Αν και το αποτέλεσμα των ευρωπαϊκών εκλογών στη Γαλλία έφερε τα πάνω κάτω στη δημοκρατική ζωή, το κέντρο βάρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τελικά δεν μετακινήθηκε πολύ. Ωστόσο, το νέο ευρωπαϊκό εκτελεστικό σώμα πρέπει να προετοιμαστεί για μείζονες αναταράξεις στο κοντινό μέλλον.
Αυτή η πενταετής ευρωπαϊκή εντολή θα πρέπει να είναι για «ριζοσπαστική αλλαγή», για να χρησιμοποιήσουμε τα λόγια του Μάριο Ντράγκι, πρώην προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Τρία θέματα θα κυριαρχήσουν στην ατζέντα: μια αλλαγή οικονομικού παραδείγματος για να ενισχυθεί η ευρωπαϊκή ανταγωνιστηκότητα· η επιτάχυνση και συγκέντρωση στο χώρο της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας· και η διεύρυνση.
Η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας είναι επείγουσα. Η Κίνα είχε μια επιθετική βιομηχανική πολιτική για δεκαετίες: επιδοτήσεις, συμπίεση της εσωτερικής ζήτησης και διαχείριση συναλλαγματικών ισοτιμιών έχουν χρησιμοποιηθεί για ενίσχυση του ανταγωνιστικού της πλεονεκτήματος, αψηφώντας όλους τους κανόνες του διεθνούς εμπορίου. Πραγματοποιεί επίσης τεράστιες επενδύσεις στην έρευνα για να εδραιώσει την κυριαρχία σε πολλούς τομείς, κυρίως στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τα ηλεκτρικά οχήματα.
Οι ΗΠΑ αντέδρασαν σε αυτή την πρόκληση με την Πράξη για τη Μείωση του Πληθωρισμού, που στόχο έχει να προστατεύσει την παραγωγή καθαρών τεχνολογιών, ιδιαίτερα στα αυτοκίνητα, σε αμερικανικό έδαφος. Η ΕΕ πρέπει να καλύψει γρήγορα το χαμένο έδαφος.
Οποιαδήποτε ευρωπαϊκή στρατηγική πρέπει να βασίζεται σε τρεις πυλώνες: την ολοκλήρωση της ενιαίας ενεργειακής αγοράς για να διασφαλιστεί μια ελεύθερη από διοξείδιο του άνθρακα προσφορά σε ανταγωνιστικές τιμές· την προστασία της ευρωπαϊκής αγοράς χωρίς διολίσθηση στον απομονωτισμό· και την ενίσχυση των επενδύσεων στις υποδομές και την Έρευνα και Ανάπτυξη, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα πως η ιδιωτική χρηματοδότηση μπορεί να φτάσει στις ευρωπαϊκές εταιρείες.
Η δεύτερη προτεραιότητα είναι η αναδιοργάνωση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας. Έγιναν αρκετές αποτυχημένες απόπειρες να δημιουργηθεί μια ευρωπαϊκή αμυντική κοινότητα. Μια από τις επιπτώσεις του μεταψυχροπολεμικού «μερίσματος ειρήνης» ήταν οι χαμηλές αμυντικές επενδύσεις και, ως αποτέλεσμα, μια κατακερματισμένη αμυντική βιομηχανία. Οι δυσκολίες που έχει βιώσει η ΕΕ στην παροχή στρατιωτικής υποστήριξης για την Ουκρανία το δείχνουν αυτό ξεκάθαρα –εξακολουθούμε να έχουμε δυσκολία στην προμήθεια όπλων και πυρομαχικών που χρειάζονται οι Ουκρανοί, και η ευρωπαϊκή παραγωγή είναι ανεπαρκής και ακατάλληλη.
Για να είμαι σαφής, δεν τίθεται ζήτημα δημιουργίας κοινού στρατού. Οι ευρωπαϊκοί στρατοί ήδη συνεργάζονται εντός του πλαισίου του ΝΑΤΟ και σε κοινές επιχειρήσεις. είναι όμως ζήτημα επέκτασης της δυνατότητας στην παραγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού. Οι επιχειρήσεις σε όλη την ΕΕ πρέπει να συνεργαστούν για να ανταποκριθούν στις παραγγελίες και να εξοπλίσουν τους στρατούς μας με συντονισμένο τρόπο, επιτρέποντάς μας να αντιδράσουμε καλύτερα και ταχύτερα στις απειλές.
Τέλος, τίθεται το ζήτημα των μεταρρυθμίσεων που απαιτούνται για να διασφαλιστεί πως η μελλοντική διεύρυνση του μπλοκ θα γίνει υπό τις καλύτερες δυνατές συνθήκες. Η προσέγγιση γειτονικών χωρών είναι «κλειδί» αν θέλουμε να εξαλείψουμε την απειλή της αστάθειας στα σύνορά μας. Αλλά αυτή η ασφάλεια έχει τίμημα –και θα σημαίνει αλλαγές στον προϋπολογισμό και στη διακυβέρνηση της ΕΕ.
Δεν θα κάνουμε με 35 κράτη μέλη αυτό που σήμερα παλεύουμε να κάνουμε με 27. Η ενιαία αγορά πρέπει να παραμείνει το κοινό θεμέλιο. Η εμπειρία του Ηνωμένου Βασιλείου μετά το Brexit δείχνει σαφώς ότι οι εναρμονισμένοι κανόνες για το ευρωπαϊκό εμπόριο αποτελούν το απλούστερο και πιο υποστηρικτικό πλαίσιο για τις επιχειρήσεις μας και τις θέσεις εργασίας που υποστηρίζουν. Οι μεταρρυθμίσεις που προτείνονται στην επικείμενη έκθεση του Ντράγκι για την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα και στην έκθεση του Ενρίκο Λέτα για το μέλλον της ενιαίας αγοράς θα συμβάλουν στη βελτίωσή της.
Αλλά, για να το επαναλάβω, δεν θα τα κάνουμε όλα ως μπλοκ 35 κρατών. Η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Είναι συγκεντρωμένη σε έξι χώρες και το Ηνωμένο Βασίλειο, που αν και δεν είναι πλέον μέλος της ΕΕ, είναι βασικός παίκτης. Επομένως, είναι λογικό αυτή η ομάδα χωρών να συνεργάζεται. Θα μπορούσαμε να φανταστούμε διαφορετικές ομάδες χωρών να συνεργάζονται με τον ίδιο τρόπο, για παράδειγμα, στον τομέα της κβαντικής πληροφορικής.
Ο ευρωπαϊκός προϋπολογισμός, όπως είναι διαμορφωμένος σήμερα, δεν μπορεί να υλοποιήσει μια σειρά φιλόδοξων στόχων, από την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας έως την ανάπτυξη ενέργειας χαμηλών εκπομπών διοξειδίου άνθρακα, καθώς και την εφαρμογή μιας πραγματικής βιομηχανικής πολιτικής και επενδύσεων στην τεχνητή νοημοσύνη.
Υπάρχουν τρεις διαθέσιμοι μοχλοί για την εξασφάλιση ενός μεγαλύτερου προϋπολογισμού: η ιδιωτική χρηματοδότηση· η συνεργασία ιδιωτικού και δημόσιου τομέα· και η αύξηση των ιδίων πόρων της Ένωσης (που θα συγκεντρωθούν από ένα φόρο ψηφιακών υπηρεσιών, τελωνειακούς δασμούς επί προϊόντων που δεν πληρούν τα πρότυπα της ΕΕ και ενδεχομένως από περισσότερο κοινό δανεισμό για καλά προσδιορισμένα έργα που θα αποδώσουν μεσοπρόθεσμα).
Το μέλλον της ΕΕ εξαρτάται από την ικανότητά της να αντιμετωπίσει αυτές τις προκλήσεις. Στις γαλλικές εκλογές, εν τω μεταξύ, διακυβεύεται η ικανότητα της Γαλλίας να συνδράμει σε αυτό το μέλλον.
* Η συγγραφέας του άρθρου είναι πρώην υφυπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας για θέματα Ευρώπης.
© The Financial Times Limited 2024. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation