Μετά από χρόνια υποεπενδύσεων, η ΕΕ αναγνωρίζει τους τεράστιους πόρους που απαιτούνται για να επιτύχει μια από-ανθρακοποιημένη κοινωνία υψηλής τεχνολογίας ικανή να προστατεύσει την ασφάλεια και τα οικονομικά της συμφέροντα. Αυτή η συνειδητοποίηση δημιουργεί νέα ώθηση για μια απρόσκοπτη κεφαλαιαγορά στο μπλοκ. Αλλά οι ηγέτες της ΕΕ εξακολουθούν να μην διαθέτουν την πολιτική φιλοδοξία που χρειάζεται η Ευρώπη.
Η ατζέντα για την «ένωση κεφαλαιαγορών» προέκυψε από την κρίση χρέους της ευρωζώνης, που αποκάλυψε την έλλειψη διαμοιρασμού του χρηματοοικονομικού κινδύνου μεταξύ των χωρών. Η βελτίωση της ελκυστικότητας του ευρώ παγκοσμίως μέσω βαθύτερων επενδυτικών δεξαμενών ήταν ένας δευτερεύων στόχος.
Αλλά η πρόοδος που έχει σημειωθεί είναι μικρή. Η απώλεια του μεγαλύτερου χρηματοοικονομικού κέντρου της περιοχής μέσω του Brexit δεν βοήθησε. Το κόστος των κατακερματισμένων και ρηχών κεφαλαιαγορών της Ευρώπης έχει αυξηθεί, ωστόσο, η ανάγκη για κεφάλαια αυξάνεται καθώς απαιτούνται για τον επανασχεδιασμό των συστημάτων ενέργειας και μεταφορών, για την προσαρμογή της βιομηχανίας σε έναν κόσμο μηδενικών εκπομπών ρύπων, για την ενίσχυση της αμυντικής κατασκευαστικής ικανότητας, και για να επιτραπεί στις καινοτόμες start-ups να αναπτυχθούν χωρίς να περνούν τον Ατλαντικό για να εξασφαλίσουν χρηματοδότηση.
Οι κυβερνήσεις ούτε μπορούν, ούτε πρέπει, να παρέχουν τις περισσότερες από τις ύψους τρισεκατομμυρίων επιπλέον επενδύσεις που απαιτούνται, και το χρηματοπιστωτικό σύστημα της ΕΕ, που βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις τράπεζες, δεν μπορεί να κινητοποιήσει το ιδιωτικό και μακροχρόνιο risk capital στην απαιτούμενη κλίμακα.
Το κεφάλαιο των ιδιωτικών αγορών, όμως, παραμένει εγκλωβισμένο στο μωσαϊκό των εθνικών νομοθεσιών και, των ρυθμιστικών και εποπτικών οργάνων. Το αποτέλεσμα είναι αναξιοποίητες επενδυτικές ευκαιρίες, ανεπαρκείς επιβραβεύσεις αποταμιευτών, και μια οικονομία που κινδυνεύει να μείνει πίσω σε έναν πιο έντονα ανταγωνιστικό κόσμο.
Οι πολιτικοί, επιτέλους, αντιλαμβάνονται τη σχέση μεταξύ των προκλήσεων παραγωγικότητας της Ευρώπης και των κατακερματισμένων κεφαλαιαγορών της. Διευρύνοντας την πολιτική εμπλοκή σε ένα θέμα που μέχρι στιγμής ανατίθεται στους τεχνοκράτες, οι υπουργοί οικονομικών του Eurogroup συμφώνησαν σε μια δήλωση για την προώθηση της ένωσης κεφαλαιαγορών στους εθνικούς ηγέτες σε σύνοδο που θα πραγματοποιηθεί την επόμενη εβδομάδα. Αυτή ακολουθεί μια παρόμοια δήλωση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Οι επικείμενες εκθέσεις που έχουν ανατεθεί στους Μάριο Ντράγκι και Ενρίκο Λέτα αναφορικά με την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης και την ενιαία αγορά της αντίστοιχα, λογικά θα τονίζουν την επείγουσα ανάγκη για μια ένωση κεφαλαιαγορών.
Δεν υπάρχει κάποιο μυστήριο ως προς το τι απαιτείται. Οι κανόνες για τις επενδύσεις και τις χρεοκοπίες πρέπει να ενοποιηθούν ή τουλάχιστον να εναρμονιστούν, ώστε οι διασυνοριακές επενδύσεις να μην είναι πλέον πιο δύσκολες απ’ ότι εντός της κάθε χώρας. Όπου υπάρχουν πολλαπλοί κανόνες, οι εταιρείες θα πρέπει να μπορούν να επιλέγουν την πανευρωπαϊκή νομοθεσία και εποπτεία.
Οι κανόνες πρέπει να επιδιώκουν την απλότητα τόσο για τους επενδυτές, συμπεριλαμβανομένων των μικροεπενδυτών, όσο και για τις επιχειρήσεις. Πρέπει να μεταφερθούν περισσότερες εξουσίες σε φορείς σε επίπεδο ΕΕ, όπως η ESMA, η αρχή χρηματοπιστωτικών αγορών του μπλοκ. Οι κυβερνήσεις πρέπει να αγκαλιάσουν τη διασυνοριακή ενοποίηση των επιμέρους σημείων διαπραγμάτευσης, των χρηματοπιστωτικών παρόχων και των επενδυτικών προϊόντων.
Οι τεχνοκράτες της ΕΕ το γνωρίζουν αυτό. Οι πολιτικοί παραμένουν σε σύγκρουση με τα συμφέροντα των εγχώριων εκλογικών βάσεων. Όμως, οι διστακτικές δεσμεύσεις του Eurogroup δείχνουν προς τη σωστή κατεύθυνση, με την αποδοχή της «σύγκλισης» των κανόνων και με το αίτημα για εθνικά μέτρα που έχουν στόχο την τόνωση των επενδύσεων στην κεφαλαιαγορά, όπως ο τερματισμός της προκατάληψης κατά των μετοχών στα φορολογικά τους συστήματα. Τώρα πρέπει να προχωρήσουν περισσότερο και ταχύτερα σε αυτόν τον δρόμο.
Η πρόκληση είναι περισσότερο πολιτική παρά τεχνοκρατική. Η ευθύνη για την επιτυχία της ένωσης κεφαλαιαγορών ανήκει στους εθνικούς ηγέτες. Θα πρέπει να προχωρήσουν παραπέρα από την απλή έγκριση της δήλωσης του Eurogroup την επόμενη εβδομάδα. Η έκκληση για μεγαλύτερη ταχύτητα και φιλοδοξία, καθώς και η παρακολούθηση, θα διατηρούσε την πίεση στους υπουργούς Οικονομικών να κάνουν πιο τολμηρά βήματα.
Οι ηγέτες πρέπει επίσης να αναλάβουν την «ιδιοκτησία» του εγχειρήματος, που χρειάζεται τόση πολιτική δέσμευση όση χρειάστηκε και η δημιουργία της ενιαίας αγοράς τη δεκαετία του 1980. Μόνο οι ηγέτες μπορούν να πουν πειστικά στους πολίτες πως η ασφάλεια και η ευημερία τους εξαρτάται από το να βάλουν οι Ευρωπαίοι τις αποταμιεύσεις τους να δουλέψουν για τις επιχειρήσεις σε όλη την Ευρώπη.
Η αμφιταλάντευση πρέπει να τελειώσει.
© The Financial Times Limited 2024. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation