Τον περασμένο μήνα, αμέσως μετά την κατάρρευση της Silicon Valley Bank, μια ομάδα Αμερικανών οικονομολόγων ξεκίνησε το τρομακτικό έργο της ανάλυσης 5,4 εκατομμυρίων tweets.
Ο λόγος; Όταν η SVB πτώχευσε, ο Πάτρικ Μακχένρι, πρόεδρος της Επιτροπής Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών της Βουλής έκανε λόγο για την πρώτη «φυγή καταθέσεων που προκλήθηκε από το Twitter» στον κόσμο. Έτσι, οι οικονομολόγοι - Άντονι Κούκσον, Κόρμπιν Φοξ, Χαβιέ Τζιλ-Μπάζο, Χουάν Ίμπετ και Κρίστοφ Σίλερ - ήθελαν να ελέγξουν αν αυτό ήταν αλήθεια ή όχι.
Τα αποτελέσματα είναι εντυπωσιακά: αφού μελέτησαν όλα τα tweets που αναφέρονται σε μετοχές τραπεζών από το 2020, αποφάνθηκαν ότι «η έκθεση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης οδήγησε σε κίνδυνο φυγής καταθέσεων αντί να τον αντικατοπτρίζει απλώς».
Πιο συγκεκριμένα, «στην ωριαία συχνότητα, δείχνουμε ότι οι αρνητικές αποδόσεις [για τις τιμές των μετοχών των τραπεζών] προκύπτουν μετά από περιόδους έντονης συνομιλίας στο Twitter» πρόσθεσαν. Σημείωσαν επίσης ότι «οι τράπεζες με μεγάλη προϋπάρχουσα έκθεση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είχαν πολύ χειρότερα αποτελέσματα κατά την πρόσφατη φυγή καταθέσεων στη SVB» καθώς το μοτίβο των tweets υποδηλώνει ότι «οι συνομιλίες επενδυτών διαχύθηκαν σε συνομιλίες με καταθέτες».
Με άλλα λόγια, και για να δανειστούμε μια διάκριση που έκανε ο κοινωνιολόγος Ντόναλντ Μακένζι, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν είναι απλώς μια «κάμερα» γεγονότων, αλλά μια «μηχανή» που τα καθοδηγεί όταν συνδυάζονται με mobile banking 24 ώρες το 24ωρο. Ως εκ τούτου, περίπου 42 δισ. δολάρια (ή σχεδόν το ένα τέταρτο όλων των καταθέσεων) έφυγαν από την SVB σε λίγες ώρες στις 9 Μαρτίου - και άλλα 100 δισ. δολάρια ήταν έτοιμα να φύγουν στις 10 Μαρτίου, πριν κλείσει η τράπεζα.
Τι πρέπει λοιπόν να κάνουν οι ρυθμιστικές αρχές και οι επενδυτές;
Κάποιοι μπορεί να πιστεύουν (ή να ελπίζουν) ότι η πτώχευση SVB ήταν μια ιδιαίτερη περίπτωση. Άλλωστε, αυτό που την έκανε τόσο ευάλωτη δεν ήταν μόνο τα εσφαλμένα στοιχήματα όσον αφορά τα επιτόκια, αλλά η συγκεντρωμένη —ανασφάλιστη— φύση της καταθετικής της βάσης. Και όπως δείχνει η μελέτη των οικονομολόγων, πολλοί καταθέτες συγκεντρώθηκαν στο διαδίκτυο σε ένα echo chamber, δημιουργώντας ένα κλειστό σύστημα πληροφόρησης.
Όμως, ενώ η SVB ήταν μια ακραία περίπτωση, αποκάλυψε επίσης ένα γενικότερο μοτίβο: ούτε οι τράπεζες, ούτε οι κυβερνήσεις είναι έτοιμες να αντιμετωπίσουν έναν κόσμο όπου τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης επιταχύνουν τις εξελίξεις.
Ένα πρόβλημα που αποκαλύφθηκε τον Μάρτιο, για παράδειγμα, ήταν ότι το παράθυρο έκπτωσης της Fed, όπου οι προβληματικές τράπεζες μπορούν να αντλήσουν έκτακτη ρευστότητα, κλείνει στις 7 μ.μ., παρόλο που τα κοινωνικά δίκτυα και το mobile banking λειτουργούν 24 ώρες το 24ωρο. Ένα άλλο ήταν ότι το προσωπικό του Ομοσπονδιακού Οργανισμού Ασφάλισης Καταθέσεων (FDIC) μέχρι τώρα υπέθεσε ότι θα έχει αρκετό χρόνο πριν καταρρεύσει μια τράπεζα για να ελέγξει τα βιβλία της, πριν από μια πώληση. Όχι στην περίπτωση της SVB.
Ένα τρίτο πρόβλημα είναι ότι το ρυθμιστικό πλαίσιο της Βασιλείας ΙΙΙ ζητά από τις τράπεζες μόνο να διατηρούν αρκετή ρευστότητα για να προστατευθούν από ένα σενάριο στο οποίο χάνουν το 5% καταθέσεών τους κάθε μέρα, για 30 ημέρες, ή το ένα τέταρτο των καταθέσεών τους. Η SVB το έχασε αυτό μέσα σε λίγες ώρες.
Έπειτα, υπάρχει ένα πιο γενικό ζήτημα: οι πληροφορίες κινούνται τόσο γρήγορα στον κυβερνοχώρο που είναι δύσκολο να εντοπιστεί τι είναι ακριβές και τι όχι. Και ενώ αυτό κάνει ορισμένους τραπεζίτες πρόθυμους να φιμώσουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αυτό φαίνεται σχεδόν αδύνατο να γίνει αυτή τη στιγμή – ιδιαίτερα δεδομένου ότι ο ιδιοκτήτης του Twitter, ο Έλον Μασκ, έχει δηλώσει ότι είναι υπέρ της «απόλυτης ελευθερίας του λόγου».
Υπάρχει, λοιπόν, κάτι που μπορούν πραγματικά να κάνουν οι κυβερνήσεις; Κάποιες απαντήσεις θα πρέπει να ακούσουμε όταν η Fed δημοσιεύσει τη δική της έκθεση για την SVB την 1η Μαΐου. Αλλά ακόμη και πριν από αυτό, υπάρχουν ορισμένα προφανή βήματα που πρέπει να κάνει η Ουάσιγκτον (και άλλοι). Πρώτον, η Fed πρέπει επειγόντως να διασφαλίσει ότι το παράθυρο παροχής ρευστότητας μπορεί να λειτουργεί 24ώρες το 24ωρο.
Δεύτερον, οι ρυθμιστικές αρχές πρέπει να βελτιώσουν τον τρόπο με τον οποίο παρακολουθούν τα σήματα επικείμενης πίεσης, όχι μόνο στις αγορές αλλά και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ο προφανής τρόπος για να γίνει αυτό στις ΗΠΑ είναι να δοθούν περισσότεροι πόροι και κύρος στο Γραφείο Χρηματοοικονομικής Έρευνας, μια οντότητα παρακολούθησης που δημιουργήθηκε μετά την τραπεζική κρίση του 2008 που στη συνέχεια (ανόητα) υπονομεύτηκε από την κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ.
Τρίτον, οι ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να αλλάξουν τις απαιτήσεις για τα μαξιλάρια ρευστότητας ώστε να μπορεί να αντιμετωπιστεί μια ταχύτερη φυγή καταθέσεων (αν και αυτό δεν θα προστάτευε απαραίτητα την SVB).
Τέταρτον, οι τράπεζες θα πρέπει να διερευνήσουν την ιδέα της εισαγωγής μέτρων για τον περιορισμό της ταχύτητας των εκροών καταθέσεων σε μια κρίση.
Θα ήταν πολύ κακή ιδέα να γίνει αυτό ad hoc κατά τη διάρκεια μιας κρίσης, καθώς αυτό θα μπορούσε να τροφοδοτήσει τη μετάσταση. Αλλά μπορεί να μην είναι τόσο τρελό να εικάσουμε ότι, στο μέλλον, όταν ανοίγουν νέοι λογαριασμοί που υπερβαίνουν το όριο των 250.000 δολαρίων, αυτοί θα μπορούσαν να περιοριστούν για λίγες μέρες σε μια κατάσταση σοκ.
Ωστόσο, το δυσάρεστο γεγονός είναι ότι ακόμη και αν εφαρμοστούν όλα αυτά τα βήματα, μπορεί να μην είναι αρκετά για να σταματήσει η μετάσταση που προέρχεται από τον πανικό των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Επομένως, η τελευταία κίνηση που πρέπει να γίνει είναι να αναγνωρίσουν οι κυβερνήσεις ότι η μόνη πραγματικά αποτελεσματική επιλογή για να καταπνίξουν έναν βιαστικό πανικό στον κυβερνοχώρο είναι να προσφέρουν οι ίδιες στήριξη το σύστημα, προστατεύοντας τους καταθέτες.
Το δράμα της SVB υποδηλώνει ότι οι κυβερνήσεις θα το κάνουν πράγματι - αν χρειαστεί. Αλλά αυτό εγείρει δύο ακόμη μεγάλα ερωτήματα: αν ο μόνος τρόπος για να καταπνίξουν έναν πανικό στο Twitter είναι να στηρίξουν οι κυβερνήσεις τους καταθέτες, σημαίνει αυτό ότι οι τράπεζες πρέπει να γίνουν επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας; Και, το πιο κρίσιμο, θα στηρίξουν οι κυβερνήσεις και μη τραπεζικές εταιρείες, όπως τα funds της αγοράς χρήματος, εάν πέσουν θύματα ενός τραπεζικού πανικού που πυροδοτήθηκε από το Twitter;
Αυτή τη στιγμή οι απαντήσεις σε αυτές τις ερωτήσεις φαίνονται εντελώς ασαφείς. Ίσως ο Mασκ θα έπρεπε να δοκιμάσει τη διάθεση της αγοράς σε μια νέα δημοσκόπηση στο Twitter.
© The Financial Times Limited 2023. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation