«Η μόνη λειτουργία της οικονομικής πρόβλεψης είναι να κάνει την αστρολογία να μοιάζει αξιοσέβαστη», είπε κάποτε ο οικονομολόγος Έζρα Σόλομον. Μοιάζει ακόμα λιγότερο αξιοσέβαστη σήμερα, καθώς αυτοί που την ασκούν επιχειρούν να αποσαφηνίσουν την επίπτωση των πολλαπλών σοκ, συμπεριλαμβανομένων της πανδημίας, του πολέμου στην Ουκρανία και της αλλαγής στο γεωπολιτικό σκηνικό.
Ο Άντριου Μπέιλι, διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, το γνωρίζει πολύ καλά αυτό. Την Πέμπτη, καθώς η κεντρική τράπεζα αύξησε τα επιτόκια κατά 25 μ.β., αντιμετώπισε μια σειρά ερωτημάτων αναφορικά με την μεγάλη ανοδική αναθεώρηση των προβλέψεων της τράπεζας για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό. Η οικονομική πρόβλεψη είναι πράγματι μια ανακριβής επιστήμη, αλλά και οι μεγάλες αναθεωρήσεις δεν κάνουν και πολλά για να διαβεβαιώσουν τον λαό πως οι κεντρικοί τραπεζίτες ξέρουν τι κάνουν.
Δεν είναι μόνο η Τράπεζα της Αγγλίας που έχει πέσει έξω. Η Fed των ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχουν επίσης κάνει λάθος στις προβλέψεις τους για τον πληθωρισμό, ιδίως μετά την έναρξη της πανδημίας. Το ΔΝΤ έχει επίσης ψαλιδίσει και αλλάξει τις πρόσφατες προβλέψεις του για την ανάπτυξη. Δεδομένου του ρόλου που διαδραματίζουν οι προβλέψεις στην πληροφόρηση των αποφάσεων των επενδυτών, των νοικοκυριών και των φορέων χάραξης πολιτικής, η ακρίβεια είναι σημαντική. Για τους κεντρικούς τραπεζίτες ένα ιστορικό αξιοπρεπών προβλέψεων είναι επίσης ζωτικής σημασίας για να οικοδομήσουν την αξιοπιστία, ιδίως αφού η μεγαλύτερη εμπιστοσύνη μπορεί να συμβάλει στη σταθεροποίηση των προσδοκιών για τον πληθωρισμό.
Οι πρόσφατες επικρίσεις για λανθασμένες προβλέψεις πρέπει να μετριαστούν. Οι οικονομολόγοι αντιμετωπίζουν έναν ασυνήθιστα αβέβαιο κόσμο από το 2020 και μετά. Έπρεπε να πάρουν θέση για την επιδημιολογία, τα σενάρια πολέμου, τις αλλαγές στην αλυσίδα εφοδιασμού και τις ταχέως εξελισσόμενες εγχώριες και διεθνείς πολιτικές. Ένα άλλο στοιχείο είναι η περιορισμένη λαϊκή κατανόηση του τι πραγματικά αντιπροσωπεύουν οι προβλέψεις. Εξαρτώνται από κρίσεις που γίνονται σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Καθώς έρχονται νέα δεδομένα, οι κρίσεις αυτές πρέπει να επαναπροσδιορίζονται. Θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως ενδεικτικές, όχι ως ευαγγέλιο.
Οι οικονομολόγοι πρέπει ακόμα να απαντήσουν σε κάποια ερωτήματα. Οι κεντρικοί τραπεζίτες αναμφισβήτητα άργησαν να αυξήσουν τα επιτόκια όταν ο πληθωρισμός ανέκαμψε το 2021, εμμένοντας στην άποψη ότι οι πιέσεις στις τιμές ήταν «παροδικές». Υπήρξαν λανθασμένες εκτιμήσεις σχετικά με τις επιπτώσεις των δημοσιονομικών κινήτρων, το πόσο σταθερές ήταν οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό και τις ζημιές από την πανδημία στην προσφορά, οι οποίες συνέβαλαν στο να μείνουν πίσω οι υπεύθυνοι χάραξης νομισματικής πολιτικής όσον αφορά τον πληθωρισμό. Η προηγούμενη δεκαετία χαμηλού πληθωρισμού μπορεί επίσης να τους είχε δώσει μια ψευδή αίσθηση ασφάλειας. Λάθη έγιναν και κατά τη διάρκεια του κύκλου αύξησης των επιτοκίων. Τόσο η Τράπεζα της Αγγλίας όσο και η ΕΚΤ απέτυχαν να αντιληφθούν πόσο άκαμπτος θα ήταν ο πληθωρισμός των τροφίμων.
Η πρόβλεψη μπορεί να ενισχυθεί με μερικούς τρόπους. Τα πρόσφατα σοκ υπογραμμίζουν τη σημασία της αξιοποίησης της εμπειρογνωμοσύνης πέραν του επαγγέλματος του οικονομολόγου. Οι οικονομολόγοι θα πρέπει επίσης να συνεχίσουν να διερευνούν πώς οι εξελίξεις στα big data, τη μηχανική μάθηση και την τεχνητή νοημοσύνη μπορούν να προσφέρουν ευκαιρίες για τη βελτίωση της οικονομικής ανάλυσης και την καλύτερη μοντελοποίηση της πολυπλοκότητας.
Η βελτίωση του τρόπου επικοινωνίας των προβλέψεων, ιδίως σε περιόδους αβεβαιότητας, είναι ουσιαστικής σημασίας. Η παρουσίαση προβλέψεων βάσει διαφορετικών σεναρίων μπορεί να συμβάλει στην εμβάθυνση της κατανόησης του εύρους των πιθανών αποτελεσμάτων. Ομοίως, αν και οι κεντρικές τράπεζες έχουν προσπαθήσει να τονίσουν τις κατανομές πιθανοτήτων γύρω από τις προβλέψεις τους, αυτές θα μπορούσαν να μεταφερθούν με πιο προσιτό τρόπο.
Πάνω απ’ όλα, οι οικονομολόγοι χρειάζεται να είναι πιο ξεκάθαροι όταν ορίζουν το πώς και γιατί οι βασικές τους κρίσεις έχουν αλλάξει μεταξύ προβλέψεων –και πώς αυτό επηρεάζει τα μεγέθη. Μια μεγαλύτερη προσπάθεια να δείξουν πώς έφτασαν στις προβλέψεις τους μπορεί να βοηθήσει στην οικοδόμηση εμπιστοσύνης και στην ομαλοποίηση μιας κατανόησης των οικονομικών προβλέψεων ως σημείων αναφοράς και όχι ενόρασης.
Άλλωστε, ο διάσημος οικονομολόγος Τζον Μέιναρντ Κέυνς φέρεται -ίσως λανθασμένα- να ρώτησε: «όταν τα δεδομένα αλλάζουν, εγώ αλλάζω τη γνώμη μου. Εσύ τι κάνεις;».
© The Financial Times Limited 2023. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation