Ο κόσμος μέσα από τα μάτια της Κάμαλα Χάρις

Οι επικριτές λένε πως η αντιπρόεδρος δεν έχει ακόμα ορίσει με σαφήνεια το όραμά της για την εξωτερική πολιτική. Πώς σκιαγραφείται η στρατηγική για Μέση Ανατολή, Ουκρανία, και Παγκόσμιο Νότο.

Ο κόσμος μέσα από τα μάτια της Κάμαλα Χάρις
  • των Alec Russell και Felicia Schwartz (Ουάσινγκτον)

Αν η αντιπρόεδρος Κάμαλα Χάρις κερδίσει τον Ντόναλντ Τραμπ τον Νοέμβριο, οι περισσότεροι σύμμαχοι της Αμερικής θα χαιρετίσουν τη νίκη της με μια ευχαρίστηση που μετά βίας θα κρύβεται.

«Αν κερδίσει» λέει αξιωματούχος ενός εκ των μακροχρόνιων Ασιατών εταίρων, «θα έχουμε εθνική γιορτή!». Ο αξιωματούχος μιλούσε μεταξύ αστείου και σοβαρού, αλλά τέτοιες είναι οι ανησυχίες σε πολλές πρωτεύουσες αναφορικά με την θεωρούμενη μη προβλεψιμότητα μιας δεύτερης θητείας του Τραμπ.

Την αρχική ανακούφιση, ωστόσο, για την προοπτική μιας κυβέρνησης Χάρις σύντομα θα διαδέχονταν ερευνητικά ερωτήματα αναφορικά με την κοσμοθεωρία της και το πώς μπορεί να διαφέρει από αυτήν του προέδρου Τζο Μπάιντεν.

Οι σύμμαχοί της μιλούν με ενθουσιασμό για το πώς η Χάρις, ως η πρώτη μετά-baby boomer πρόεδρος της Αμερικής, θα φέρει ένα φρέσκο και «σύγχρονο» τρόπο σκέψης στον ρόλο της Αμερικής στον κόσμο, και για μια σειρά ζητημάτων συμπεριλαμβανομένης της χρήσης τεχνητής νοημοσύνης και του διαστημικής αμυντικής τεχνολογίας.

Οι σύμβουλοί της τονίζουν επίσης τη γενναία μαθητεία της: στα τέσσερα χρόνια της θητείας τού Μπάιντεν έχει συναντηθεί με 150 αρχηγούς κρατών, έχει μιλήσει τρεις φορές στη Διάσκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια και έχει παρακολουθήσει βασικές τηλεφωνικές συνδιαλέξεις του Μπάιντεν για γεωπολιτικά θέματα.

Όμως θα πήγαινε  στο Οβάλ Γραφείο (αν θα εκλεγόταν) με ένα από τα λιγότερο εκπεφρασμένα οράματα για τον κόσμο και για τη θέση τής Αμερικής σε αυτόν, απ’ ό,τι οποιοσδήποτε νέος πρόεδρος στη σύγχρονη ιστορία.

Εν μέρει επειδή μπήκε αργά στην προεκλογική κούρσα, αφού ο 81 ετών Μπάιντεν αποχώρησε τον Ιούλιο λόγω των ανησυχιών για την αυξανόμενη αδυναμία του, και εν μέρει λόγω της επιφυλακτικότητας της ομάδας που διαχειρίζεται την εκστρατεία της, υπάρχουν λίγες μόνο ομιλίες της για να αναλύσουμε, ώστε να βρούμε στοιχεία για τον τρόπο σκέψης της.

Τον τελευταίο μήνα της προεκλογικής της εκστρατείας, σε μια αμφίρροπη κούρσα, ο Τραμπ προσπαθεί να παρουσιάσει την εισαγγελέα καριέρας ως υπερβολικά ανώριμη για έναν ταραχώδη κόσμο. Οι σύμμαχοί της παραπέμπουν στον «γερακίσιο» τόνο της τον Αύγουστο όταν αποδέχθηκε το χρίσμα του κόμματός της για τις προεδρικές εκλογές. «Θα διασφαλίσω πως η Αμερική πάντα θα έχει την ισχυρότερη, πιο θανατηφόρα δύναμη στον κόσμο», δήλωσε. Η λέξη «θανατηφόρα» είχε ακόμα μεγαλύτερη απήχηση δεδομένης της παραδοσιακής κατηγορίας που απευθύνουν οι Ρεπουμπλικάνοι στους Δημοκράτες, ότι είναι «αδύναμοι» στα ζητήματα της άμυνας.

Πέραν της δημόσιας ρητορικής, ωστόσο, αναδύονται τα περιγράμματα μιας φιλοσοφίας. Είναι «ρεαλίστρια» ή «πραγματίστρια», λένε άνθρωποι που γνωρίζουν τον τρόπο σκέψης της, αν και προσθέτουν πως αγριεύει όταν προσπαθούν να τη βάλουν σε κάποια κατηγορία και της αρέσει να βλέπει τον εαυτό της ως τον άριστο εισαγγελέα που ερευνά υποθέσεις.

Όπως ο Μπάιντεν –και ο Τραμπ- θα ήταν από ένστικτο προσεκτική ως προς την ανάπτυξη στρατευμάτων και θα τηρούσε αντανακλαστικά τον μεταπολεμικό ρόλο της Αμερικής ως του «παγκόσμιου αστυνόμου». Για να καταλάβει κανείς την εξωτερική πολιτική της Χάρις, λέει ο Πάτρικ Γκάσπαρντ, πρώην πρέσβης της Νότιας Αφρικής που τώρα είναι πρόεδρος του φιλελεύθερου think tank Center for American Progress και βετεράνος σύμβουλος στρατηγικής του κόμματος, θα πρέπει να εκτιμήσει το πώς η νίκη του Τραμπ το 2016 έφερε τα πάνω-κάτω στην αμερικανική πολιτική και έκανε τη χώρα πιο εσωστρεφή.

Ανάγκασε τους Δημοκρατικούς να προσαρμόσουν την εξωτερική πολιτική πολύ περισσότερο προς τις ανησυχίες του απλού λαού απ’ ό,τι συνέβαινε κατά το μεγαλύτερο μέρος της μεταπολεμικής περιόδου.

«Και τα δυο κόμματα έλεγαν στους ψηφοφόρους ‘Θα φάτε το σπανάκι των εμπορικών μας συμφωνιών». Ο Τραμπ έβαλε τέλος σ’ αυτό και είπε «Δεν θα κλείσουμε ούτε μια συμφωνία που δεν αφορά εσάς», λέει ο Γκάσπαρντ. «Η Χάρις θα έβαζε σε προτεραιότητα την «Main Street» (σημ. ιδιωματική έκφραση με την οποία χαρακτηρίζεται ο τρόπος με τον οποίο κάποιος καλύπτει θέματα που αφορούν τον μέσο Αμερικάνo) και αυτό επηρεάζει το πώς θα σκεφτόμασταν για τα πάντα, από το κλίμα μέχρι την Κίνα. Σε αντίθεση με τον Τραμπ, όμως, θα ήταν μια επικέντρωση στη «Main Street» που δεν έχει να κάνει με τον απομονωτισμό».

Σύμμαχοι της Χάρις επιμένουν πως δεν θα διστάσει να δείξει πυγμή όταν απειλούνται τα συμφέροντα της Αμερικής. «Καταλαβαίνει πως δεν μπορείς να προστατεύσεις την Αμερική απλά κλείνοντας τις πόρτες μας και μαζεύοντας την τέντα» λέει ο Γερουσιαστής Κρις Μέρφι, ανώτατο στέλεχος των Δημοκρατικών στην επιτροπή εξωτερικών σχέσεων.

Συγκεκριμένα, θα εμμείνει στους δυο πυλώνες της εξωτερικής πολιτικής του Μπάιντεν – τη συνεργασία με συμμάχους για να ενισχυθούν τα πληττόμενα θεμέλια της φιλελεύθερης διεθνούς τάξης και τη συνέχιση των πιέσεων στο Πεκίνο μέσω δασμών. Ωστόσο, δεν θα επεδίωκε να «αποσυνδεθεί» από την οικονομία της Κίνας, όπως λένε οι σύμμαχοι.

Όμως θα υπήρχε αλλαγή τόνου και πορείας, λένε οι έμπιστοι, τονίζοντας την ηλικία της, τις ρίζες και την ανατροφή της. Η Χάρις, 59 ετών, είναι παιδί μεταναστών –η μητέρα της γεννήθηκε στην Ινδία και ο πατέρας της στην Τζαμάϊκα- και μεγάλωσε στην Καλιφόρνια όπου έγινε γενική εισαγγελέας της πολιτείας.

«Είναι διαφορετικής γενιάς και υπόβαθρου από τον Μπάιντεν» λέει ο Ντέιβιντ Ρόθκοπφ, αναλυτής εξωτερικής πολιτικής που την υποστήριζε πολύ πριν τον Ιούλιο όταν αντικατέστησε τον πρόεδρο ως υποψήφια των Δημοκρατικών. «Δεν είναι baby boomer. Είναι μεταψυχροπολεμική·άρχισε να εργάζεται το 1990. Αν η οικονομική ιστορία της καταγωγής του Μπάιντεν είναι η Ζώνη της Σκουριάς, η δική της είναι η Silicon Valley».

Μια τέτοια στροφή θα μπορούσε να επηρεάσει μια σειρά ζητημάτων, συμπεριλαμβανομένου αυτού που έχει αναλώσει τόσο μεγάλο μέρος της τελευταίας χρονιάς της θητείας του Μπάιντεν: τη Μέση Ανατολή.

Το Ισραήλ

Από ιδρύσεως του Ισραήλ εν μέσω πολέμου το 1948, η άκαμπτη υποστήριξή του υπήρξε θεμέλιος λίθος της εξωτερικής πολιτικής των Αμερικάνων προέδρων. Ο Μπάιντεν δεν διαφέρει. Πράγματι ένας Δημοκρατικός βουλευτής τον βλέπει ως τον «πιο Σιωνιστή πρόεδρο που υπήρξε ποτέ». Αλλά η σταθερή του υποστήριξη αμφισβητήθηκε όλο και ευρύτερα εντός του κόμματός του τον τελευταίο χρόνο, καθώς έχει αυξηθεί ο αριθμός των άμαχων νεκρών από την επίθεση του Ισραήλ στη Γάζα.

Η Χάρις το σημείωσε αυτό δυο φορές σε ομιλίες, εκφράζοντας ανησυχία για το μέγεθος των δεινών των Παλαιστίνιων πολιτών, πολύ πιο ξεκάθαρα και δυναμικά απ’ ό,τι είχε κάνει ο Μπάιντεν. Αυτό έχει επίσης οδηγήσει σε εικασίες πως ως πρόεδρος μπορεί να είναι πιο σκληρή έναντι του Ισραήλ απ’ ό,τι το αφεντικό της.

«Ο Τζο Μπάιντεν θα έλεγε ‘θυμάμαι που μιλούσα στη Γκόλντα Μέιρ’. Στο αφήγημα Μπάιντεν, το Ισραήλ και τα Αραβικά κράτη ήταν ο Δαβίδ και ο Γολιάθ» λέει ο Ρόθκοπφ. «Αλλά από την εποχή Ομπάμα και μετά, το Ισραήλ έχει αναγνωριστεί ως ο ισχυρότερος παράγοντας στην περιοχή και συχνά θεωρείται, όπως γνωρίζουμε, νταής ή ακόμα χειρότερα».

Οι σύμβουλοι της Χάρις ξεκαθαρίζουν πως θα υπερασπιζόταν το Ισραήλ -και το δικαίωμά του να υπάρχει- μέχρι τέλους. Μετά το μπαράζ βαλλιστικών πυραύλων που εξαπέλυσε το Ιράν κατά του Ισραήλ στις αρχές Οκτωβρίου, έκανε μια ξεκάθαρη δήλωση που το καταδίκαζε.

Ως προς το αν θα ακολουθούσε ποτέ στα βήματα του προέδρου Τζορτζ Μπους (του πρεσβύτερου) ο οποίος έπαιξε ένα από τα ατού της Αμερικής και παρακράτησε της εγγυήσεις δανείων προς το Ισραήλ, αυτό θεωρείται απίθανο, δεδομένης της επίθεσης από το Ιράν. Αλλά ένα μέλος του Κογκρέσου που την υποστηρίζει εκτίμησε πως αναλόγως του πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση, πιθανότατα η Χάρις θα αύξανε την πίεση προς τον πρωθυπουργό Μπέντζαμιν Νετανιάχου και ίσως εξέταζε την επιβολή κυρώσεων σε ακροδεξιά μέλη του υπουργικού συμβουλίου.

Σύμβουλοι υποστηρίζουν επίσης πως -μετά από μια δυνητική πολυαναμενόμενη κατάπαυση του πυρός στη Γάζα- ίσως πιέσει για να ξεκινήσει πάλι η διαδικασία για μια λύση δύο κρατών. Η κυβέρνηση Μπάιντεν ουσιαστικά το είχε εγκαταλείψει αυτό πριν την καταστροφική επίθεση που πραγματοποίησε η Χαμάς στο Ισραήλ τον περασμένο Οκτώβριο, αν και έκτοτε η θέση της είναι ότι υπάρχει ανάγκη μιας διαρκούς ειρήνευσης.

«Η αντιπρόεδρος έχει δει πόσο δαπανηρή υπήρξε αυτή η σύρραξη… πρώτα και κύρια για τον λαό της Γάζας, για το Ισραήλ και την περιοχή, αλλά ακόμα και για τη δική μας την κοινωνία» είπε ένας σύμβουλος, αναφερόμενος στις εντάσεις στα αμερικανικά πανεπιστήμια και ευρύτερα. «Για το Ισραήλ και τους Παλαιστίνιους, έχει πει στο παρελθόν ότι δεν θεωρεί πως πρέπει να υπάρξει επιλογή πλευράς, δηλαδή να είναι υπέρ του Ισραήλ ή υπέρ των Παλαιστινίων».

 Γερουσιαστές και βουλευτές που έχουν συνεργαστεί μαζί της λένε πως θα έβλεπε την ισραηλινο-παλαιστινιακή σύρραξη ως μέρος ενός ευρύτερου παζλ, στο οποίο εμπλέκονται τα αραβικά κράτη, ιδιαίτερα η Σαουδική Αραβία –όπως κάνει και η κυβέρνηση Μπάιντεν. «Δεν είναι μια λύση δυο κρατών, είναι μια λύση 23 κρατών» λέει ο Κρις Κουνς, γερουσιαστής των Δημοκρατικών που είναι μια από τις κορυφαίες φωνές του κόμματος σε θέματα εξωτερικής πολιτικής.

«Δεν νομίζω πως υπάρχει κανένας πρόεδρος που να εφαρμόζει ολοκληρωτικά την εξωτερική πολιτική του προηγούμενου προέδρου» λέει προσεκτικά ο έτερος γερουσιαστής των Δημοκρατικών Μέρφι. «Είναι πιθανό πως θα έχει αποκλίσεις από την εξωτερική πολιτική του Μπάιντεν στη Μέση Ανατολή».

Όταν η Χάρις ξαφνικά τον Ιούλιο μετατράπηκε από πιστή αντιπρόεδρος σε υποψήφια των Δημοκρατικών για την προεδρία, δυο αντικρουόμενα επιχειρήματα έκαναν τον γύρο τους στην Ευρώπη ως προς το τι μπορεί να σημαίνει μια προεδρία της για την ήπειρο.

Το πρώτο ήταν πως ο Μπάιντεν θα αποδειχθεί ο τελευταίος οπαδός της υπερατλαντικής πολιτικής της περιόδου του ψυχρού πολέμου και πως η Χάρις, μια Καλιφορνέζα που μεγάλωσε κοιτώντας δυτικά στον Ειρηνικό, θα μπορούσε ασπάζεται περισσότερο τις απόψεις τον Μπαράκ Ομπάμα που συνειδητά στράφηκε στην Ασία. Το δεύτερο ήταν πως επειδή ο σύμβουλος της για θέματα εθνικής ασφάλειας Φιλ Γκόρντον, είναι γνωστός οπαδός τς υπερατλαντικής πολιτικής, θα παραμείνει δεσμευμένη στην Ευρώπη.

Και τα δυο επιχειρήματα έχουν παρερμηνευθεί, λένε άνθρωποι που γνωρίζουν τον τρόπο που σκέφτεται. Όπως λένε, θα παραμείνει προσηλωμένη στην άμυνα της Ευρώπης. Αλλά αυτό δεν θα είναι λόγω του Γκόρντον, ο οποίος έχει μια γενικότερα «ρεαλιστική» κοσμοθεωρία, στην οποία η Ευρώπη είναι απλώς ένα μέρος. Μάλλον θα είναι επειδή πιστεύει στην ενίσχυση των συμμαχιών, βασικό μέρος της στρατηγικής της κυβέρνησης Μπάιντεν.

Για το εμπόριο και τα γεωοικονομικά, όμως, οι διατλαντικές σχέσεις μπορεί να είναι πιο δύσκολες. Ευρωπαίοι αξιωματούχοι γνωρίζουν πολύ καλά πως ενώ ελπίζουν σε μια κυβέρνηση Χάρις, ωστόσο, όπως και μια προεδρία Τραμπ, θα έθετε δύσκολα ερωτήματα αναφορικά με τις οικονομικές τους σχέσεις με την Κίνα.

Ως προς την Ουκρανία, η Χάρις έχει πραγματοποιήσει έντονες ομιλίες υποστήριξης του Κιέβου. Θα συνέχιζε να παρέχει αυτό που χρειάζεται για να είναι σε καλή θέση σε ένα τραπέζι διαπραγματεύσεων, λένε άτομα που γνωρίζουν τον τρόπο σκέψης της, αν και αξιωματούχοι στο Κίεβο πιστεύουν πως θα ακολουθούσε την πολιτική Μπάιντεν και δεν θα τους επέτρεπε να χρησιμοποιήσουν αμερικανικούς πυραύλους για να πλήξουν στόχους βαθιά εντός της Ρωσίας.

Εκτός και αν υπάρξει μια ξαφνική αντιστροφή στις ρωσικές δυνάμεις, η Χάρις δεν θα πίεζε για γρήγορο διακανονισμό, όπως λέει ότι θα κάνει ο Τραμπ. «Η αντιπρόεδρος πιστεύει πως η επιβράβευση της ρωσικής επιθετικότητας θα έστελνε μήνυμα ανά τον κόσμο πως μπορείς να εισβάλλει σε μια χώρα χωρίς να πληρώνεις το τίμημα» λέει ένας σύμβουλος.

Αλλά το κλίμα στην Ουάσινγκτον έχει αλλάξει τους τελευταίους μήνες καθώς η Ρωσία έχει σημειώσει πρόοδο στο πεδίο της μάχης. Υπάρχει μια διαδεδομένη αίσθηση πως μια κυβέρνηση Χάρις τελικά θα τάσσονταν υπέρ των διαπραγματεύσεων και της εκτόνωσης του πολέμου, όσο δύσκολο και αν είναι να παρασχεθούν οι απαιτούμενες εγγυήσεις ασφαλείας για να διασφαλιστεί η επιβίωση της Ουκρανίας.

Η αποτυχία της Αμερικής και των συμμάχων της να πείσουν μεγάλο μέρος του κόσμου να συνταχθούν μαζί τους στην υποστήριξη του αγώνα της Ουκρανία υπογραμμίζεται από ένα πρόσφατο φαινόμενο: την άνοδο των λεγόμενων «μεσαίων δυνάμεων», όπως η Βραζιλία, η Νότια Αφρική και η Ινδονησία, που βλέπουν ευκαιρίες από τον ανταγωνισμό Αμερικής και Κίνας.

Η κυβέρνηση αντιλαμβάνεται όλο και περισσότερο την ανάγκη να κάνει περισσότερα για να κερδίσει τέτοιες χώρες. Αλλά αυτό υπονομεύεται από αυτό που πολλοί στον παγκόσμιο νότο βλέπουν ως υποκρισία της Αμερικής να καταδικάζει τη Ρωσία, ενώ στέκεται στο πλευρό του Ισραήλ που βομβαρδίζει τη Γάζα.

Η Χάρις θα ενέτεινε το φλερτ με μη ευθυγραμμισμένες χώρες, λένε οι σύμμαχοί της. Αυτό εναρμονίζεται με το σκεπτικό του νέου υπουργού εξωτερικών της Βρετανίας, Ντέιβιντ Λάμι, για τον οποίον η βελτίωση των δεσμών με τον παγκόσμιο νότο είναι προτεραιότητα. «Τείνουμε να επικεντρωνόμαστε στις συγκρούσεις στη Γάζα και στην Ουκρανία» είπε στους Financial Times. «Αλλά θα μπορούσαμε να μιλάμε για τις συγκρούσεις στο Σουδάν ή για την Υεμένη».

«Ως φιλοσοφία ζωής, πάντα υπερασπιζόταν αυτούς που δεν έχουν θέση στο τραπέζι» λέει άτομο που γνωρίζει τον τρόπο σκέψης της Χάρις. «Γεωπολιτικά, αυτές είναι μεγάλες και σημαντικές χώρες με μεγάλους πληθυσμούς και δεν εκπροσωπούνται πάντα επαρκώς».

Η Χάρις απορρίπτει την ιδέα να δει τον κόσμο υπό το πρίσμα ενός μανιχαϊστικού ανταγωνισμού μεταξύ δημοκρατιών και αυταρχικών καθεστώτων, λένε σύμβουλοι, και μάλλον τον βλέπει ως νομικός: χωρισμένο μεταξύ αυτών που τηρούν τους κανόνες και αυτών που τους σπάνε. «Βλέπει τον κόσμο υπό το πρίσμα αυτών που τηρούν τους διεθνείς κανόνες και νόρμες και αυτούς που τους υπονομεύουν», αναφέρει ένας σύμβουλος.

Ο γερουσιαστής Μαρκ Γουόρνερ, που εργάστηκε με τη Χάρις στην επιτροπή πληροφοριών της Γερουσίας, λέει πως η Χάρις έχει μια «πιο λεπτή κατανόηση της μεταβαλλόμενης φύσης του κόσμου» που θα μπορούσε να βοηθήσει την προσπάθεια της Αμερικής να αποσπάσει «μεσαίες δυνάμεις» από την Κίνα.

«Όταν μιλάμε για την Αμερική και τη Δύση αφήνουμε εκτός τα δυο τρίτα του κόσμου που νομίζω πως θα προτιμούσαν να είναι μαζί μας επειδή βλέπουν πόσο «δρακόντεια πολιτική» ακολουθούν η Κίνα και η Ρωσία, και γνωρίζουν πως η τεχνολογία μας είναι καλύτερη» λέει. «Νομίζω πως θα έφερνε μια φρέσκια φωνή στην προσέγγισή μας».

Από όλα τα νευραλγικά ζητήματα που μια πρόεδρος Χάρις θα μπορούσε να μπει στον πειρασμό να παρακάμψει, το νούμερο ένα θα ήταν οπωσδήποτε τα νότια σύνορα. Ο Μπάιντεν θεωρήθηκε ότι της έδωσε ένα «δηλητηριασμένο δισκοπότηρο» όταν της ζήτησε να ηγηθεί των διαπραγματεύσεων με τις τρεις χώρες τού «Βόρειου Τριγώνου», τη Γουατεμάλα, την Ονδούρα και το Ελ Σαλβαδόρ, που είναι η πηγή τις τελευταίες δεκαετίες πολλών από τους μετανάστες που περνούν τα σύνορα. Έχει γίνει σύνηθες τροπάριο στις συγκεντρώσεις του Τραμπ να την απορρίπτουν ως αποτυχημένη «τσαρίνα των συνόρων».

Ωστόσο η Βενεζουέλα, η πλούσια σε πετρέλαιο απολυταρχία, που είναι το σπίτι πολλών από τους τελευταίους μετανάστες που οδεύουν προς την Αμερική, θα αποτελούσε προτεραιότητα για τη Χάρις, σύμφωνα με συμμάχους. Οι αμφισβητούμενες εκλογές τον Ιούλιο που επανέφεραν τον πρόεδρο Νικολά Μαδούρο στην εξουσία απειλούν με νέα πλημμύρα προσφύγων. «Η Βενεζουέλα θα συνεχίσει να απαιτεί τεράστια προσοχή» σύμφωνα με άτομο που γνωρίζει τον τρόπο σκέψης της Χάρις.

Η πολιτική «μαστίγιο και καρότο» της κυβέρνησης Μπάιντεν για την άρση ορισμένων κυρώσεων στον Μαδούρο με αντάλλαγμα τη διενέργεια αξιόπιστων εκλογών, απέτυχε. Ως υποτιθέμενο case study, ο Μέρφι τονίζει το πώς η Χάρις διοχέτευσε τα δημόσια και ιδιωτικά κεφάλαια στη στήριξη των οικονομιών του Βόρειου Τριγώνου, ενώ παράλληλα αυστηροποίησε κυρώσεις στις ελίτ τους –αν και οι τοπικοί επιχειρηματίες λένε υποστηρίζουν πως πολλές από τις συμφωνίες που προβάλλει τώρα η Ουάσινγκτον ήταν ήδη σε εξέλιξη.

Υπάρχουν πάντα τρόποι να ασκηθεί πίεση στη Βενεζουέλα, μεταξύ άλλων με την απόρριψη των εναπομενόντων εξαιρέσεων στις κυρώσεις κατά των πετρελαϊκών εταιρειών και την άσκηση πίεσης σε ΕΕ και Βρετανία να αυξήσουν τις κυρώσεις τους κατά της ηγεσία της. Αλλά η επίτευξη αλλαγής θα είναι εξαιρετικά δύσκολη. «Δεν είναι εύκολο να βρεθεί μια ουσιαστική λύση στην κατάσταση στη Βενεζουέλα»  λέει ο Γουόρνερ. «Αλλά είναι εφικτό με επικέντρωση και προσοχή».

Αν η Χάρις κερδίσει, θα προεδρεύσει σε μια εποχή συγκλονιστικών αλλαγών και θα πρέπει να καθοδηγήσει την Αμερική στην τρίτη μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο εποχή. Μετά τον Ψυχρό Πόλεμο και στη συνέχεια σχεδόν τρεις δεκαετίες αμερικανικής πρωτοκαθεδρίας, αναδύεται ένας ολοένα και πιο πολυπολικός κόσμος.

Τα πρόσωπα που θα στελεχώσουν τις ανώτερες θέσεις θα είναι ζωτικής σημασίας. Οι ειδικοί σε θέματα εθνικής ασφάλειας εκτιμούν ότι θα μπορούσε να αξιοποιήσει έμπειρες προσωπικότητες που θα θεωρούσαν τους εαυτούς τους ομότιμους της, σε αντίθεση με τον Μπάιντεν, πολλοί από τους ανώτερους βοηθούς του οποίου ανήκαν επί μακρόν στον κύκλο του. Υπήρξαν λίγες διαφωνίες όσον αφορά την πολιτική, αλλά ορισμένοι γνώστες υποστηρίζουν ότι δεν έχει αμφισβητηθεί αρκετά από το προσωπικό του.

Τελικά, το κλειδί για την εξωτερική της πολιτική, όπως συμβαίνει με όλες τις κυβερνήσεις, θα είναι τα «γεγονότα». Σχεδόν κάθε πρόεδρος έχει αναλάβει τα καθήκοντά του έχοντας ένα πλαίσιο αλλά στη συνέχεια έχει οδηγηθεί σε μια διαφορετική πορεία.

Θυμηθείτε τον Ομπάμα, λέει ένας βετεράνος της εθνικής ασφάλειας. Στην πρώτη του θητεία ενέκρινε την «αύξηση» των στρατευμάτων στο Αφγανιστάν. Κατέληξε να είναι τόσο επιφυλακτικός στη χρήση της αμερικανικής ισχύος στη δεύτερη θητεία του που χρησιμοποίησε το σύνθημα «μην κάνεις βλακείες» για να συνοψίσει την προσέγγισή του.

Οι σύμμαχοι της Χάρις λένε ότι θα αξιοποιήσει τις συναρπαστικές ευκαιρίες της τεχνολογίας. Θα μπορούσε να επεκτείνει τις δαπάνες για τις αμυντικές βιομηχανίες, υπαινίσσονται, εξετάζοντας τις δυνατότητες της Τεχνητής Νοημοσύνης και του Διαστήματος για σύγχρονες μορφές άμυνας. «Αντιπροσωπεύει μια νέα γενιά που έρχεται στην εξουσία στον Λευκό Οίκο με μια ίσως πιο μακροπρόθεσμη οπτική», λέει ο Μέρφι.

Αλλά όποιο κι αν είναι το όραμά της, με τους πολέμους στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή και άλλες κρίσεις να την περιμένουν, η πρόκλησή της, όπως πάντα στο Οβάλ Γραφείο, θα είναι να βλέπει πέρα από την καθημερινή ενημέρωση.

© The Financial Times Limited 2024. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v