γιατί η Γερμανία είναι o μεγάλος ασθενής της Ευρώπης», είπε.
Ο Πωλ Νίντερσταϊν, συνιδιοκτήτης και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας γαλβανισμού χάλυβα Coatinc, που απασχολεί περίπου 600 εργαζόμενους στη Γερμανία και 900 αλλού, είπε πως το υψηλό ποσοστό απουσίας είναι σύμπτωμα ενός εργατικού δυναμικού που έχει γίνει «πολύ κακομαθημένο και υπερβολικά σίγουρο για τον εαυτό του».
Μελέτη που δημοσιεύθηκε τον Ιανουάριο από τον Γερμανικό Σύνδεσμο Φαρμακευτικών Εταιρειών VFA, διαπίστωνε ότι αν δεν υπήρχε ο υπερβολικά υψηλός αριθμός αναρρωτικών ημερών, η γερμανική οικονομία θα είχε αναπτυχθεί 0,5% πέρυσι, αντί να συρρικνωθεί 0,3%.
Ο Κλάους Μίκελσεν, συγγραφέας της μελέτης, είπε πως τα υψηλά επίπεδα ασθένειας επιδεινώνουν την έλλειψη εξειδικευμένων εργαζομένων.
Οι επικεφαλής της Tesla, της εταιρείας κατασκευής ηλεκτρικών αυτοκινήτων του Ίλον Μασκ, προσπάθησαν να αντιμετωπίσουν τα υψηλά ποσοστά αναρρωτικών αδειών με το να πραγματοποιούν απροειδοποίητες επισκέψεις στα σπίτια για να ελέγξουν τους υπαλλήλους που απουσίαζαν από το εργοστάσιό της κοντά στο Βερολίνο.
Αν και λίγοι Γερμανοί - στελέχη επιχειρήσεων υποστηρίζουν μια τέτοια αμφιλεγόμενη προσέγγιση, ωστόσο υπάρχει μια βαθιά ανησυχία σε πολλές εταιρείες για την τάση. Ο διευθύνων σύμβουλος της Mercedes-Benz Όλα Καλένιους, ισχυρίστηκε πρόσφατα πως οι απουσίες λόγω ασθένειας στην παραγωγή της στη Γερμανία ήταν ορισμένες φορές διπλάσιες από αυτές σε άλλες χώρες, παρά το ότι οι συνθήκες ήταν ίδιες.
«Ως εργοδότες, κάνουμε πολλά για να υποστηρίξουμε τους ανθρώπους μας: από την επαγγελματική ασφάλεια και τις εργονομικές διαδικασίες εργασίας μέχρι τις συμβουλές υγείας, τον εμβολιασμό κατά της γρίπης και την εκπαίδευση ανθεκτικότητας», δήλωσε στο Der Spiegel. «Αλλά χρειάζονται όλες οι πλευρές για να επιτευχθεί βελτίωση εδώ».
Τα στοιχεία της TK δείχνουν ότι η μεγαλύτερη αλλαγή, εκτός από την έξαρση των αναπνευστικών ασθενειών μετά τον κορωνοϊό, προήλθε από την κατακόρυφη αύξηση των περιστατικών ψυχικής υγείας από την αλλαγή της χιλιετίας.
Υπάρχει αυξανόμενη κριτική για τους κανόνες που θεσπίστηκαν την εποχή της πανδημίας οι οποίοι επιτρέπουν στους ασθενείς να λαμβάνουν σημειώματα ασθενείας από γιατρό μέσω τηλεφώνου, χωρίς προσωπική εξέταση.
Ο υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ δήλωσε τον Σεπτέμβριο ότι υπάρχει «συσχέτιση μεταξύ της ετήσιας άδειας ασθενείας στη Γερμανία και της θέσπισης του συγκεκριμένου μέτρου» και ζήτησε την κατάργησή του.
Η Ένωση Γενικών Ιατρών της χώρας αυτή την εβδομάδα αντέδρασε, λέγοντας ότι το μέτρο αποτελεί μια σπάνια «ιστορία επιτυχίας» στις προσπάθειες για τη μείωση της γραφειοκρατίας στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης.
Όμως ο Γκέρντ Ρόντερς, ο οποίος διευθύνει μια οικογενειακή επιχείρηση 200 ετών που προμηθεύει εξαρτήματα για την αυτοκινητοβιομηχανία, την αεροπλοΐα και τον φαρμακευτικό τομέα, δήλωσε ότι ήταν πολύ εύκολο ένας γιατρός να γράφει πως οι εργαζόμενοι είναι άρρωστοι. Πρότεινε οι τρεις πρώτες ημέρες απουσίας λόγω ασθένειας να μην πληρώνονται. «Δεν θέλω να ακουστώ σαν μ@@@@@ς, αλλά ίσως αυτό να έκανε τους ανθρώπους να το ξανασκεφτούν», είπε.
Ακόμη και πριν από την πανδημία, τα ποσοστά αναρρωτικών αδειών ήταν από τα υψηλότερα στον ανεπτυγμένο κόσμο. Τα στοιχεία του ΟΟΣΑ σχετικά με την αποζημιούμενη απουσία από την εργασία λόγω ασθένειας - τα οποία συγκεντρώνονται από πηγές όπως τα υπουργεία υγείας και οι ασφαλιστικές εταιρείες υγείας - δείχνουν ότι το ποσοστό της Γερμανίας είναι το υψηλότερο στην ομάδα των προηγμένων χωρών, με 22,4 ημέρες ετησίως το 2022, χρονιά από την οποία προέρχονται τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία.
Η έρευνα εργατικού δυναμικού του ΟΟΣΑ, η οποία, σύμφωνα με τον Πρινς, επιτρέπει καλύτερες συγκρίσεις επειδή υποβάλλεται από τους ίδιους τους εργαζόμενους, τοποθετεί τη Γερμανία στην έβδομη θέση - πίσω από χώρες όπως η Νορβηγία, η Φινλανδία, η Ισπανία και η Γαλλία - με 6,8% των συνήθων εβδομαδιαίων ωρών εργασίας των εργαζομένων να χάνονται λόγω αναρρωτικής άδειας.
Η έρευνα του ΟΟΣΑ δεν παρείχε στοιχεία για το Ηνωμένο Βασίλειο, όπου το θεσμοθετημένο καθεστώς αποδοχών ασθενείας είναι ένα από τα λιγότερο γενναιόδωρα στον ανεπτυγμένο κόσμο. Οι απουσίες λόγω ασθένειας αυξήθηκαν και στη Βρετανία μετά την πανδημία, αλλά σε πολύ χαμηλότερο επίπεδο. Τα πιο πρόσφατα στοιχεία του Ηνωμένου Βασιλείου, για το 2022, δείχνουν ποσοστό απουσιών 2,6%, από 2% το 2019.
Στη Γερμανία, όλοι οι εργαζόμενοι δικαιούνται από το νόμο άδεια ασθενείας έξι εβδομάδων τον χρόνο με πλήρεις αποδοχές. Εάν ένας εργαζόμενος προσβληθεί από ασθένεια κατά τη διάρκεια των διακοπών του και εξασφαλίσει ιατρικό σημείωμα για να το αποδείξει, μπορεί να διεκδικήσει αυτές τις ημέρες άδειας και να τις χρησιμοποιήσει άλλη φορά.
Ο Πρινς δήλωσε ότι είναι πιθανό οι πολιτικές της Γερμανίας να είναι καλά σχεδιασμένες. «Θέλουμε οι άνθρωποι που είναι άρρωστοι να παίρνουν αναρρωτική άδεια. Υπάρχει ένα ισχυρό επιχείρημα για τα προγράμματα ασθενείας που πράγματι βοηθούν την παραγωγικότητα, την υγεία και τη συμμετοχή στην αγορά εργασίας».
Ο Χανς-Γιούργκεν Ούρμπαν, μέλος του διοικητικού συμβουλίου του μεγαλύτερου βιομηχανικού συνδικάτου της χώρας IG Metall, δήλωσε ότι τα υψηλά επίπεδα αναρρωτικών αδειών σε μια εταιρεία θα πρέπει να θεωρούνται ως «σήμα συναγερμού» που υποδηλώνει μια σειρά από υποκείμενες πιέσεις στους εργαζομένους. «Όποιος διαμαρτύρεται για υψηλά επίπεδα απουσιών πρέπει να αναζητήσει τα βαθύτερα αίτια: στον ίδιο τον εργασιακό χώρο».
Οι Γερμανοί εργαζόμενοι δέχθηκαν επίσης μεγάλο πλήγμα στις αμοιβές τους σε πραγματικούς όρους μετά την πανδημία, το παγκόσμιο ενεργειακό σοκ που προκλήθηκε από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και τον υψηλό πληθωρισμό που ακολούθησε.
Παρά την αδύναμη γερμανική οικονομία, οι μισθοί καλύπτουν με ταχείς ρυθμούς το χαμένο έδαφος το τρέχον έτος, αλλά παραμένουν κάτω από τα προ της πανδημίας επίπεδα, αφού αναπροσαρμοστούν με βάση τον πληθωρισμό. Ο Αντρεας Τάουτς, επικεφαλής ιατρός της DHL Group, η οποία απασχολεί περίπου 600.000 υπαλλήλους παγκοσμίως και 220.000 στη Γερμανία, τόνισε ότι η Γερμανία είναι «ακόμη μία από τις πιο παραγωγικές χώρες [στον κόσμο]».
Ωστόσο, σε όρους ανάπτυξης της παραγωγικότητας, οι προοπτικές δεν είναι τόσο ρόδινες, μετά την περυσινή συρρίκνωση. Ο Νίντερσταϊν της Coatinc είπε πως είναι σημαντικό οι εταιρείες να κάνουν αυτοκριτική, προειδοποιώντας πως τα υψηλά ποσοστά ασθένειας θα μπορούσαν να αντανακλούν μια φτωχή (εταιρική) κουλτούρα και ηγεσία.
Αλλά πρόσθεσε πως οι εργαζόμενοι, επίσης, «δεν είναι πρόθυμοι» να εκτιμήσουν τις πιέσεις που δέχονται οι επιχειρήσεις και να «κατανοήσουν τι συμβαίνει στο Μεξικό ή στην Τουρκία ή σε άλλες χώρες».
«Η Γερμανία χρειάζεται να είναι πολύ λιγότερο υπεροπτική και χρειάζεται να αντανακλά το διεθνές επιχειρηματικό περιβάλλον με το οποίο ανταγωνιζόμαστε», είπε.
© The Financial Times Limited 2024. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation