Το αδιέξοδο στην Ουκρανία θα αρθεί στην Μπαχμούτ ή στο Πεκίνο; Αυτή τη στιγμή, όλα τα βλέμματα είναι στραμμένα στην αντεπίθεση της Ουκρανίας, που πιθανότατα θα ξεκινήσει σύντομα. Αλλά υπάρχουν επίσης σημαντικές εξελίξεις και στο διπλωματικό μέτωπο.
Την περασμένη εβδομάδα, ο Σι Τζινπίνγκ κάλεσε τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Σε μια πρόσφατη επίσκεψη στο Κίεβο, εξεπλάγην από την προσμονή -τόσο στο γραφείο του προέδρου όσο και στο υπουργείο Εξωτερικών- για τη συζήτηση αυτή με τον Κινέζο ηγέτη. Τώρα, το τηλεφώνημα Σι - Ζελένσκι έχει επιτέλους πραγματοποιηθεί και, σύμφωνα με τον Ουκρανό πρόεδρο, ήταν «μακρύ και ουσιαστικό». Το Πεκίνο αργότερα ανακοίνωσε πως θα διορίσει αντιπροσωπεία για να εργαστεί προς έναν ειρηνευτικό διακανονισμό.
Υπάρχουν προφανείς λόγοι για να είμαστε επιφυλακτικοί για τις διπλωματικές προσπάθειες της Κίνας. Ο Σι έχει επανειλημμένως δώσει έμφαση στην εκτίμησή του για τον «αγαπητό φίλο» του, Βλαντίμιρ Πούτιν. Το ειρηνευτικό σχέδιο της Κίνας για την Ουκρανία, που δημοσιοποιήθηκε νωρίτερα φέτος, ήταν ασαφές και δεν ζητούσε την απόσυρση των Ρώσων στρατιωτών. Υπάρχουν ξεκάθαρα προπαγανδιστικά οφέλη, με το Πεκίνο να διακηρύττει πως ενδιαφέρεται για την «ειρήνη», ενώ στην ουσία δεν κάνει και πολλά. Ακόμα και αν η Κίνα είναι ειλικρινής, θα είναι τρομερά δύσκολο να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ του Κιέβου και της Μόσχας.
Και ωστόσο είναι λάθος να απορρίψουμε την ιδέα πως η Κίνα θα μπορούσε να παίξει μεγάλο ρόλο στον τερματισμό αυτής της βίαιης σύρραξης. Για διάφορους λόγους, η Ουκρανία, η Ρωσία, οι ΗΠΑ, η Ευρώπη και η ίδια η Κίνα, όλοι έχουν δυνητικό συμφέρον από μια εμπλοκή του Πεκίνου.
Οι Ουκρανοί καταλαβαίνουν πως ο Σι έχει ένα μοναδικό πλεονέκτημα έναντι του Πούτιν -εάν επιλέξει να το χρησιμοποιήσει. Εν μέσω των κυρώσεων από τη Δύση, η Ρωσία εξαρτάται από την Κίνα για να μη βουλιάξει η οικονομία της.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν εκτιμά πως είναι ελάχιστη η προοπτική η Κίνα να ασκήσει ουσιαστική πίεση στη Ρωσία, και ορισμένοι κορυφαίοι αξιωματούχοι εξακολουθούν να φοβούνται πως το Πεκίνο θα πάει προς την αντίθετη κατεύθυνση και θα προμηθεύσει τη Ρωσία με όπλα. Αλλά οι Ουκρανοί είναι πιο αισιόδοξοι. Νομίζουν πως είδαν πραγματικά σημάδια έντασης μεταξύ του Πούτιν και του Σι κατά τη διάρκεια της πρόσφατης επίσκεψης του Κινέζου προέδρου στη Μόσχα -και μάλιστα μου ισχυρίστηκαν πως ο Σι διέκοψε την επίσκεψή του.
Γιατί μπορεί ο Σι να χάνει την υπομονή του με τον Πούτιν; Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι ηγέτες της Ρωσίας και της Κίνας είναι ενωμένοι στην εχθρότητά τους προς την αμερικανική ισχύ. Μια γρήγορη ρωσική νίκη στην Ουκρανία θα μπορούσε να βολεύει την Κίνα. Αλλά ένας παρατεταμένος πόλεμος μετατρέπεται σε στρατηγικό μειονέκτημα για το Πεκίνο. Αντί να αποδυναμώσει το σύστημα συμμαχιών υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, ο πόλεμος στην Ουκρανία έφερε τις ΗΠΑ, την Ευρώπη και τις ασιατικές δημοκρατίες πιο κοντά.
Η Κίνα έχει περάσει δεκαετίες προσπαθώντας να χτίσει την επιρροή της στην Ευρώπη. Αλλά η αυτοαποκαλούμενη «χωρίς όρια» εταιρική σχέση της με τη Ρωσία έχει πείσει πολλούς Ευρωπαίους ότι και το Πεκίνο αποτελεί πλέον απειλή. Αμερικανοί και Ευρωπαίοι χρησιμοποιούν την ίδια γλώσσα σχετικά με την «απεξάρτηση από κινδύνους» της σχέσης τους με την Κίνα, μειώνοντας τις οικονομικές εξαρτήσεις. Αυτό έχει σημασία για το Πεκίνο, επειδή η ΕΕ είναι η μεγαλύτερη εξαγωγική αγορά της Κίνας. Οι στρατιωτικοί δεσμοί μεταξύ της Ιαπωνίας, της Ευρώπης και των ΗΠΑ ενισχύονται επίσης.
Ο καλύτερος τρόπος να αποκαταστήσει το Πεκίνο τη φήμη του στην Ευρώπη θα ήταν να διαδραματίσει έναν ορατό και θετικό ρόλο στον τερματισμό του πολέμου. Αυτού του είδους η κίνηση θα είχε επίσης παγκόσμιο αντίκτυπο -υποστηρίζοντας την προτιμώμενη αφήγηση του Σι ότι η αμερικανική ισχύς υποχωρεί και ότι η Κίνα είναι μια δύναμη ειρήνης.
Υπάρχουν οπωσδήποτε αποδείξεις πως στο Πεκίνο αρχίζει να αρέσει το θέμα της ειρήνευσης. Η Κίνα απολαμβάνει τη θετική δημοσιότητα που κέρδισε από τον ρόλο που έπαιξε στην ομαλοποίηση των σχέσεων μεταξύ του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας. Οι Κινέζοι πρόσφατα προήδρευσαν συνεδρίου στη Σαμαρκάντ για την ειρήνη στο Αφγανιστάν. Το Πεκίνο έχει μάλιστα μιλήσει για μεσολάβηση στην ειρηνευτική διαδικασία Ισραηλινών-Παλαιστινίων (όταν το ανέφερα αυτό στην Ουάσιγκτον, η αντίδραση ήταν «καλή τύχη μ’ αυτό»).
Δεδομένης της διαρκώς αυξανόμενης αντιπαλότητας μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου, θα ήταν αναμενόμενο ότι οι ΗΠΑ δεν θα έβλεπαν με καλό μάτι την εμπλοκή της Κίνας στην Ουκρανία. Όμως, μετά από κάποια εσωτερική συζήτηση, η κυβέρνηση Μπάιντεν αποφάσισε να μην απορρίψει την κινεζική ειρηνευτική πρωτοβουλία εκ προοιμίου, αλλά αντίθετα να προσπαθήσει να τη διαμορφώσει.
Οι Αμερικανοί αντιλαμβάνονται τους κινδύνους του να εμφανιστούν ως «αντι-ειρηνικοί». Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Οι ΗΠΑ ενδιαφέρονται επίσης όλο και περισσότερο να βρουν έναν τρόπο να τερματιστεί ο πόλεμος στην Ουκρανία. Η Ουάσιγκτον γνωρίζει ότι όσο περισσότερο διαρκεί η σύγκρουση τόσο πιο δύσκολο θα είναι να διατηρηθεί η δυτική συναίνεση για τη διοχέτευση δισεκατομμυρίων σε στρατιωτική και οικονομική βοήθεια στην Ουκρανία.
Η επικρατούσα άποψη στην Ουάσιγκτον, και σε πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, είναι ότι οι Ουκρανοί πρέπει να λάβουν όσο το δυνατόν περισσότερη υποστήριξη, ενόψει της αντεπίθεσής τους. Ο ουκρανικός στόχος είναι να επιτευχθεί μια τόσο αποφασιστική νίκη ώστε να τερματιστεί η εποχή Πούτιν. Αλλά αυτό είναι ένα μακρινό ενδεχόμενο. Πιο πιθανό αποτέλεσμα είναι η Ουκρανία να ενισχυθεί στο πεδίο της μάχης, ενόψει των ειρηνευτικών συνομιλιών.
Υπήρξαν πολλές συζητήσεις σχετικά με το αν η δυτική συμμαχία θα ασκούσε ποτέ πίεση στην Ουκρανία για να διαπραγματευτεί. Κάτι που συζητήθηκε λιγότερο, αλλά πιθανώς είναι πιο σημαντικό, είναι το ποιος θα μπορούσε να αναγκάσει τη Ρωσία να κάνει ουσιαστικές παραχωρήσεις -συμπεριλαμβανομένης της απόσυρσης από τα κατεχόμενα εδάφη και της εγκατάλειψης της προσπάθειας καταστροφής της Ουκρανίας.
Η μόνη εύλογη απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι η Κίνα. Μόνο ο Σι μπορεί να προσφέρει μια ζεστή χειραψία στον Πούτιν δημοσίως -και να του στρίψει το χέρι ιδιωτικά. Κάποια στιγμή, ο Κινέζος ηγέτης θα μπορούσε να αποφασίσει ότι είναι προς το συμφέρον της χώρας του να κάνει ακριβώς αυτό.
© The Financial Times Limited 2023. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation